Ερημιά και εγκατάλειψη στο κτήριο του ΟΣΕ στην Καλαμάτα(φωτογραφίες)


 

Σπασμένα τζάμια και πόρτες

Του Αντώνη Πετρόγιαννη

 

Κλίμα αισιοδοξίας είχαν δημιουργήσει τους προηγούμενους μήνες οι ανακοινώσεις της Δημοτικής Αρχής για συνεργασία με τη ΓΑΙΟΣΕ και απόδοση κατά χρήση περιουσιακών στοιχείων της στο Δήμο Καλαμάτας. Μάλιστα, οι ανακοινώσεις συνεχίστηκαν με κάποιες πρώτες παρεμβάσεις, όπως η φροντίδα του πάρκου στο κεντρικό κτήριο του ΟΣΕ και η πλακόστρωση του πεζοδρομίου της οδού Κεφάλα.

 

Από εκεί και πέρα, όμως, οι υπόλοιπες διαδικασίες φαίνεται να έχουν «κολλήσει», με αποτέλεσμα το κεντρικό κτήριο στην πλατεία Σιδηροδρομικού Σταθμού να εμφανίζει σοβαρά σημάδια εγκατάλειψης. Μια βόλτα να κάνει κάποιος στους γύρω χώρους του καταλαβαίνει αμέσως τι συμβαίνει.

 

Προχθές συναντήσαμε στο σταθμό το σταθμάρχη Δημήτρη Διονυσόπουλο, ο οποίος και μας περιέγραψε όσα αντικρίζει ο καθένας από εμάς: «Ο σταθμός είναι χωρίς ανθρώπινη παρουσία κάποιου υπαλλήλου το μεγαλύτερο μέρος του 24ώρου. Δεν υπάρχει, δηλαδή, φύλαξη, με αποτέλεσμα να σημειώνονται φθορές σε καθημερινή βάση.

Πιστεύω, αν μη τι άλλο, και μέχρι να βρεθεί οριστική λύση, ότι θα πρέπει να υπάρχει κάποιος που να φυλάει το χώρο, ώστε να προστατεύεται το ιστορικό κτήριο.
Παρ’ ότι βρισκόμαστε στο κέντρο της πόλης, δεν μπορείτε να καταλάβετε τι γίνεται κάθε ημέρα. Και οι όποιες επισκευές γίνονται με δική μας πρωτοβουλία και εργασία. Για παράδειγμα, μία ημέρα πριν έρθει το τελευταίο εκδρομικό τρένο βάψαμε μόνοι μας τους γύρω χώρους, επισκευάσαμε τα σπασμένα τζάμια, σβήσαμε τα γκράφιτι. Δεν είναι δυνατόν να αφήσουμε το κτήριο στην τύχη του.
Υπάρχει κι ένα θέμα με το προσωπικό, γιατί δε βρισκόμαστε κάθε ημέρα εδώ. Εργαζόμαστε αλλού. Ο σταθμός ανοίγει επίσημα μόνο πέντε (5) ημέρες το μήνα, κυρίως για να πληρώσουμε κάποιους πάγιους λογαριασμούς, κι όταν έρθει κάποιο εκδρομικό τρένο. Τις υπόλοιπες ημέρες έρχονται ορισμένοι υπάλληλοι για δύο ώρες – τρεις ώρες, μόνο και μόνο γιατί αγαπούμε τους χώρους. Επίσημα, δεν ανήκουμε στην υπηρεσία.
Η σημερινή νεολαία θεωρεί “χαβαλέ” και “πλάκα” να σπάζει τζάμια και να καταστρέφει δημόσιους χώρους, οι οποίοι στην ουσία είναι και δικοί τους. Δεν μπορώ να καταλάβω πώς σκέπτονται.
Είναι κρίμα να έχει αυτή την τύχη η περιουσία του ελληνικού λαού. Δεν ταιριάζουν η ερήμωση και η απαξίωση στο συγκεκριμένο χώρο.
Από την άλλη πλευρά, μέχρι πρότινος είναι γνωστό ότι  η γύρω περιοχή ήταν και κέντρο “φιλοξενίας” λαθρομεταναστών. Όμως, η κατάσταση αυτή έχει αλλάξει. Σήμερα δεν υπάρχει ανάλογο φαινόμενο.
Χρειάζεται, σε κάθε περίπτωση, οριστική λύση στο θέμα της τύχης του κτηρίου, γιατί δεν ταιριάζει στην ιστορία του και στην πόλη η σημερινή εικόνα».

 

φωτογραφίες: Στασινός Μουτσούλας