«Καμπανάκι» για βιωσιμότητα επιχειρήσεων από την υπερφορολόγηση


Γενικευμένη ανησυχία και αναστάτωση έχουν προκαλέσει στον επιχειρηματικό κόσμο της χώρας τα σενάρια για επιβολή νέων φόρων σε μια σειρά από προϊόντα και υπηρεσίες. Βιομηχανία, τουρισμός και εξαγωγικές επιχειρήσεις εξέφρασαν χθες την αντίθεσή τους στην πολιτική υπερφορολόγησης, επισημαίνοντας τις καταστροφικές συνέπειες για τις επιχειρήσεις, την απασχόληση και την οικονομία συνολικότερα.
Το θέμα της υπερφορολόγησης ως μείζον πρόβλημα για τον τομέα της παραγωγής και της αναγκαίας προσπάθειας επανεκκίνησης της οικονομίας, αναδείχθηκε χθες κατά τη συζήτηση που αναπτύχθηκε στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου της υφυπουργού Βιομηχανίας, Θεοδώρας Τζάκρη, παρουσία εκπροσώπων των παραγωγικών φορέων, για την παρουσίαση των προτάσεων του φόρουμ για τη βιομηχανία, με αιχμή τα σενάρια για αύξηση του ΕΦΚ στο φυσικό αέριο.
Η ίδια η υφυπουργός αναγνώρισε το πρόβλημα, τόνισε ωστόσο ότι «βρισκόμαστε σε επιτήρηση και δεν υπάρχουν πολλές επιλογές». Εκτίμησε, δε, ότι με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα υπάρξει άρση εμποδίων και θα δημιουργηθούν συνθήκες σταθεροποίησης και ανάπτυξης.
Παρεμβαίνοντας στη συζήτηση ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Θεόδωρος Φέσσας, επανέλαβε τη σταθερή και πολυδιατυπωμένη θέση του Συνδέσμου ενάντια στην υπερφορολόγηση, επισημαίνοντας ότι φορολογία είναι και η αύξηση εισφορών.
Ο ίδιος επισήμανε ότι «για να ξεπεραστούν τα ελλείμματα μόνο ένας τρόπος υπάρχει και αυτός είναι να αυξήσουμε την παραγωγή».
Αναστάτωση έχουν προκαλέσει, επίσης, στον τουριστικό κόσμο της χώρας τα σενάρια περί επιβολής νέας φορολογίας στα ξενοδοχεία με την επιβολή τέλους ανά διανυκτέρευση, το οποίο θα κλιμακώνεται σε σχέση με την κατηγορία αστέρων των μονάδων.
Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, Ανδρέας Ανδρεάδης, σχολίασε χαρακτηριστικά ότι «δεν μπορεί η χώρα στην έναρξη της σεζόν να κάνει νέο δώρο στους ανταγωνιστές καταστρέφοντας τον τουρισμό, το μόνο κλάδο που απέμεινε».
Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων επισήμανε ότι κάθε πρόταση ή πρόθεση περαιτέρω επιβαρύνσεων στο τουριστικό προϊόν της χώρας, ιδίως μάλιστα με αύξηση του κόστους για τον ξένο ή Έλληνα ταξιδιώτη, είναι εκτός πραγματικότητας και υπονομεύει ευθέως την ήδη τρωθείσα, λόγω διπλασιασμού των συντελεστών ΦΠΑ και υπερφορολόγησης των επιχειρήσεων, ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουρισμού.
Την ίδια ώρα, προσθέτει, στο απυρόβλητο των φορολογικών και ελεγκτικών μηχανισμών της πολιτείας εξακολουθεί να λειτουργεί και να ανθεί μία ολόκληρη παρα-αγορά ιδιωτικών χώρων που υποδέχονται ανεξέλεγκτα και εκτός κάθε κανονιστικού πλαισίου επισκέπτες, με τα εκτιμώμενα έσοδα που χάνει το κράτος να ξεπερνούν τα 270 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση.