Εκσυγχρονισμός, παράδοση και στο βάθος η ελίτ και η διπλή εκδοχή της λαϊκότητας (ΙΙ)

Εκσυγχρονισμός, παράδοση και στο βάθος  η ελίτ και η διπλή εκδοχή της λαϊκότητας (ΙΙ)

Στην αρχή της χρονιάς είχα παρουσιάσει ένα άρθρο με αυτό τον τίτλο και στην κατάληξή του ανέφερα: Το κείμενο αυτό αποτελεί μια πρώτη παρουσίαση καταστάσεων που δημιουργούνται στην κοινωνία από τη συσχέτιση και αλληλεπίδραση των εννοιών του τίτλου. Στη ροή του χρόνου θα επιδιωχθεί η παρουσίαση και άλλων αποτελεσμάτων από αυτή τη συσχέτιση.

Θεωρώ ότι ήρθε η ώρα για μια δεύτερη επίσκεψη στις έννοιες του τίτλου, εξετάζοντας καταστάσεις της επικαιρότητας κατά το διάστημα που μεσολάβησε. Θα αρχίσω επαναφέροντας τις εισαγωγικές έννοιες του πρώτου άρθρου και θα αναπτύξω την τωρινή προσέγγιση του θέματος από την τελευταία πρόταση του προηγούμενου άρθρου.

Οι εισαγωγικές έννοιες

Από το φιλόσοφο και κοινωνικό στοχαστή Κορνήλιο Καστοριάδη έχω πάρει τη συνήθεια, όταν σε κείμενά μου χρησιμοποιώ έννοιες πολύσημες, να προτάσσω τον ορισμό που τους δίνω. Νομίζω ότι αυτό είναι αναγκαίο να εφαρμοστεί και στο κείμενο που ακολουθεί και αναφέρεται στη χρήση των εννοιών του τίτλου στην πολιτική ζωή της χώρας μας.

Ως «εκσυγχρονισμός» ορίζεται το σύνολο των ενεργειών για προσαρμογή στις σύγχρονες συνθήκες των θεμελιωδών δομών.

Ως «παράδοση» ορίζονται οι πληροφορίες που μεταδίδονται από γενιά σε γενιά.

«Ελίτ» είναι μια μικρή ομάδα ισχυρών ατόμων που κατέχουν ένα δυσανάλογο μερίδιο πλούτου, προνομίων, πολιτικής εξουσίας ή ικανότητας σε μια κοινωνία.

Ως «λαϊκισμός» ορίζεται η στάση που εκφράζεται κυρίως στην πολιτική και στην τέχνη και που χαρακτηρίζεται από υπερβολική λαϊκότητα. Δηλαδή, η λαϊκότητα έχει δύο εκδοχές, τη γνήσια και την προσχηματική.

Η κατάληξη του προηγούμενου άρθρου

Η πρόσφατη κυβερνητική μεταβολή στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για πολιτικούς επιστήμονες και γενικότερα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι μια σημαντική ομάδα της ελίτ του πλούτου εξαγγέλλει πολιτικές που επιδιώκεται να οδηγήσουν σε άνοδο του βιοτικού επιπέδου των κατώτερων τάξεων. Υπάρχει πιθανότητα επιτυχίας ενός τέτοιου προγράμματος;

Σπεύδω να απαντήσω καταφατικά σε αυτό το ερώτημα, προσθέτοντας όμως τη συμπληρωματική πρόταση: υπό όρους και προϋποθέσεις, που επιχειρώ να αναπτύξω στη συνέχεια.

Η προσαρμογή των θεμελιωδών κοινωνικών δομών, στις σύγχρονες συνθήκες των τεχνολογικών αλμάτων, προϋποθέτει συνειδητή βούληση, σφιχτό σχεδιασμό και πιστή εφαρμογή. Οι ενέργειες αυτές μπορούν να προέρχονται μόνο από κυβερνήσεις που προκύπτουν από το κοινωνικό σύνολο μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες. Μόνο αν πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις ένα σημαντικό μέρος του πλούτου που δημιουργείται από τις νέες τεχνολογικές εφαρμογές μπορεί να κατανεμηθεί με δίκαιο τρόπο, ώστε να φθάσει μέχρι τα κατώτερα σε οικονομικές δυνατότητες μέλη της κοινωνίας. Δηλαδή, η κυρίαρχη έννοια σε αυτές τις πολύπλοκες διαδικασίες που δημιουργούν οι νέες τεχνολογικές εφαρμογές είναι η έννοια  του ελέγχου. Το κρίσιμο ερώτημα που θα προκύπτει σε κάθε βήμα χρονικής εξέλιξης είναι: ποιος ελέγχει ποιον ανάμεσα στους τρεις πόλους ισχύος: τις ελίτ του πλούτου που αξιοποιούν αποτελεσματικά τις νέες τεχνολογικές εφαρμογές, τις κυβερνήσεις που εκλέγονται με δημοκρατικό ή όχι τρόπο και το σύνολο της κοινωνίας που στις δημοκρατίες αποτελεί το λαό ως κυρίαρχο παράγοντα στη διακυβέρνηση του κάθε κράτους και τη διαχρονική εξέλιξη των παραδοσιακών ηθών και εθίμων του.

Νομίζω ότι, έπειτα από αυτές τις διευκρινίσεις, μπορώ να προσεγγίσω το πιο πάνω ερώτημα που αναφέρεται στις Ηνωμένες Πολιτείες και τις πολιτικές που εφαρμόζει η κυβέρνηση αυτής χώρας. Κι αυτό γιατί, λόγω της οικονομικής και πολεμικής ισχύος της, επενεργούν καταλυτικά και στις πολιτικές όλων των κυβερνήσεων του πλανήτη, σε άλλες περισσότερο και σε άλλες λιγότερο, ανάλογα πάντα με την οικονομική και πολεμική ισχύ της καθεμιάς.

Καταγράφω τα δεδομένα κατά τον πρώτο χρόνο διακυβέρνησης:

1) Αναμφίβολα η ανάδειξή της προήλθε από δημοκρατικές εκλογές και, μάλιστα, με αυξημένη εξουσιοδότηση, αφού το κόμμα που πλειοψήφησε ελέγχει αριθμητικά και τα δύο νομοθετικά σώματα

2) Από τις επιλογές των προσώπων και τις προβαλλόμενες πολιτικές έχει διαμορφωθεί στο μέσο πολίτη μια σύγχυση ανάμεσα στο ιδιωτικό και στο δημόσιο. Δεδομένου ότι το ιδιωτικό παραπέμπει σε ατομικό πλούτο και το δημόσιο σε κοινωνικό πλούτο, φαίνεται ότι αυτή η σύγχυση οδηγεί, κυρίως, σε κατευθύνσεις προς τον ιδιωτικό πλούτο

3) Η κυρίαρχη κατεύθυνση των οικονομικών πολιτικών που έχουν ασκηθεί αυτό το χρόνο παραπέμπει σε άμεσα οφέλη της κυρίαρχης ελίτ. Ειδικότερα, οι διακρατικές συμφωνίες για νέες επενδύσεις, αλλά και η δασμολογική πολιτική σκοπεύουν σε διεύρυνση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων ή δημιουργία νέων. Δεν έχουν διαφανεί ισχυροί κανόνες αναδιανομής του επιδιωκόμενου νέου πλούτου προς τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, είτε από την εκτελεστική είτε από τη νομοθετική εξουσία.

Ας θεωρηθούν όσα προηγήθηκαν ως ένα πρώτο περίγραμμα προβληματισμού για όσα έχω αποκρυσταλλώσει παρακολουθώντας τα γεγονότα της πρώτης χρονιάς της νέας αμερικανικής κυβέρνησης.

Του Νίκου Ευστρ. Μαραμπέα