Στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα το μεσσηνιακό ελαιόλαδο


Η Ομάδα Γευσιγνωσίας Ελαιόλαδου του ΤΕΙ Καλαμάτας είναι μία από τις ξεχωριστές περιπτώσεις, ανά την επικράτεια. Κόντρα στο γκρίζο χρώμα και τα ελληνικά ειωθότα.
Μια ομάδα ανθρώπων σε καθαρά εθελοντική βάση (σ.σ. κάποιοι έρχονται κάθε βδομάδα από Κυπαρισσία και Γαργαλιάνους) προσπαθεί να αλλάξει τα δεδομένα που κυριαρχούν για το μεσσηνιακό ελαιόλαδο, προσπαθεί να εκπαιδεύσει μαθητές μέσω διαφόρων προγραμμάτων σε συνεργασία με το ίδρυμα “Καπετάν Βασίλης” για το τι σημαίνει ελαιόλαδο, προσπαθεί να εκπαιδεύσει επαγγελματίες, κάνει έρευνα, την εμπιστεύονται ιδιωτικές εταιρείες και πολύ μεγάλες αλυσίδες τροφίμων.
Μέχρι πρόσφατα είχε πιστοποίηση από την Αμερικάνικη Εταιρεία Ελαιόλαδου, ενώ, είναι η ομαδική ομάδα, σήμερα, τριτοβάθμιου εκπαιδευτικού ιδρύματος, που έχει τη…σφραγίδα του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιόλαδου (IOC).
Μια καλή μύτη, όμως, πέρα από το ταλέντο να ξεχωρίζει το καλό ελαιόλαδο, χρειάζεται και εκπαίδευση και μάλιστα συνεχή. Για το λόγο αυτό τα μέλη της Κώστας Τσορώνης και Βελούδο Βελισσάρη βρέθηκαν για δύο και πλέον μήνες στο Χαέν της Ισπανίας (παγκόσμιο τοπόσημο του λαδιού), όπου εκπαιδεύτηκαν στα μυστικά του, ενώ, πρόσφατα, ένα άλλο μέλος του, ο Πάνος Παγάνης. ήταν κριτικό μέλος στο διεθνή διαγωνισμό ΑΤΗΕΝΑ, που διεξήχθη πρόσφατα στην Αθήνα, με τη συμμετοχή κριτών και τυποποιητών απ όλο τον κόσμο.
Με τον Πάνο Παγάνη συναντηθήκαμε προχθές, θέλοντας να ακούσω από πρώτο χέρι την εμπειρία του από ο διαγωνισμό, αλλά και τη γνώμη του για τη γενικότερη κατάσταση με το ελαιόλαδο, όντας και ο ίδιος επαγγελματίας αγρότης, άρα και άριστος γνώστης της πραγματικότητας.
Από τις πρώτες του κουβέντες, απαντώντας σε σχετική ερώτησή μας, ήταν ότι πρέπει κάποια στιγμή να καταλάβουμε – με ό,τι αυτό συνεπάγεται- ένα πράγματα. Η Μεσσηνία αλλά και οι άλλες ελαιοκομικές περιοχές της χώρας, δεν έχουμε το καλύτερο προϊόν στον κόσμο. Υπάρχουν εξίσου πολύ καλά λάδια τόσο στην Ιταλία όσο και στην Ισπανία.
Το ελληνικό μπορεί να είναι κατά 80% έξτρα παρθένο, αλλά στην παγκόσμια αγορά κυριαρχεί η Ισπανία, κατά κύριο λόγο, η οποία μαζί με την Ιταλία τα τελευταία χρόνια έκανε τεράστια ποιοτικά άλματα. Σε αντίθεση με εμάς που απλώς κοιτούσαμε τα…τρένα να περνούν.  
Εκεί, όμως, που έδωσε ιδιαίτερη έμφαση είναι στο γεγονός ότι κάποια στιγμή, άμεσα, όλη η αλυσίδα παραγωγής του ελαιόλαδου, θα πρέπει να καταλάβει την αξία της εκπαίδευσης στις βέλτιστες τεχνικές για βελτίωση ακόμα περισσότερο της ποιότητας. Κι όσο για τα χρήματα που απαιτούνται για να γίνουν όλα αυτά, υπάρχουν, αλλά οι φορείς διαχείρισης τα κατασπαταλούν διαχρονικά, για να μην χρησιμοποιήσουμε άλλη λέξη και έχουμε…νομικά προβλήματα.
Βέβαια, ο κ. Παγάνης, επισήμανε και την παντελή απουσία ενός εθνικού σχεδιασμού γύρω από το λάδι, ώστε να πάψουμε να τυποποιούμε ένα ελάχιστο κομμάτι του και την υπεραξία του να ην καρπώνονται άλλοι.
Μίλησε και πάλι για την αξία της εκπαίδευσης, για το πόσο τον λυπεί το γεγονός ότι δεν βλέπει σχολεία να επισκέπτονται ελαιώνες, να μην γνωρίζουν οι πολίτες από τη μικρή τους ηλικία για τη μοναδική διατροφική αξία του συγκεκριμένου προϊόντος.  Και όχι μόνο αυτό. Στην Ελλάδα έχουμε έναν κρατικό τομέα τροχοπέδη στο επιχειρείν, βάζοντας ένα σωρό τρικλοποδιές σε όσους θέλουν να πάρουν το ρίσκο μιας επένδυσης.
Εδώ μπήκε και η…συζήτηση επί των τύπων των ήλων. Ο κ. Παγάνης μας είπε ότι οι ημέρες που έρχονται θα είναι εξαιρετικά δύσκολες για όλο τον αγροτικό τομέα. Φορτωμένοι στις οφειλές των φετινών καλλιεργητικών εξόδων, τα οποία αδυνατούν να εξοφλήσουν- καθώς περιμένουν ακόμα τη συνολική καταβολή των αγροτικών επιδοτήσεων, έχουν επιπλέον να αντιμετωπίσουν και την “ανοιχτή επίθεση” της κυβέρνησης μέσω ων απαιτήσεων της τρόικα. Υπήρξε η προσδοκία ότι θα υπάρξουν αλλαγές στο οικονομικό μοντέλο, απελευθερώνοντας παραγωγικές δυνάμεις και ειδικά τις αγροτικές.
Μέχρι σήμερα, όμως, βλέπει μια κυβέρνηση που δεν τολμά να σπάσει το φαύλο κύκλο της καθυστέρησης της χώρας στον πρωτογενή τομέα. Μια κυβέρνηση που δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται το ιδιόμορφο και στρεβλό καθεστώς που επικρατεί στην ελληνική γεωργία, όπου κυριαρχούν: Το μικρό περιθώριο κέρδους, το μηδενικό, σε σχέση με οποιονδήποτε άλλο τομέα της οικονομίας, δίχτυ προστασίας, το οριακό σημείο βιωσιμότητας των εκμεταλλεύσεων, όπου η οποιαδήποτε νέα επιβάρυνση μπορεί να τινάξει στον αέρα την ίδια την εκμετάλλευση, η αφερεγγυότητα στις πληρωμές τόσο του κράτους όσο και του εμπορίου, καθιστώντας αδύνατο οποιοδήποτε προγραμματισμένων υποχρεώσεων του αγρότη,  το πείσμα των παραγωγών. Το μόνο “καύσιμο”, μαζί με την οικογενειακή αλληλεγγύη, που λειτουργεί ως αντίβαρο σε όλα τα παραπάνω, διατηρώντας “εν ζωή” εκμεταλλεύσεις που δύσκολα ως επιχειρηματικές μονάδες θα στέκονταν όρθιες σε οποιονδήποτε τομέα ης οικονομίας.

Του Αντώνη Πετρόγιαννη