Ανδρέας Μαρκαντωνάτος: «Το καθηγητικό επάγγελμα βρίσκεται ομολογουμένως σε παρακμή»

Ανδρέας Μαρκαντωνάτος: «Το καθηγητικό επάγγελμα βρίσκεται ομολογουμένως σε παρακμή»

Πρόεδρος στα Πρότυπα και Πειραματικά της Περιφέρειας Πελοποννήσου ο καθηγητής του Τμήματος Φιλολογίας

Ο Ανδρέας Μαρκαντωνάτος υπηρετεί ως καθηγητής στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου εδώ και 17 χρόνια, ενώ πλέον έχει αναλάβει και πρόεδρος της Περιφερειακής Επιτροπής Πρότυπων και Πειραματικών Σχολείων της Περιφέρειας Πελοποννήσου, καθώς και αναπληρωτής πρόεδρος των Δημόσιων Ωνάσειων Σχολείων στην Περιφέρεια Αττικής.

Με αφορμή και τα νέα του καθήκοντα, το «Θάρρος» μίλησε μαζί του για τα παραπάνω σχολεία, ενώ από τη συζήτηση δε θα μπορούσε να λείψει η αναφορά στη Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών και τις φετινές βάσεις, που δείχνουν τις συγκεκριμένες σχολές να παραμένουν σε κρίση, καθώς «έχουν κολλήσει» κάτω από τα 10.000 μόρια.

-Ποια η κατάσταση των Πρότυπων και Πειραματικών Σχολείων αυτή τη στιγμή στην Περιφέρεια Πελοποννήσου;
Ως νέος πρόεδρος της Περιφερειακής Επιτροπής Πρότυπων και Πειραματικών Σχολείων (Π.Ε.Π.Π.Σ.) της Περιφέρειας Πελοποννήσου θα έχω την τιμή να εποπτεύω και να συντονίζω για τα επόμενα τέσσερα έτη τη λειτουργία και στελέχωση των Πρότυπων και Πειραματικών Σχολείων της Περιφέρειάς μας, σε συνεργασία με εκλεκτούς συναδέλφους της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.

Είμαι σε θέση να διαπιστώσω, πάντοτε βεβαίως στο μέτρο του ανθρωπίνως δυνατού, ότι η κατάσταση των Πρότυπων και Πειραματικών Σχολείων στην Περιφέρεια Πελοποννήσου είναι ικανοποιητική, καθόσον τα ήδη υπάρχοντα σχολεία τελούν υπό τη διεύθυνση εμπειρότατων εκπαιδευτικών με αξιοπρόσεκτες ηγετικές ικανότητες, καθώς επίσης είναι στελεχωμένα με προσωπικό υψηλών προσόντων.

Πράγματι, η κατ’ έτος επιλογή νέων εκπαιδευτικών που διαθέτουν ευρεία γνώση στο επιστημονικό τους αντικείμενο και κατέχουν σημαντικούς μεταπτυχιακούς τίτλους, έρχεται να ενδυναμώσει αυτόν τον τόσο σημαντικό θεσμό των Προτύπων και Πειραματικών.

-Στις πρόσφατες εξετάσεις είδαμε μεγάλο ενδιαφέρον. Κατά τη γνώμη σας πρέπει να δημιουργηθούν νέα; Υπάρχει σχεδιασμός για κάτι τέτοιο;
Είναι εξαιρετικά ενθαρρυντικό το γεγονός ότι στις δοκιμασίες δεξιοτήτων των υποψήφιων μαθητών και μαθητριών παρατηρείται αξιοσημείωτο ενδιαφέρον, ενώ το επίπεδο των επιδόσεων εν γένει παραμένει ιδιαίτερα υψηλό.

Πιστεύω ολόψυχα ότι ο θεσμός των Πρότυπων και Πειραματικών Σχολείων πρέπει να ενισχυθεί το ταχύτερο δυνατόν στην Περιφέρεια Πελοποννήσου, όπως συνάμα σκόπιμο θα ήταν να ιδρυθούν νέα τέτοια σχολεία, κυρίως Πρότυπα, διότι η ύπαρξη Πρότυπων Σχολείων σε όλη την έκταση της Περιφέρειάς μας θα δώσει την ευκαιρία σε περισσότερους μαθητές και μαθήτριες να αποκομίσουν σημαντικά οφέλη, μορφωτικά και πολιτισμικά, από την ένταξή τους σε ένα εκπαιδευτικό περιβάλλον αριστείας και προόδου.

Επειδή δεν υφίσταται ακόμη στιβαρός σχεδιασμός για τον πολλαπλασιασμό Πρότυπων Σχολείων στην Περιφέρειά μας, έχω θέσει ως στόχο της προεδρικής θητείας μου να καταβάλω κάθε προσπάθεια με την πολύτιμη στήριξη των συναδέλφων μου, προκειμένου να αυξηθεί ο αριθμός των Πρότυπων και Πειραματικών Εκπαιδευτηρίων στην Πελοπόννησο. Υπόσχομαι ότι αρκετά σύντομα θα δούμε απτά αποτελέσματα.

-Θα ήταν ιδανικό για εσάς όλα τα σχολεία να λειτουργούσαν με τις προδιαγραφές των Προτύπων;
Πράγματι, το ιδεώδες πάντοτε θα ήταν όλα τα σχολεία να λειτουργούσαν με τις προϋποθέσεις και τα κριτήρια που διέπουν τα Πρότυπα Σχολεία, αν και οφείλω στο σημείο αυτό να υπογραμμίσω ότι οι μαχόμενοι εκπαιδευτικοί της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης που υπηρετούν σε άλλες σχολικές μονάδες καταβάλλουν καθημερινά ηρωικές προσπάθειες για να διασφαλίσουν το υψηλότερο δυνατόν επίπεδο μάθησης και διδασκαλίας για τα παιδιά μας, συχνά μάλιστα υπό αντίξοες συνθήκες.

-Τελικά, τι παραπάνω προσφέρει σε έναν μαθητή ένα τέτοιο σχολείο;
Πρέπει να κατανοήσουμε ότι ειδικά στην περίπτωση των Πρότυπων Σχολείων, αφενός, η επιλογή των διδασκομένων μέσω απαιτητικής δοκιμασίας γλωσσικών και μαθηματικών δεξιοτήτων και, αφετέρου, η στελέχωση των εκπαιδευτικών μονάδων με διδάσκοντες και διδάσκουσες υψηλών προσόντων και μεγάλης εμπειρίας, διασφαλίζουν ιδανικές συνθήκες για την επίτευξη αριστείας και απερίσπαστης προόδου.

Η συστηματική διοργάνωση ομίλων ποικίλης σκοποθεσίας, ο μεθοδικός προγραμματισμός εκπαιδευτικών εκδρομών, η συνεχής αξιολόγηση του έμψυχου προσωπικού, η στοχευμένη και εμπερίστατη διαθεματική συνεργασία μεταξύ καθηγητών και καθηγητριών διαφορετικών ειδικοτήτων, καθώς συνάμα η πάντοτε προωθητική αίσθηση του ανήκειν σε ένα εκπαιδευτήριο ειδικών και αυστηρών προδιαγραφών, ενθαρρύνουν τους πάντες να προσπαθήσουν ακόμη περισσότερο.

-Πάμε τώρα στα Ωνάσεια… Σε τι διαφέρουν από τα Πρότυπα;
Ως αναπληρωτής πρόεδρος των Δημόσιων Ωνάσειων Σχολείων στην Περιφέρεια Αττικής θα ήθελα από τη μεριά μου να χαιρετίσω ενθέρμως αυτό το τόσο σπουδαίο εγχείρημα, το οποίο έλαβε σάρκα και οστά μέσω της γενναιόδωρης χορηγίας του Κοινωφελούς Ιδρύματος «Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης».

Ειδικότερα, αυτά τα σχολεία, τα οποία θα φτάσουν σύντομα τα 22 ως εν λειτουργία εκπαιδευτικές μονάδες, συγκροτούν ένα ενιαίο και διακριτό δίκτυο Πρότυπων Γυμνασίων και Λυκείων, που έχουν ως κεντρικό στόχο να αναβαθμίσουν και να προαγάγουν τη δημόσια παιδεία.

Μέσα από καινοτόμες δράσεις, όπως είναι οι όμιλοι και ποικίλου χαρακτήρα εκπαιδευτικά σύνολα και μορφωτικές κοινότητες, τα Δημόσια Ωνάσεια Σχολεία καλούνται να αναπτύξουν και να εκλεπτύνουν μια πληθώρα διδακτικών τεχνικών και μεθόδων, οι οποίες στη συνέχεια θα διαχυθούν ως βέλτιστες πρακτικές σε όλη την κρατική μέση εκπαίδευση.

Η πρόνοια που έχει ενσωματωθεί στον κανονισμό λειτουργίας τους, ότι στα προαναφερθέντα εκπαιδευτικά σύνολα επιτρέπεται να μετέχουν μαθητές και μαθήτριες από γειτονικά σχολεία, καθώς επίσης η προσεκτικά μελετημένη γεωγραφική κατανομή αυτών των πρότυπων σχολείων, ευνοούν τη συμπερίληψη και τη διεύρυνση του εν δυνάμει μαθητικού πληθυσμού.

-Στην Περιφέρεια Πελοποννήσου δε δημιουργήθηκε τέτοιο, υπάρχει στο σχεδιασμό;
Είμαι βέβαιος ότι η διοικούσα επιτροπή των Δημόσιων Ωνασείων Σχολείων, η οποία αποτελείται από διακεκριμένους επιστήμονες και εκπαιδευτικούς, θα καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια να διεκτείνει βαθμηδόν το πλέγμα αυτό των εκπαιδευτικών μονάδων σε όλη την επικράτεια.

Από τη δική μου θέση θα αναλάβω πρωτοβουλία με τη στήριξη της περιφερειακής διοίκησης, να υπάρξει σχετική πρόβλεψη, η οποία βεβαίως θα οδηγήσει στην υλοποίηση μιας τέτοιας σημαντικής δράσης για τον τόπο μας.

-Πέραν αυτών, είστε και καθηγητής στο Τμήμα Φιλολογίας. Μιλήστε μας για το τμήμα…
Το Τμήμα Φιλολογίας, στο οποίο έχω την τιμή να υπηρετώ τα τελευταία 17 συναπτά έτη ως καθηγητής της Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας, έχοντας υπηρετήσει προηγουμένως στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και στο Πανεπιστήμιο Πατρών, έχει χαράξει τη δική του διακριτή πορεία στο πεδίο των φιλολογικών σπουδών επί περίπου δύο δεκαετίες.

Είμαι, μάλιστα, πολύ υπερήφανος για το Εργαστήριο Αρχαίας Ρητορικής και Δραματικής Τέχνης, το οποίο διευθύνω από το 2015, διότι αποτελεί κέντρο μελέτης του αρχαίου θεάτρου με διεθνή απήχηση και ευρεία ακαδημαϊκή αναγνώριση.

Μέσα από σημαντικές συνεργασίες με το Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού, στο οποίο υπήρξα επί τέσσερα έτη τακτικό μέλος του Διοικητικού του Συμβουλίου, και με το Διαβαλκανικό Δίκτυο Παραστατικών Τεχνών, όπου είμαι αντιπρόεδρος, καθώς επίσης μέσα από έγκυρες και έγκριτες εκδόσεις πρακτικών συνεδρίων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, το εν λόγω Εργαστήριο έχει κατορθώσει υπό δύσκολες οικονομικές συνθήκες να καταστεί διακεκριμένο κέντρο έρευνας και επιμόρφωσης.

Επίσης, οι από κοινού συνεδριακές και επιστημονικές δράσεις και εκδηλώσεις με το πρωτοποριακό μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών «Παραστατικές Τέχνες» του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου (ΕΑΠ), το οποίο διευθύνω τα τελευταία τέσσερα έτη, και το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος (ΚΘΒΕ), έχουν αφήσει πρόδηλη σφραγίδα στο θεατρικό και ευρύτερα καλλιτεχνικό γίγνεσθαι της χώρας μας.

-Τι εικόνα σάς άφησαν οι φετινές βάσεις;
Η εικόνα εκ πρώτης όψεως φαντάζει βαθύτατα απογοητευτική. Το γεγονός ότι θα εισαχθούν σπουδαστές με σημαντικές ελλείψεις κυρίως σε ζητήματα αρχαιογλωσσίας και αρχαιομάθειας προξενεί έντονο προβληματισμό.

Δυστυχώς, το ερώτημα πλανάται παντού: πώς αυτοί οι φοιτητές και αυτές οι φοιτήτριες θα μπορέσουν να αντεπεξέλθουν με επάρκεια στις απαιτήσεις των φιλολογικών σπουδών τους;

Εάν θέλουν να αποκτήσουν ένα ισχυρό πτυχίο, πρέπει να κοπιάσουν πάρα πολύ και να μην παρασυρθούν από επιλογές ήσσονος προσπάθειας (λ.χ. χαμηλές βαθμολογίες, απουσία από τις παραδόσεις, μη συμμετοχή στις εξεταστικές, ανώφελη παράταση των σπουδών τους).

-Μπορεί η εικόνα να αλλάξει και να τις δούμε ξανά με περισσότερα μόρια ή για εσάς απλά αυτό είναι ένα νούμερο;
Θεωρώ ότι η παρούσα θλιβερή κατάσταση προϊούσας παρακμής των Ανθρωπιστικών Επιστημών είναι κατ’ ουσίαν μια έντονη κρίση του καθηγητικού επαγγέλματος, διότι και σε εμβληματικές Θετικές Επιστήμες (λ.χ. φυσική, χημεία, μαθηματικά) παρατηρείται παραπλήσια πτώση του ενδιαφέροντος από τους υποψηφίους.

Το καθηγητικό επάγγελμα βρίσκεται ομολογουμένως σε παρακμή, επειδή εν πολλοίς είναι κορεσμένο στη χώρα μας, με αποτέλεσμα να είναι απαξιωμένο οικονομικά και κοινωνικά.

Πρόσφορο θα ήταν η Πολιτεία να εγκύψει με σοβαρότητα στα προβλήματα του καθηγητικού κλάδου και κυριότατα να ανταμείψει εκείνους τους εκπαιδευτικούς που διαθέτουν πληθώρα προσόντων και πρόδηλη διδακτική ικανότητα.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πολύ σύντομα όλοι οι εκπαιδευτικοί μας θα κληθούν να εφαρμόσουν τα νέα αναλυτικά προγράμματα σπουδών και να διδάξουν τα παιδιά μας από τα πολλαπλά βιβλία.

Είμαι ιδιαίτερα χαρούμενος που κατά το επόμενο σχολικό έτος θα εφαρμοστεί το νέο αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών στην Αρχαία Ελληνική Γλώσσα και Γραμματεία στο Λύκειο, του οποίου την εκπόνηση είχα την τιμή να εποπτεύσω με τη συνεργασία ικανότατων φιλολόγων.

Είθε το φινλανδικό μοντέλο εκπαίδευσης με τις αξιοκρατικές παροχές του και τις ακαδημαϊκές του πρόνοιες να εφαρμοστεί, έστω και εν μέρει, στην πατρίδα μας!

-Θεωρείτε ότι πρέπει να υπάρχει μια βάση εισαγωγής;
Είμαι υπέρ της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ), διότι πρέπει να υπάρχει αυτός ο στοιχειώδης πήχης, τον οποίον οφείλουν με κάποιον τρόπο να υπερβούν οι υποψήφιοι σπουδαστές.

Εδώ όμως, κατά την άποψή μου, εντοπίζεται μια σοβαρή παρανόηση. Ειδικότερα, στην αρχή η περίφημη ΕΒΕ είχε θεσπιστεί, με στόχο να αναδείξει τις παθογένειες και τα ελλείμματα των πανεπιστημιακών τμημάτων μικρής ζήτησης και κατόπιν, βεβαίως, να δρομολογήσει ενέργειες αναμόρφωσης, συγχώνευσης ή ακόμη και κατάργησης τέτοιων εκπαιδευτικών μονάδων.

Δυστυχώς, για την πανεπιστημιακή μας πραγματικότητα τίποτε από αυτά δεν έγινε ή, έστω, ελάχιστα βελτιωτικά μέτρα ελήφθησαν προς την ανάταξη προβληματικών τμημάτων και σχολών ανά την επικράτεια.

Φοβούμαι ότι στο εγγύς μέλλον αυτή η παρεξήγηση ως προς τους σκοπούς θα οδηγήσει νομοτελειακά στην κατάργηση αυτής της ελάχιστης βάσης εισαγωγής στο όνομα του γνωστού νεοελληνικού λαϊκισμού.

Του Παναγιώτη Μπαμπαρούτση