Στο… ναδίρ το «χρηματιστήριο» ακινήτων στην Καλαμάτα


Σε  πολλές περιπτώσεις, από την αρχή της κρίσης μέχρι σήμερα, οι ιδιοκτήτες έχασαν ακόμη και το 50% της επένδυσής τους

 

Του Αντώνη Πετρόγιαννη

 

Το θέμα που απασχολεί τις τελευταίες εβδομάδες το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης είναι η πολιτική και τα μέτρα που αναμένεται να ανακοινώσει για τα ακίνητα. Με τη σειρά τους, χιλιάδες ιδιοκτήτες, αλλά και η κτηματαγορά, περιμένουν με αγωνία τις αποφάσεις.

Το όλο ζήτημα αποτέλεσε την αφορμή για μια έρευνα των τάσεων που επικρατούν στην πόλη της Καλαμάτας, με βάση την εμπειρία μεσιτών αλλά και κατασκευαστών.

Οι περισσότεροι μας είπαν ότι η εικόνα μοιάζει πολύ με αυτή των «εγκλωβισμένων» στο Χρηματιστήριο, τότε που μεγάλος αριθμός πολιτών έχασε τεράστιες περιουσίες. Η απαξίωση της ακίνητης περιουσίας, ιδιαίτερα τα δύο τελευταία χρόνια, είναι τόσο μεγάλη, που οι απώλειες για όσους επένδυσαν σε αυτή μοιάζουν με αυτές της περιόδου 2000-2001.

Όπως μας τόνισαν, η υποχώρηση των τιμών σε σχέση με πέρυσι αγγίζει το 20% με 25%. Μάλιστα, με δεδομένο ότι οι περισσότεροι δεν περιμένουν ριζικές αλλαγές στην οικονομική κατάσταση της χώρας, το επόμενο διάστημα προβλέπουν περαιτέρω μείωση ανάλογου μεγέθους.

Έτσι, αν προχωρήσει κάποιος σε μια απλή πρόσθεση, θα διαπιστώσει ότι η πτώση των τιμών από το 2008 περίπου μέχρι σήμερα αγγίζει το 35%, ιδιαίτερα στα παλιά διαμερίσματα, ενώ άλλοι μιλούν για ακόμα μεγαλύτερο ποσοστό. Η «σούμα», λέει, λοιπόν, ότι πολύ σύντομα η πτώση θα φτάσει στο 50%.

Η πτώση μεταφράζεται σε ένα «κραχ», που πλήττει ιδιαίτερα τους ιδιοκτήτες που αγόρασαν σπίτια με στεγαστικό δάνειο. Όπως υπολογίζεται, τα προηγούμενα χρόνια το 60% περίπου των Καλαματιανών αγόρασε σπίτι με αυτή τη διαδικασία, είτε για πρώτη κατοικία είτε για παραθεριστική.  Όπερ σημαίνει ότι στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι πολίτες που αγόρασαν νεόδμητο σπίτι σε κάποια περιοχή σήμερα έχουν χάσει περίπου τη μισή περιουσία τους. Με μια τραγική υποσημείωση: Οι περισσότεροι αγοραστές ακινήτων έχουν πάρει στεγαστικό δάνειο, το οποίο συνεχίζουν να πληρώνουν για ένα ακίνητο που δεν έχει ούτε τη μισή αξία από την αρχική. Και φυσικά, με τους απανωτούς φόρους η ακίνητη περιουσία ουσιαστικά έχει «δημευτεί» από το κράτος, ενώ είναι θέμα χρόνου να υπάρξει πλήρης αδυναμία πληρωμής των απανωτών χαρατσιών για ακίνητα που έχουν απαξιωθεί. Ήδη αρκετά νοικοκυριά δεν μπορούν να πληρώσουν τη δόση του δανείου τους.

Στο μεγάλο «μπουμ» των τιμών τα προηγούμενα χρόνια υπήρξαν περιοχές, ιδιαίτερα μεταξύ Κρήτης και Ναυαρίνου, των οποίων η αξία των ακινήτων ξεπέρασε κατά πολύ την πραγματικότητα, ενώ κερδισμένοι ήταν και οι ιδιοκτήτες οικοπέδων σε οικισμούς γύρω από την Καλαμάτα (Ξηροκάμπι, Βέργα, αλλά και η περιοχή πίσω από την Τέντα στην ανατολική πλευρά της πόλης). Ήταν η περίοδος που οι τράπεζες έδιναν αφειδώς τραπεζικά δάνεια ακόμη και σε όσους δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις, με αποτέλεσμα την εκρηκτική αύξηση των τιμών, αφού λειτούργησε ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης. Έτσι, αγοράστηκαν σπίτια σε εξωφρενικά υψηλές τιμές σε σχέση με το εισόδημα των πολιτών.

Εκτός από τη σημερινή πλήρη ακινησία στην κτηματαγορά της Καλαμάτας, ανάλογα φαινόμενα παρατηρούνται με τους ξένους επενδυτές που θέλουν να αγοράσουν ακίνητα στη μεσσηνιακή πρωτεύουσα αλλά και στο νομό γενικότερα. Η μεγάλη πλειοψηφία περιμένει η κατάσταση να φτάσει… στον πάτο και μετά να δείξει το όποιο ενδιαφέρον, αφού θεωρούν ότι ακόμα δεν είναι ευνοϊκή γι’ αυτούς, γι’ αυτό και προτιμούν άλλους, πιο φτηνούς, προορισμούς.

 

Τάσεις

Γενικότερα, αν πιστέψει κανείς την πρόσφατη έρευνα του επενδυτικού οίκου Fitch αλλά και τις εκτιμήσεις των ειδικών της αγοράς στην κτηματαγορά, τότε οι τιμές από το 2008 μέχρι το τρίτο τρίμηνο του 2012 έχουν υποχωρήσει γύρω στο 25%, ενώ αναμένεται νέα υποχώρηση 15% το 2013 και συνέχιση της πτώσης το 2014, μέχρι η αγορά να πιάσει πάτο σε περίπου 2 χρόνια από τώρα.

Η ουσία είναι ότι η κατάρρευση της κτηματαγοράς και γενικά της οικοδομής, που θεωρείται η ατμομηχανή της οικονομίας, πλήττει καίρια τη χώρα και τις επενδύσεις. Σύμφωνα με έρευνα της Alpha Bank, οι επενδύσεις σε ακίνητα έφτασαν το 2012 να είναι λιγότερες κατά 70% σε σύγκριση με το 2000.