Υπάρχουν πολλοί ντόπιοι και, κυρίως, επισκέπτες μιας πόλης, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι δεν μπορεί κανείς να την κατανοήσει και γνωρίσει σε βάθος, αν δεν την περπατήσει.
Οι βόλτες στα αξιοθέατα, στα μουσεία, στις παραλίες, στις πλατείες και στα μπαράκια δίνουν μια πολύ καλή εικόνα, όμως η ουσιαστική γνώση έρχεται με το περπάτημα και την πεζοπορία σε μέρη που η φύση διατηρείται αναλλοίωτη.
Εκεί αισθάνεται κάποιος πως βλέπει, ζει, περπατά στις «πίσω σελίδες» της περιοχής, στα σημεία που δεν προσφέρονται απλόχερα με την πρώτη επίσκεψη, αλλά που απαιτούν την προσοχή του επισκέπτη και την πραγματική, αυθεντική κι επίμονη θέλησή του να βιώσει την πραγματική εικόνα του τόπου.
Η ελληνική φύση, προικισμένη με ένα εντυπωσιακό ανάγλυφο που δημιουργεί μοναδικά τοπία για πεζοπορία και περιπλάνηση, έχει ακόμα ένα σπουδαίο πλεονέκτημα, τον καιρό. Οι… «έξι μήνες καλοκαίρι» ευνοούν τις πεζοπορίες στη φύση, κάνοντας τις διαδρομές ιδανικές για μια ανανεωτική εμπειρία διασκέδασης και ψυχαγωγίας.
Το terrabook.com συγκέντρωσε 13 μαγικές διαδρομές στην ελληνική φύση, ιδανικές για όλες τις ηλικίες και τις… αντοχές, πεζοπορίες που δείχνουν ομορφιές και μυστικά της γης που δεν είναι «ανοιχτά» για τον καθέναν. Μέσα σε αυτές είναι και δύο από τη Μεσσηνία.
Μπίλιοβο
Το Μπίλιοβο είναι ένα πέτρινο καλντερίμι μήκους τριών χιλιομέτρων στον Ταΰγετο, κατασκευασμένο το 1904 από κατοίκους της περιοχής για την επικοινωνία των χωριών του βουνού. Έχει 83 στροφές (από τις οποίες οι 78 είναι 180 μοιρών) ώστε να ανεβαίνει από τα Σωτηριάνικα (ύψος 300 μέτρων) στα Αλτομιρά (ύψος 800 μέτρων), δυο από τα χωριά της Δυτικής Μάνης. Σε ορισμένα τμήματα «αναρριχάται» πάνω στο βράχο και κατά το μεγαλύτερό του κομμάτι κινείται παράλληλα και μέσα σε ρέμα μεγάλης κλίσης. Η θέα προς το Μεσσηνιακό Κόλπο είναι ανεμπόδιστη και συναρπαστική. Η πεζοπορική ανάβαση στο Μπίλιοβο είναι από τις πιο δημοφιλείς διαδρομές στη Μεσσηνία. Διαρκεί περίπου δύο με δυόμισι ώρες και αν εξαιρέσει κανείς ότι είναι ανηφορικής πορείας, δεν παρουσιάζει ιδιαίτερη δυσκολία.
Μονοπάτι της Φύσης
Το Μονοπάτι της Φύσης δημιουργήθηκε στη λιμνοθάλασσα της Γιάλοβας, από την Ορνιθολογική Εταιρεία. Αποτελεί μια διαδρομή ενός χιλιομέτρου και διασχίζει τα οκτώ σημαντικά οικοσυστήματα που συναντώνται σε έναν από τους σπουδαιότερους υδροβιότοπους της Ελλάδας. Η αρχή του βρίσκεται στο παλιό Αντλιοστάσιο της λιμνοθάλασσας, ενώ για κάθε οικοσύστημα κατά μήκος της διαδρομής υπάρχει πινακίδα που ενημερώνει πλήρως τον επισκέπτη. Η συνολική διαδρομή διαρκεί 45 λεπτά και θεωρείται μια εύκολη, εκπαιδευτική διαδρομή για όλες τις ηλικίες.
«Ανεκμετάλλευτος θησαυρός»
Το πόσο σημαντικό είναι για ένα νομό- και πεδίο δόξης λαμπρό για την Αυτοδιοίκηση πρώτου και δεύτερου βαθμού να δράσει- το συγκεκριμένο είδος τουρισμού, ο οποίος χαρακτηρίζεται και ως “ανεκμετάλλευτος θησαυρός”, μας δίνουν τα παρακάτω στοιχεία.
Χιλιάδες Γερμανοί τουρίστες επισκέφθηκαν και φέτος την Ελλάδα – στη συντριπτική τους πλειονότητα την καλοκαιρινή περίοδο, αριθμός όμως που θα μπορούσε να αυξηθεί πολύ περισσότερο αν αξιοποιούνταν και οι υπόλοιποι μήνες του χρόνου.
Όπως σημειώνει σε δημοσίευμά της η Deutsce Welle, για να συμβεί αυτό θα πρέπει να υπάρξουν και ανάλογες προσφορές, όπως π.χ. για αυτούς που τους αρέσει η πεζοπορία και η αναρρίχηση. Οι εποχές που ενδείκνυνται για αυτού του είδος τον τουρισμό είναι η άνοιξη και το φθινόπωρο.
Από έρευνα που έγινε προκύπτει ότι 40 εκατομμύρια Γερμανοί κάνουν πεζοπορία και ξοδεύουν για αυτό το χόμπι 7,4 δισ. ευρώ το χρόνο. Το 30% των ενδιαφερομένων κάνουν πεζοπορία στις διακοπές τους στο εξωτερικό. Από αυτούς μόνον ένα πολύ μικρό ποσοστό επισκέπτεται την Ελλάδα.
Ποιες είναι οι ανάγκες
των περιπατητών;
Κοινή διαπίστωση είναι ότι οι φυσικές και πολιτισμικές προϋποθέσεις για όλες τις μορφές του περιπατητικού τουρισμού στην Ελλάδα είναι ιδανικές: σχεδόν άπειρες οι φυσικές ομορφιές και πολυάριθμα τα αρχαία, νεότερα και σύγχρονα μνημεία και αξιοθέατα. Αυτά τα στοιχεία αποτελούν μεν προϋπόθεση, αλλά δεν αρκούν. Το θέμα της ασφάλειας είναι σημαντικό για τους περιπατητές. Κι αυτό σημαίνει ότι δίνεται μεγάλη σημασία στην καλή σηματοδότηση στα μονοπάτια. Εκτός αυτού, θα πρέπει να υπάρχει και μια υποδομή που να προσελκύει τον οδοιπόρο, μεταξύ άλλων καταλύματα, ταβέρνες, συγκοινωνιακές συνδέσεις, χώροι στάθμευσης απ’ όπου μπορεί να ξεκινήσει κανείς την πεζοπορία.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, υπάρχουν δύο είδη περιπατητών. Το ένα ενδιαφέρεται για τη φύση και για δύσκολες διαδρομές, βάζοντας ως στόχο μια κορυφή βουνού, δυσπρόσιτα μονοπάτια. Το άλλο, που αποτελεί τη συντριπτική πλειονότητα των περιπατητών, θέλει να απολαύσει τη φύση, να κάνει ένα σχετικά εύκολο και ευχάριστο άθλημα, ενδιαφέρεται να επισκεφτεί φυσικά και άλλα αξιοθέατα που βρίσκονται κατά μήκος της διαδρομής, να γευθεί τα τοπικά εδέσματα.
Σχεδόν πουθενά στην Ελλάδα δεν προσφέρεται ένα τέτοιο ολοκληρωμένο πακέτο. Κι αυτό, γιατί στις περισσότερες, δυστυχώς, διαδρομές είναι αποσπασματική η προσπάθεια που γίνεται. Είτε θα περιορίζεται στη σηματοδότηση είτε στο μάρκετινγκ. Περιοχές που παρουσιάζουν μια κατά κάποιον τρόπο επαγγελματική εικόνα των διαδρομών είναι ελάχιστες.
Βασική προϋπόθεση για να αλλάξει αυτή η κατάσταση είναι η συνεργασία πολλών φορέων. Δε γίνεται τίποτα χωρίς το παραπάνω στοιχείο. Θα πρέπει να συνεργαστούν οι περιπατητικοί σύλλογοι της περιοχής, οι Δήμοι, όλοι αυτοί που διαθέτουν καταλύματα, τουριστικές υπηρεσίες και πολλοί άλλοι. Σημαντικό είναι όλοι αυτοί να συμμετέχουν από την αρχή σε αυτή την προσπάθεια, να υπάρχει ανταλλαγή πληροφοριών. Ο καθένας θα πρέπει να έχει την αίσθηση ότι συμβάλει στην πραγματοποίηση του σχεδίου.
του Αντώνη Πετρόγιαννη