Γεια σου, σύντεκνε… Μετά τον «γδικιωμό», σασμός…

Γεια σου, σύντεκνε… Μετά τον «γδικιωμό», σασμός…

Η Βεντέτα στην Κρήτη: Η κρητική -όπως και κάθε άλλη- βεντέτα στηρίζεται στον άγραφο «νόμο του αίματος», ο οποίος στηρίζεται στις αρχές της τιμής και της προστασίας. Αιτία για να ξεκινήσει ο ιδιότυπος πόλεμος μεταξύ οικογενειών είναι η προστασία της υπόληψης και της τιμής, μετά κάποιου είδους προσβολή. Οι βεντέτες ξεκινούσαν λόγω κτηματικών διαφορών, ζωοκλοπών και καταπατήσεων, και γίνονταν εντονότερες όταν υπήρχε φονικό. Ακόμα, όμως, και μια απλή εξύβριση μπορούσε να έχει κακό τέλος.

Η πιο σφοδρή και αιματηρή βεντέτα που γνώρισε ποτέ η Κρήτη ήταν αυτή μεταξύ των οικογενειών Σαρτζετάκη και Πεντάρη στα Χανιά. Η διάρκειά της έφτασε τα 70 χρόνια, ενώ πολλοί από τους άμεσα ή έμμεσα εμπλεκόμενους αναζήτησαν καταφύγιο σε άλλες περιοχές της Ελλάδας μακριά από την Κρήτη. Από το 1910 οι δύο οικογένειες σκότωναν διαδοχικά μέλη η μία της άλλης για κτηματικές διαφορές.

Η Βεντέτα στη Μάνη, «γδικιωμός»: Η παράδοση του «γδικιωμού» ( ή «δικιωμού») ξεκίνησε στη Μάνη αιώνες πριν και είναι η εκδίκηση της οικογένειας του θύματος με φόνο στο φονιά. Όταν κάποιος δεν έπαιρνε εκδίκηση, θεωρούνταν ανάξιος και τον περιφρονούσαν, ενώ όταν στις προστριβές δεν υπήρχε φόνος, οι αρχηγοί άλλων οικογενειών αναλάμβαναν να μονιάσουν τις αντιμαχόμενες οικογένειες.

«Γδικιωμός» δεν είναι μονάχα η εκδίκηση, αλλά και η τιμωρία μιας αδικίας, καθώς και η αποκατάστασή της, που ως αποτέλεσμα έχει τη δικαίωση.

Η μανιάτικη βεντέτα κρατούσε, όπως και στην Κρήτη, πολλά χρόνια και μεταδιδόταν από γενιά σε γενιά. Οι Κρητικοί, όπως και οι Μανιάτες, δεν έκρυβαν ποτέ τον τόπο καταγωγής τους και πάντα το φωνάζανε: εγώ είμαι Μανιάτης ή Κρητικός αντίστοιχα. Σε όλες τις περιοχές της Κρήτης υπήρχαν βεντέτες, όπως και σε όλη τη Μάνη (Λακωνική και Μεσσηνιακή.) Όπως λέγεται, δεν μπορούσες να τα βγάλεις εύκολα πέρα με Μανιάτη και Κρητικό.

Οι Κρητικοί, που έχουν βαθιά ριζωμένη στην κουλτούρα τους την οπλοκατοχή και την οπλοχρησία, συνεχίζουν ακόμη και σήμερα την παράδοση που κληρονόμησαν από τους προγόνους τους. Λέγεται ότι στην Κρήτη κάθε οικογένεια έχει και ένα όπλο.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, σήμερα υπάρχουν στο νησί από 600.000 έως 1 εκατομμύριο όπλα, στη συντριπτική τους πλειοψηφία παράνομα. Σύμφωνα με το cretapost, οι Κρητικοί μαθαίνουν από μικρά παιδιά να ρίχνουν με όπλα που είτε κληρονόμησαν, κειμήλια από απελευθερωτικούς αγώνες, είτε αγόρασαν παράνομα μέσω λαθρεμπόρων.

Το έθιμο της «μπαλωθιάς», οι πυροβολισμοί σε γάμους, γλέντια, ακόμα και σε κηδείες, θεωρείται από πολλούς σημάδι τιμής. Έχει κοστίσει, όμως, ανθρώπινες ζωές και έχει «σημαδεύσει» πολλούς ανθρώπους.

«Σασμός»: Η άγνωστη – στο ευρύ κοινό- λέξη που μπήκε ξανά στην καθημερινότητά μας με αφορμή το μακελειό πριν από λίγες ήμερες στην Κρήτη. Έχει τις ρίζες της στην Κρήτη, αφού υπάρχει μόνο στην κρητική ορολογία και αποτελεί μια πράξη εθιμικού δικαίου με σκοπό να σταματήσει ένας κύκλος αίματος ή μια βεντέτα μεταξύ οικογενειών. Ουσιαστικά, ο «σασμός» είναι το άτυπο εθιμοτυπικό τελετουργικό για το τέλος μιας βεντέτας. Είναι η συμφιλίωση, το «φίλιωμα», το «φτιάξιμο», το «σιάξιμο» ανάμεσα στις οικογένειες και επιτυγχάνεται μέσω ενός γάμου, μίας βάπτισης ή μιας κουμπαριάς.

Τον σασμό επιτυγχάνουν άνθρωποι της κοινότητας κοινής αποδοχής και υψηλού κύρους, των οποίων ο λόγος έχει βαρύτητα. Οι σασμάδες είναι οι «ειρηνοποιοί», οι «διαμεσολαβητές», αυτοί που φέρνουν κοντά τις δύο οικογένειες που βρίσκονται σε «πόλεμο» ετών για διάφορους λόγους, όπως κτηματικές ή προσωπικές διαφορές.

Σκοπός των σασμάδων είναι η «ένωση» χωρίς προσωπικά οφέλη ή κίνητρα, ενώ ο «σασμός» μπορεί να επιτευχθεί έπειτα από προσπάθειες πολλών μηνών.

Αυτά τα λίγα «ιστορικά» για σήμερα, χωρίς πολλά πολλά, Έλληνες… Μιλάμε πάλι…

Του Κώστα Δεληγιάννη