Κραυγή οργής και αγανάκτησης των κατοίκων για την εγκληματικότητα


 

Ο 49ΧΡΟΝΟΣ ΥΠΕΔΕΙΞΕ ΩΣ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥΣ ΤΟΥ Σ. ΨΥΧΟΠΑΙΔΑ ΤΟΥΣ ΑΛΒΑΝΟΥΣ «ΝΙΚΟ» ΚΑΙ ΜΕΣΑΪ

 

Της Βίκυς Βετουλάκη

 

Ξεκίνησε η χθεσινή δεύτερη ημέρα της πολύκροτης δίκης για την εγκληματική οργάνωση με τον κατηγορούμενο Αλβανό, που χρησιμοποιούσε το όνομα «Νίκο», να δηλώνει μέσω της διορισμένης δικηγόρου του, Σ. Εξουσίδου, ότι παραδέχεται πως διέπραξε τη δολοφονία του 35χρονου Φελίμ Μεσάι για διαφορές που είχαν μεταξύ τους, όμως και όχι γιατί του το ζήτησε ο 49χρονος κατηγορούμενος ως αρχηγός της οργάνωσης, και ταυτόχρονα να αρνείται τη δολοφονία του μικρού παιδιού, γιου του 35χρονου, αφήνοντας σαφώς να εννοηθεί ότι αυτό έγινε από το νεαρό, επίσης κατηγορούμενο, που βρισκόταν μαζί του στο αυτοκίνητο.

Η δήλωση αυτή προκάλεσε τη στιγμιαία αντίδραση του νεαρού, ο οποίος φώναξε: «Τι λέει αυτός;».

Αργότερα, κατά την εξέταση του πρώτου μάρτυρα, άλλη μία παρέμβαση κατηγορουμένου προσέθεσε νέα στοιχεία στην υπόθεση. Ο 49χρονος φερόμενος ως αρχηγός της οργάνωσης δήλωσε προς το Δικαστήριο ότι ο Αλβανός «Νίκο», μαζί με τον 35χρονο – θύμα- Αλβανό Φελίμ Μεσάι, έχουν δολοφονήσει τον Σωτήρη Ψυχόπαιδα, ο οποίος βρέθηκε νεκρός σε ερημική τοποθεσία στη Μικρομάνη και στη συνέχεια, το 2011, ο «Νίκο» δολοφόνησε τον Φελίμ Μεσάι.

Η δίκη συνεχίσθηκε μέχρι πολύ αργά χθες και διεκόπη σήμερα το πρωί.

 

Πρώτος μάρτυρας

Η χθεσινή ημέρα ξεκίνησε με τον πρόεδρο του Δικαστηρίου να ζητά τη θέση των κατηγορουμένων για τις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν. Στο σύνολό τους τις αρνήθηκαν, με μόνη εξαίρεση τον Αλβανό που ομολόγησε για πρώτη φορά τη δολοφονία του Φελίμ Μεσάι.

Ακολούθησε σειρά αιτημάτων συνηγόρων υπεράσπισης, τα οποία στο σύνολό τους απορρίφθηκαν από το Δικαστήριο. Ειδικότερα, ζητήθηκε η ακύρωση του κλητήριου θεσπίσματος για τον κατηγορούμενο πρώην αστυνομικό, καθώς αλλού αναφέρεται ως πληροφοριοδότης της οργάνωσης και αλλού ως μέλος της, επίσης ότι δεν απομαγνητοφωνήθηκαν όλες οι συνομιλίες που καταγράφηκαν από τα κεντρικά της Αστυνομίας στην Αθήνα και η επιλογή που έγινε δεν είναι σύννομη, να ερευνηθεί από τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος ποιος είναι ο πραγματικός αποστολέας των δύο e mail προς το υπουργείο Δημοσίας Τάξης για τη δράση της εγκληματικής οργάνωσης, που αποτέλεσαν το έναυσμα για την έναρξη της έρευνας, καθώς έφεραν την υπογραφή «Λίτσα – Νίτσα» και, τέλος, την εξαίρεση του πρώτου μάρτυρα –αστυνομικού της Ασφάλειας Καλαμάτας- με την αιτιολογία ότι συμμετείχε στο προανακριτικό έργο. Μάλιστα, η παρουσία του συγκεκριμένου αστυνομικού προκάλεσε αρκετές φορές την έντονη αντίδραση του 49χρονου κατηγορούμενου ως αρχηγού, λέγοντας ότι αυτός χτυπούσε τους νεαρούς κατηγορούμενους, ότι έβρισε την επίσης κατηγορούμενη σύζυγό του και ότι κατά τις έρευνές του προκάλεσε μεγάλες ζημιές στο σπίτι.

Μετά την απόρριψη όλων των αιτημάτων άρχισε αργά το μεσημέρι η κατάθεση του πρώτου μάρτυρα. Την ίδια στιγμή, οι τρεις νεαροί κρατούμενοι, τα δύο αδέλφια και ο ξάδελφός τους, δήλωσαν προς το Δικαστήριο ότι ο συγκεκριμένος αστυνομικός μετά τη σύλληψή τους τούς χτυπούσε και τους έβαλε να υπογράψουν ό,τι ήθελε.

Ξεκινώντας την κατάθεση, ο αστυνομικός είπε ότι στην υπηρεσία του έφτασαν από το αρμόδιο υπουργείο πληροφορίες ότι οι κατηγορούμενοι ως αρχηγοί έχουν συστήσει εγκληματική οργάνωση που εκβιάζει καταστηματάρχες, διακινεί ναρκωτικά και ετοιμάζεται να διαπράξει δολοφονία σε βάρος Αλβανού ή Γεωργιανού. Για τα τρία άτομα που κατονομάζονταν στα e mail, το 49χρονο, το δίδυμο αδελφό του που καταζητείται ακόμη και έναν υπάλληλο δημόσιου οργανισμού, ζητήθηκε η άρση απορρήτου για την παρακολούθηση των τηλεφώνων τους. Από τις συνομιλίες που καταγράφηκαν, όπως κατέθεσε, προέκυψε ότι είχαν συστήσει εγκληματική οργάνωση και παρείχαν προστασία σε νυχτερινά καταστήματα. Μάλιστα, ο αστυνομικός είπε ότι ο τρίτος (ο υπάλληλος του δημόσιου οργανισμού) εισέπραττε για λογαριασμό της οργάνωσης, περίπου 2.500 ευρώ την εβδομάδα. Επίσης, εκβίαζαν επιχειρηματίες για λογαριασμό τρίτων που τους είχαν αναθέσει την είσπραξη χρημάτων που τους όφειλαν, με ποσοστό αμοιβής για την οργάνωση 30%.

Αναφέρθηκε στη συνέχεια σε στενή επαφή που είχε ο 49χρονος φερόμενος ως αρχηγός με τους νεαρούς αδελφούς κατηγορούμενους και τον ξάδελφό τους, ενώ στη συνέχεια αναφέρθηκε στη δολοφονία πατέρα και γιου Μεσάι.

 

Διπλή δολοφονία

Ο αστυνομικός της Ασφάλειας κατέθεσε ότι στις 29 Νοεμβρίου 2011 το απόγευμα, σε αγροτική περιοχή στην Πιπερίτσα, βρέθηκε σε αρδευτικό κανάλι ένα αυτοκίνητο. Εντός ήταν νεκροί ο πατέρας και το 2,5 ετών αγοράκι. Όπως τόνισε, στο σημείο που είχε πέσει το αυτοκίνητο στο κανάλι είχαν κοπεί τα σιδερένια κάγκελα προφύλαξης, «σαν», όπως είπε, «να ήταν προσχεδιασμένο, διαφορετικά το αυτοκίνητο δε θα μπορούσε να πέσει στο κανάλι».

Συνέχισε λέγοντας ότι λίγα μέτρα πριν από το κανάλι, στο χωματόδρομο, βρέθηκαν σπασμένα τζάμια και τμήματα ανθρώπινων οστών. Αυτό τους οδήγησε στο συμπέρασμα ότι ο 35χρονος Φελίμ Μεσάι που οδηγούσε το αυτοκίνητο, είχε πυροβοληθεί όταν αυτό ήταν ακόμα εν κινήσει. Μέσα στο αυτοκίνητο είπε πως βρέθηκαν 2 κενά κυνηγετικά φυσίγγια, ενώ ο 35χρονος έφερε διαμπερές τραύμα στο κεφάλι, από πίσω δεξιά με φορά προς τα αριστερά, ενώ το παιδί βαθύ τραύμα, πιθανόν από μαχαίρι. Το τζάμι του οδηγού ήταν σπασμένο, του συνοδηγού κατεβασμένο, ο διακόπτης στη θέση λειτουργίας και με δευτέρα ταχύτητα. Στο παντελόνι του 35χρονου θύματος βρήκαν ένα κινητό τηλέφωνο, για το οποίο έγινε άρση απορρήτου.

Την ημέρα της δολοφονίας, ο Μεσάι βρισκόταν με τη γυναίκα του στο Ραυτόπουλο για το μάζεμα ελιών, αλλά κάποια στιγμή έφυγε και επέστρεψε στην Καλαμάτα.

Επίσης, είπε ότι από τις συνομιλίες αποδείχθηκε ότι μια μέρα πριν ο 49χρονος με το μικρότερο από τα δύο νεαρά αδέλφια τηλεφώνησαν στον Φελίμ Μεσάι και του έκλεισαν ραντεβού για το επόμενο πρωινό στο σπίτι του πρώτου. Ακολούθως, κατέθεσε ότι κατέβηκε από την Αθήνα ο Αλβανός με το παρατσούκλι «Νίκος», τον παρέλαβε ο ξάδελφος των νεαρών αδελφών και τον οδήγησε στο σπίτι του 49χρονου. Επίσης, αναφέρθηκε σε συνομιλία του 49χρονου με τον Αλβανό «Νίκο», ότι του ζητούσε να βρει όπλα με σιγαστήρες «να τελειώσουν ό,τι άρχισαν στην Ηγουμενίτσα και να φτιάξουν ομάδα θανάτου».

 

Τηλέφωνα σε Κινέζους

Το επόμενο πρωί, από τις συνομιλίες πάντα, όπως τόνισε, προέκυψε ότι ο Φελίμ Μεσάι πήγε στο ραντεβού, μαζί με το παιδί, ενώ σε συνομιλία ο «Νίκο» λέει στον 49χρονο: «Είναι παιδί, τι με βάζεις να κάνω;». Ο αστυνομικός κατέθεσε ότι ο 49χρονος τούς είπε να μην κάνουν τίποτα και κλείσθηκε νέο ραντεβού για το ίδιο απόγευμα. Μετά τη δολοφονία, ο αστυνομικός είπε ότι έχει καταγραφεί συνομιλία στην οποία ο 49χρονος ρωτάει το μικρότερο εκ των δύο νεαρών αδελφών και τον ξάδελφο «αν εξαφάνισαν την γκλίτσα από τα πρόβατα». Οι αστυνομικοί, σχολίασε, θεώρησαν ερμήνευσαν ότι εννοούσε το όπλο του φόνου.

Συνεχίζοντας την κατάθεσή του, παρατήρησε ότι τον «Νίκο» τον μετέφερε στην Αθήνα με το αυτοκίνητό του ένας εκ των κατηγορουμένων, υπάλληλος δημόσιας υπηρεσίας, παίρνοντας ως αμοιβή 150 ευρώ, και ο οποίος εργαζόταν σε μπαρ που διατηρούσε ο έτερος κατηγορούμενος.

Σε ό,τι αφορά τις τηλεφωνικές συσκευές που χρησιμοποιούσε ο 49χρονος, είπε ότι αυτές είχαν καταχωρηθεί σε ονόματα Κινέζων!

Σε ερωτήσεις για τον αστυνομικό της Δίωξης Ναρκωτικών που κατηγορείται, ο συνάδελφός του δήλωσε ότι ήταν πρότυπο μάχιμου αστυνομικού, καθώς πρώτος έμπαινε σε μια επιχείρηση και τελευταίος έφευγε. Κατέθεσε την εκτίμησή του ότι δεν έχει ανάμειξη με την οργάνωση και είναι φυσιολογικό, όταν συλλαμβάνεις τέτοιους ανθρώπους, να αποκτήσεις μια οικειότητα και να μιλήσεις μαζί τους κάποια στιγμή (ο αστυνομικός έχει κατηγορηθεί, μετά από συνομιλίες του που καταγράφηκαν με τον καταζητούμενο φερόμενο ως δεύτερο αρχηγό της οργάνωσης).

Στη συνέχεια δέχτηκε ερωτήσεις από τους συνηγόρους υπεράσπισης. Μεταξύ άλλων, του ζητήθηκε να κατονομάσει τους αξιωματικούς της Αστυνομίας που συμμετείχαν στην υπόθεση. Ο αστυνομικός δε θέλησε να απαντήσει παρά μόνο αν το ζητήσει το δικαστήριο και από το συνήγορο υπεράσπισης κ. Μπαϊρακτάρη κατατέθηκε αίτημα σύλληψής του για ψευδορκία. Τελικά, το δικαστήριο ζήτησε από το μάρτυρα να απαντήσει, όπως και έγινε.

Μετά την παρέμβαση του 49χρονου κατηγορουμένου, ότι ο Αλβανός «Νίκο» μαζί με το θύμα Φελίμ Μεσάι είχαν σκοτώσει τον Σωτήρη Ψυχόπαιδα, ο αστυνομικός είπε ότι εκείνη την περίοδο είχαν πραγματοποιήσει έρευνα στον Φελίμ Μεσάι, αλλά δε βρήκαν κάτι.

Σε ερώτηση από συνήγορο για τον κατηγορούμενο συνάδελφό του, είπε ότι έχει συμμετάσχει δύο φορές σε αντίστοιχες συλλήψεις του 49χρονου παλαιότερα.

Επίσης, καθώς σε μία συνομιλία που έχει καταγραφεί φέρεται ο καταζητούμενος να λέει στον κατηγορούμενο αστυνομικό για ένα όπλο κρυμμένο σε σπίτι, το οποίο τελικά δε βρέθηκε, ο μάρτυρας είπε ότι το συγκεκριμένο σπίτι φυλασσόταν πριν από την επίμαχη συνομιλία και έτσι κανείς δε θα μπορούσε να έχει μπει να αφαιρέσει κάτι.