Η ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής στις Ανώτατες Σχολές κρατά «σιωπηλά» ορισμένα δεδομένα τα οποία μένουν συνήθως στο περιθώριο των δημοσίων συζητήσεων, αν και απασχολούν, από την επομένη κιόλας της εισόδου στα Πανεπιστήμια, δεκάδες χιλιάδες οικογένειες.
Στη χθεσινή “Εφημερίδα των Συντακτών”, ο εκπαιδευτικός Χρήστος Κάτσικας δημοσίευσε ορισμένα στοιχεία, τα οποία, αν μη τι άλλο, οδηγούν στην “απομάγευση” της όλης διαδικασίας.
Ας τα δούμε:
-Μόνο 1 στους 8 εισάγεται σε σχολή που τον ενδιαφέρει
-Στους 3 από τους 10 που πετυχαίνουν την εισαγωγή τους εκτός τόπου κατοικίας το πτυχίο κοστίζει κατά μέσο όρο από 30.000 ευρώ
-Οι δύο στους 3 που εισάγονται στα ΤΕΙ δεν ολοκληρώνουν ποτέ τις σπουδές τους
-Τα 40% των εισακτέων των ΑΕΙ καθυστερούν πολύ να πάρουν πτυχίο
-Οι 4 στους 5 φοιτητές θα προτιμούσαν να σπουδάζουν κάτι άλλο
-Οι 7 από τους 10 που παίρνουν πτυχίο δε βρίσκουν εργασία πάνω σε αυτό που σπούδασαν
-4 στους 5 πτυχιούχους αδυνατούν να ενταχθούν στην αγορά εργασίας για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 18 μηνών
-Οι 3 στους 4 πληρώνουν ακριβά την είσοδο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση (φροντιστήρια – ιδιαίτερα)
-1 στους 3 φοιτητές δηλώνει ότι σκέπτεται να μεταναστεύσει. Με πτυχίο 7 στους 10 Έλληνες μετανάστες.
Παράλληλα, αναφέρει: “Η είσοδος στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δε θα επιφέρει το χαμόγελο σε αρκετές οικογένειες που τα ονόματα των παιδιών τους θα βρεθούν στον κατάλογο των επιτυχόντων. Και αυτό, γιατί υπάρχουν δύο έντονοι προβληματισμοί που γκριζάρουν το τοπίο της επιτυχίας. Το πρώτο πρόβλημα θα το έχουν περίπου 15-18.000 επιτυχόντες που θα επιτύχουν στην εισαγωγή τους εκτός τόπου μόνιμης κατοικίας και γνωρίζουν ότι με την εξαφάνιση της κρατικής φοιτητικής μέριμνας θα χρειαστούν περίπου ένα μισθό το μήνα για να επιβιώσουν στη “δημόσια και δωρεάν ανώτατη εκπαίδευση” στη χώρα μας.
Το δεύτερο πρόβλημα αφορά στην πορεία των σπουδών του νέου φοιτητή σε ένα Πανεπιστήμιο το οποίο η κυρίαρχη εκπαιδευτική και οικονομική πολιτικό έχει κάνει να μοιάζει με μεθυσμένο καράβι σε φουρτουνιασμένη θάλασσα.
Στο πλαίσιο αυτό είναι φανερό ότι το ακριβοπληρωμένο στο βωμό της παραπαιδείας «εισιτήριο» εισαγωγής στα ΑΕΙ και η επιβάρυνση του οικογενειακού προϋπολογισμού δεν τελειώνει με την είσοδο των υποψηφίων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Και αν οι τρεις στους τέσσερις υποψηφίους έχουν ξοδέψει στην πορεία για τη διεκδίκηση μιας θέσης από 5.000 έως και 20.000 ευρώ, τα έξοδα συνεχίζονται καθώς είμαστε τελευταίοι στις δημόσιες δαπάνες για φοιτητική μέριμνα – ενίσχυση των φοιτητών.
Την ίδια ώρα το “Φαινόμενο” της εγκατάλειψης των σπουδών αποκτά δραματικές διαστάσεις, εάν εξετάσει κανείς στον χρονικό ορίζοντα των τελευταίων χρόνων τη σχέση του αριθμού εισακτέων με τον αριθμό αποφοιτησάντων. Για παράδειγμα, από τους περίπου 90.000 εισακτέους την περίοδο 2008/09- 2009/10 στα ΤΕΙ, αποφοίτησαν μετά τέσσερα χρόνια (από το 2011/12-2012)/13) λιγότεροι από 33.000. Τι σημαίνει αυτό; Ότι σε κάθε τρεις εισακτέους στα ΤΕΙ, αποφοιτά μόνο ο ένας!
Από όσους Έλληνες πτυχιούχους μετανάστευσαν στο εξωτερικό τα τελευταία 25 χρόνια, οι τρεις στους τέσσερις έφυγαν την τελευταία εξαετία. Το μέγεθος της απώλειας, του πλήγματος για την Ελλάδα, καταδεικνύεται και από ακόμη ένα στοιχείο: οι περισσότεροι μεταναστεύουν με πρόθεση να εγκατασταθούν μόνιμα στο εξωτερικό αναζητώντας εκεί δουλειά. Ανάμεσά τους δεκάδες χιλιάδες πτυχιούχοι από τις πιο “βαριές” σχολές του ελληνικού Πανεπιστημίου (μηχανικοί, γιατροί κ.λπ.). Σε πρόσφατη έρευνα σε 780 φοιτητές των ελληνικών Πανεπιστημίων αποδεικνύεται ότι ένας στους τρεις φοιτητές σκέφτεται να μεταναστεύσει, όταν πάρει το πτυχίο του, για εξεύρεση εργασίας σε άλλη χώρα.
Τελευταίο και ξεχασμένο. Είτε πέφτουν είτε ανεβαίνουν οι βάσεις, είτε καταγράφονται χαμηλές είτε καταγράφονται υψηλές επιδόσεις, το πραγματικό πρόβλημα αναδύεται πλέον καθαρά: οι μαθητές μας, σ’ ένα σημαντικό ποσοστό, αδυνατούν να κατανοήσουν το νόημα των κειμένων που διαβάζουν και, βεβαίως, αδυνατούν να διατυπώσουν τις απόψεις τους».