Στο 37,1% η πτώση των τιμών των κατοικιών από το 2008 έως σήμερα


Στη φορολογική επιβάρυνση της ακίνητης περιουσίας τα τελευταία χρόνια αποδίδει η Τράπεζα της Ελλάδος την εμβάθυνση της κρίσης στην αγορά ακινήτων και τη σημαντική αποθάρρυνση της ζήτησης, αν και, όπως επισημαίνεται στην προχθεσινή ενδιάμεση έκθεση της ΤτΕ, η αύξηση της φορολογίας ακινήτων «κατέστη αναγκαία για λόγους δικαιότερης κατανομής των βαρών της δημοσιονομικής προσαρμογής».
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, τα οποία προέρχονται από τις τράπεζες, όπως αυτά παρουσιάστηκαν από την χθεσινή «Καθημερινή», από το 2008 μέχρι και το φετινό εννεάμηνο η συνολική μείωση των τιμών των κατοικιών πανελλαδικά αγγίζει το 37,1%.
Ωστόσο, τονίζεται ότι με βάση τα αποτελέσματα της σχετικής έρευνας που διεξάγει η ΤτΕ, μεταξύ των κτηματομεσιτικών γραφείων και συμβούλων ακίνητης περιουσίας η μείωση των τιμών είναι ακόμα μεγαλύτερη κατά το διάστημα της κρίσης, ξεπερνώντας το 50%.
Τη μεγαλύτερη πτώση καταγράφουν τα δύο μεγάλα αστικά κέντρα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, όπως και τα παλιότερα και μεγαλύτερης επιφάνειας διαμερίσματα, που βρίσκονται στις σχετικά ακριβότερες περιοχές της χώρας.
Πέραν της φορολογικής επιβάρυνσης που συνεπάγεται η κατοχή ακινήτων σήμερα, οι τιμές υποχώρησαν και λόγω της συρρίκνωσης του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, του υψηλού ποσοστού ανεργίας, αλλά και της έλλειψης ρευστότητας, δεδομένων των αυστηρών κριτηρίων δανειοδότησης που εφαρμόζουν οι τράπεζες. Έτσι, σήμερα η αγορά χαρακτηρίζεται από έλλειψη ζήτησης και υπερπροσφορά διαθέσιμων προς πώληση κατοικιών.
Σύμφωνα με την ενδιάμεση έκθεση της ΤτΕ, από τα λιγοστά ενθαρρυντικά στοιχεία είναι ότι φέτος έχει υποχωρήσει αισθητά ο ρυθμός της πτώσης των τιμών. Συγκεκριμένα, κατά το εννεάμηνο, οι τιμές μειώθηκαν κατά 7,8%, έναντι πτώσης 10,9% κατά το εννιάμηνο του 2013.
Μάλιστα, διατυπώνεται η εκτίμηση ότι οι πτωτικές τάσεις των τιμών, ναι μεν θα συνεχιστούν κατά τη διάρκεια των προσεχών τριμήνων, αλλά με σχετικά πιο συγκρατημένους ρυθμούς.
Κατά την ΤτΕ, «η ανάκαμψη της αγοράς κατοικιών αναμένεται με σχετική καθυστέρηση, καθώς εξαρτάται κυρίως από την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, την αύξηση της απασχόλησης, αλλά και τη βελτίωση των συνθηκών χρηματοδότησης από το τραπεζικό σύστημα.
Όσον αφορά στον κλάδο των επαγγελματικών ακινήτων, η εικόνα φέτος ήταν αισθητά καλύτερη, ως αποτέλεσμα της βελτίωσης του επενδυτικού κλίματος και των προσδοκιών, καθώς οι επενδυτές εστίασαν στα ακίνητα εισοδήματος, με αποτέλεσμα ήδη να καταγράφονται οι πρώτες τάσεις σταθεροποίησης των τιμών, κυρίως σε ακίνητα υψηλών προδιαγραφών.
Στον αντίποδα, στα λιγότερο ελκυστικά ακίνητα, οι τιμές αναμένεται να συνεχίσουν να υποχωρούν στο άμεσο μέλλον. Από πλευράς ζήτησης, το μεγαλύτερο ενδιαφέρον εντοπίστηκε στα τουριστικά και ξενοδοχειακά ακίνητα, ενώ ακολούθησαν τα μισθωμένα κτίρια γραφείων και τα καταστήματα υψηλών προδιαγραφών. Παράλληλα, το τελευταίο διάστημα καταγράφεται αύξηση της ζήτησης για σύγχρονους αποθηκευτικούς χώρους μεγάλου μεγέθους. Πάντως, όπως τονίζεται στην έκθεση, διατηρήθηκαν οι πιέσεις για επαναδιαπραγμάτευση και μείωση των ενοικίων, ιδίως σε συνοικιακά εμπορικά ακίνητα, λιγότερο πλεονεκτικά κτήρια γραφείων και αποθηκευτικούς χώρους.