Δ. Βελισσαρίου: «Με όπλο την ποιότητα το ΤΕΙ Καλαμάτας θα κερδίσει το στοίχημα»

Δ. Βελισσαρίου: «Με όπλο την ποιότητα  το ΤΕΙ Καλαμάτας  θα κερδίσει το στοίχημα»

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΑΤΕΙ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ, Δ. ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΥ, ΣΤΟ «Θ»
 

Μεταπτυχιακά προγράμματα, επιμορφωτικά σεμινάρια και σύνδεση με τις επιχειρήσεις το τρίπτυχο της επιτυχίας
 
Του Αντώνη Πετρόγιαννη
 
Η συνάντηση με τον πρόεδρο του ΑΤΕΙ Πελοποννήσου, Δημήτρη Βελισσαρίου, ήταν προγραμματισμένη εγκαίρως.
Στο δρόμο από την Καλαμάτα μέχρι τα κτήρια του ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος, στον Αντικάλαμο, έκανα στο μυαλό μου μια γρήγορη αναδρομή στην ιστορία του.
Ξεκίνησε, λοιπόν, ως παράτημα του ΤΕΙ Πάτρας (1987-1988), αλλά στη συνέχεια άρχισε να αναπτύσσει τη δική του ξεχωριστή δυναμική, ολοκληρώνοντας στα επόμενα χρόνια τον εκπαιδευτικό του σκελετό.
Οι κομματικές και οι πελατειακές σχέσεις της εποχής λειτούργησαν και για το ίδρυμα, στην πλειοψηφία τους για τη στελέχωσή του. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι κυριαρχούσε συγκεκριμένος κομματικός σχηματισμός. Σ’ αυτό βρήκαν στέγη καθηγητές και υπαλληλικό προσωπικό με το γνωστό… ελληνικό τρόπο.
Μέχρι τα μέσα περίπου του 2000 το ΑΤΕΙ ήταν γνωστό στην κοινωνία της Καλαμάτας, μόνο ως σίγουρη πηγή ενοικίασης διαμερισμάτων για διάφορους ιδιοκτήτες, καλός πελάτης για τα  καφέ και τα σουβλατζίδικα της πόλης.  Κατά τ’ άλλα, το αγνοούσαμε και μας αγνοούσε. Σαν να μην υπήρχε. Οι εκπαιδευτικοί ασχολούνταν με τις εκπαιδευτικές τους διεκδικήσεις, οι οικογένειες ασχολούνταν με το να πάρει το παιδί τους ένα χαρτί και τα παιδιά με οτιδήποτε άλλο εκτός από την επένδυση όσων μαθαίνουν. Με τέτοιο υλικό απάθειας, ιδιωτικοποίησης, ανευθυνότητας, κυνισμού, αδιαφορίας, δεν είναι δυνατό να υπάρξει εκπαίδευση.
Ξαφνικά (;) τα πράγματα αλλάζουν. Το όνομα του ΑΤΕΙ άρχισε να βγαίνει εκτός των κτηρίων του, «να συγχνωτίζεται» με την κοινωνία και τις ανάγκες της. Το επισκέφθηκε ο Οικουμενικός Πατριάρχης, διοργάνωσε διεθνή επιστημονικά συνέδρια για τη γευσιγνωσία του ελαιολάδου, διεκδίκησε και υλοποίησε ευρωπαϊκά προγράμματα, έφτιαξε ένα πρωτοποριακό τμήμα υδροπονικών καλλιεργειών. Και η δυναμική του δε σταματά εδώ. Δημιουργεί ένα πρότυπο Τμήμα Λογοθεραπείας, πιστοποιεί την Ομάδα Γευσιγνωσίας Ελαιολάδου, και άλλα πολλά.
Στη μέση περίπου της διαδρομής και λίγο πριν φτάσουμε με τον Στασινό, αναρωτήθηκα πώς εκλογικεύεται αυτή η μεταστροφή. Στο μυαλό μου ήρθαν λόγια και σκέψεις του Κορνήλιου Καστοριάδη: «Για να υπάρξει πραγματική εκπαίδευση με την αυστηρή έννοια του όρου, υπάρχει μια βασική προϋπόθεση: Αν δεν υπάρχει έρωτας με την εκπαίδευση, δεν υπάρχει εκπαίδευση».
Σ’ ένα άλλο του κείμενο, μιλώντας για την ποιότητα της δυτικής δημοκρατίας, υποστηρίζει μεταξύ άλλων: «Το σύστημα αυτό, αν εξακολουθεί και λειτουργεί κατά κάποιον τρόπο, δε λειτουργεί δυνάμει των ανθρώπων τους οποίους παράγει και τους θεσμούς τους οποίους παράγει, λειτουργεί διότι παρά την επικρατούσα νοοτροπία, εξακολουθούν και υπάρχουν κατάλοιπα σε ορισμένα μέρη της κοινωνίας ακόμα και στον κρατικό μηχανισμό, ας πούμε 20% των δικαστικών, χ% των εκπαιδευτικών ή ψ% των εργαζομένων εν γένει, οι οποίοι, αντί να συμμορφωθούν με την επικρατούσα νοοτροπία, πάνε αντίθετα στο ρεύμα. Λειτουργούν με εργασιακό ήθος κι έτσι ένα σαθρό επί της ουσίας σύστημα καταφέρνει και κρατιέται στα πόδια του…».
Από το αγκάθι βγαίνει ρόδο, δηλαδή. Ίσως έτσι να εξηγείται το γεγονός ότι το ΤΕΙ έχει πάψει πια να είναι ο… φτωχός συγγενής της πόλης, της Περιφέρειας Πελοποννήσου, αλλά να αποτελεί ένα ίδρυμα που προγραμματίζει και αναπτύσσεται συνεχώς. Κάποιοι καθηγητές, ορισμένοι υπάλληλοι, έχουν πάρει στα σοβαρά το ρόλο τους και κάνουν το μέγιστο δυνατό, αναπληρώνοντας έτσι και την ολιγωρία των υπόλοιπων συναδέλφων τους.
Οι λακκούβες στο δρόμο, αλλά και το γεγονός ότι φτάσαμε στο κτήριο, με ξύπνησαν από τις σκέψεις μου και ετοιμάστηκα για τη συνέντευξη με τον πρόεδρο του ΑΤΕΙ. Μέχρι πρότινος δεν τον γνώριζα. Είχα ακούσει, όμως, ότι πρόκειται για έναν άνθρωπο που έχει στόχους και σχέδια για την ανάπτυξη του ιδρύματος. Με αυτή τη θετική διάθεση μπήκα στο γραφείο του. Κι εδώ αρχίζει η συζήτηση μαζί του.
Μια από τις πρώτες μου ερωτήσεις αφορούσε στις επιπτώσεις που είχαν στο ίδρυμα η οικονομική κρίση και η σοβαρά ελλειμματική κρατική ενίσχυση της εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες. «Αυτή την περίοδο, σε πανελλήνιο επίπεδο, οι προϋπολογισμοί, στην τριτοβάθμια, τουλάχιστον, εκπαίδευση, έχουν μειωθεί σε απίστευτο βαθμό. Αν υποθέσουμε ότι προ κρίσης ζούσαμε σε μια περίοδο παχέων αγελάδων, τώρα μιλάμε για την περίοδο των ακρίδων! Έχουμε πρόβλημα να συντηρηθούμε οικονομικά.
Φέτος, για να λειτουργήσουμε, πήραμε οικονομικά ρίσκα, λόγω μνημονιακών δεσμεύσεων. Για να γίνει αυτό, όμως, εξαντλήσαμε σχεδόν το αποθεματικό μας και τώρα αρχίζουμε να τρώμε τις σάρκες μας. Παρ’ όλα αυτά, με οδηγό την ανάγκη εξωστρέφειας του ιδρύματος, έχουμε αρχίσει να λειτουργούμε επιμορφωτικά σεμινάρια για όποιον ενδιαφέρεται, που συνεισφέρει οικονομικά. Κι αυτό το δρόμο θα τον συνεχίσουμε, εξορθολογίζοντας συνάμα και τον προγραμματισμό μας» μας απάντησε.
Η επόμενη ερώτηση είχε να κάνει με το ελαιόλαδο. Είναι δυνατόν η τρίτη χώρα σε παγκόσμια παραγωγή, ένας νομός που κυριαρχεί στη χώρα, να μην έχει ένα τμήμα για το λάδι και την ελιά; Επ’ αυτού ο κ. Βελισσαρίου μάς είπε: «Μέσα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ένα ανάλογο τμήμα δε θα μπορούσε να υπάρξει στην πραγματικότητα. Όμως, θα μπορούσε κάλλιστα να μπει στο πλαίσιο ενός μεταπτυχιακού. Κι αυτό το προωθούμε. Είμαστε έτοιμοι σχεδόν να καταθέσουμε συγκεκριμένη πρόταση προς το υπουργείο, τόσο για τις υδροπονικές καλλιέργειες όσο για την ελιά και το λάδι. Κι αυτά θα είναι αυτοδύναμα μεταπτυχιακά και όχι σε συνεργασία. Φυσικά, για το πρώτο είμαστε περισσότερο έτοιμοι, για το δεύτερο εξαρτάται και από τη διάθεση των συναδέλφων».
Μια ερώτηση που με βασάνιζε για μήνες είναι ότι η διοίκηση του ΑΤΕΙ δεν έδωσε τη μάχη που έπρεπε για να διατηρήσουμε εν ζωή το Τμήμα Λογοθεραπείας, αποτέλεσμα της εφαρμογής του περίφημου σχεδίου «Αθηνά1». Ο κ. Βελισσαρίου είχε διαφορετική άποψη: «Το συγκεκριμένο γεγονός ήταν ένα πολιτικό λάθος που δεν αφορούσε στο ίδρυμα. Η Λογοθεραπεία θα παραμείνει μέχρι το 2018 (σ.σ. μετά από πιέσεις), γιατί μας είπαν ότι δεν είχαμε καθηγητές. Αυτό, όμως, συνέβη, γιατί το υπουργείο δε μας τους έδωσε ποτέ. Παρ’ όλα αυτά, πιέσαμε με κάθε τρόπο. Ήδη στο υπουργείο υπάρχουν έγγραφα που έδειχναν μια διαφορετική εξέλιξη. Ξαφνικά, όμως, τα πράγματα άλλαξαν, και οδήγησαν σε πολιτικό ατύχημα.  Όμως, ο γέγονε, γέγονε. Παρ’ όλα αυτά, θεωρώ ότι η ισχύς ενός ιδρύματος δεν κρίνεται στην ποσότητα αλλά στην ποιότητα. Κι αυτή είναι τα αυτοδύναμα μεταπτυχιακά».
Τις τελευταίες ημέρες ακούγεται και το σενάριο για εφαρμογή του «Αθηνά 2»: «Επίσημα μας διαβεβαιώνουν ότι ακόμα είναι νωρίς. Το βέβαιο είναι ότι θα εφαρμοστεί. Δεν μπορώ αυτή τη στιγμή να γνωρίζω, όμως, τι συνέπειες θα έχει στο ίδρυμά μας.
Σημαντικότερο, όμως, θέμα από τα όποια σχέδια είναι η λειψή έως ανύπαρκτη κρατική επιχορήγηση, αλλά και η λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων, μέσω της αναθεώρησης του Συντάγματος. Δε φοβόμαστε τον ιδιωτικό τομέα. Αλλά με δεμένα χέρια δεν μπορούμε να παίξουμε, επί ίσοις όροις, βιολί. Με απαξίωση των δημόσιων τριτοβάθμιων ιδρυμάτων οδηγούμαστε μαθηματικά σε δεδομένες καταστάσεις».
Και πρόσθεσε: «Παρ’ όλα αυτά, προσπαθούμε να κρατήσουμε τη Λογοθεραπεία και με το προσωπικό που διαθέτουμε, κάνουμε στροφή στην ποιότητα, ακρογωνιαίος λίθος, κατά τη γνώμη μου».
Με τον πρόεδρο κ. Βελισσαρίου μιλήσαμε και για το γεγονός ότι ένας αριθμός καθηγητών του ΑΤΕΙ βρίσκεται στη δουλειά του μόνο τρεις ημέρες την εβδομάδα και τις υπόλοιπες, υποτίθεται, κάνει ερευνητικό έργο. Μου απάντησε σαν… πολιτικός, ψάχνοντας, δηλαδή, νόμους και δικαιολογίες. Το… αμυντικό ερώτημα που έθεσε, όμως, κατέληγε στο ότι το θέμα είναι και πάλι όχι η ποσότητα, αλλά η ποιότητα του έργου καθενός.
Είπαμε και άλλα πολλά με τον κ. Βελισσαρίου. Κλείνοντας μας ανέφερε ότι στόχος και σκοπός της θητείας του είναι να αποφοιτήσουν από το ίδρυμα μεταπτυχιακοί φοιτητές και να αποκτήσει ουσιαστικά ποιοτικά κριτήρια, μαζί με την υλοποίηση προγραμμάτων επιχειρηματικότητας.