Β. Δημόπουλος: Η κλιματική κρίση “απειλεί” το ελληνικό ελαιόλαδο

Β. Δημόπουλος: Η κλιματική κρίση “απειλεί” το ελληνικό ελαιόλαδο

Η ποιότητα του ελληνικού ελαιολάδου, ενός από τους σημαντικότερους πυλώνες της αγροτικής παραγωγής και του εξαγωγικού μας προφίλ, βρίσκεται αντιμέτωπη με σοβαρές προκλήσεις εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής.

Αυτό υπογράμμισε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και επικεφαλής του Εργαστηρίου Γευσιγνωσίας Ελιάς και Ελαιολάδου, Βασίλης Δημόπουλος, κατά την ομιλία του στο πάνελ με θέμα «Ελιά, ελαιόλαδο και κλιματική κρίση» στο πλαίσιο του 3ου Cantina Academy στην Καλαμάτα.

Ο κ. Δημόπουλος παρουσίασε με επιστημονική σαφήνεια τα δεδομένα που δείχνουν πως οι ακραίες θερμοκρασίες, η μείωση των βροχοπτώσεων και η παρατεταμένη ξηρασία προκαλούν σοβαρές δυσλειτουργίες στην ανάπτυξη του ελαιόδεντρου, με αποτέλεσμα την αλλοίωση των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών του ελαιολάδου.

«Σε περιόδους με ακραίες καιρικές συνθήκες υπάρχουν προβλήματα στην ποιότητα του ελαιολάδου», τόνισε, εξηγώντας ότι η κλιματική “κόπωση” του δέντρου οδηγεί σε καρπό που δεν ωριμάζει σωστά, με συνέπεια ένα ελαιόλαδο «κουρασμένο», όπως χαρακτηριστικά είπε.

«Ο ελαιόκαρπος που αναπτύσσεται κάτω από τέτοιες στρεσογόνες συνθήκες είναι πιο κουρασμένος. Το ελαιόλαδο βγαίνει με γευστικά στοιχεία που θυμίζουν ξύλο», ανέφερε.

Ιδιαίτερη αναφορά έκανε και στις συνθήκες μεταφοράς του ελαιοκάρπου, τις οποίες πολλοί παραγωγοί υποτιμούν. Όπως σημείωσε, «στους σάκους όπου μεταφέρεται ο ελαιόκαρπος, η θερμοκρασία μπορεί να φτάσει τους 30 βαθμούς. Αν βάλετε το χέρι σας κάτω από το βάρος, θα νιώσετε τη θερμότητα που αναπτύσσεται».

Οι υψηλές αυτές θερμοκρασίες, είπε, δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη μικροοργανισμών, με αποτέλεσμα περαιτέρω υποβάθμιση της ποιότητας του παραγόμενου ελαιολάδου.

Παράλληλα, ο καθηγητής στάθηκε σε ένα σημαντικό επίτευγμα της ελληνικής ελαιοκομίας: τη νομική καθιέρωση της οργανοληπτικής αξιολόγησης του ελαιολάδου – μια διαδικασία που δεν εφαρμόζεται σε κανένα άλλο προϊόν παγκοσμίως. Όπως είπε, η καθιέρωση αυτή «αναγνωρίζει θεσμικά τη σημασία της ποιότητας και της γευστικής ταυτότητας του ελληνικού ελαιολάδου».

Ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή του, ο κ. Δημόπουλος εξέφρασε την ανησυχία του για το μέλλον, σημειώνοντας πως «τα φαινόμενα της κλιματικής αστάθειας δεν είναι πια σποραδικά, αλλά γίνονται όλο και πιο συχνά και πιο έντονα». Αν η τάση αυτή συνεχιστεί, είπε, οι συνέπειες θα είναι βαριές τόσο για την ποιότητα όσο και για την οικονομία της ελαιοπαραγωγής.

Η παρέμβαση του καθηγητή Δημόπουλου φωτίζει με επιστημονική ακρίβεια αυτό που βιώνουν ήδη οι παραγωγοί: το ελαιόλαδο – το “χρυσάφι” της ελληνικής γης – κινδυνεύει να χάσει τη μοναδικότητά του αν δεν υπάρξει προσαρμογή στην κλιματική πραγματικότητα.

Η Ελλάδα, χώρα με πλούσια ελαιοκομική παράδοση, οφείλει να επενδύσει σε έρευνα, καινοτομία και τεχνολογίες “έξυπνης” γεωργίας, που θα προστατεύσουν την παραγωγή από τις ακραίες μεταβολές. Η ενημέρωση των παραγωγών, η ορθολογική διαχείριση του νερού και η ενίσχυση των τοπικών ελαιουργείων μπορούν να κάνουν τη διαφορά.

Το ελαιόλαδο δεν είναι μόνο ένα προϊόν – είναι πολιτισμός, ταυτότητα και οικονομική δύναμη. Και η προστασία του είναι υπόθεση εθνική.

Α.Π.