Επιστολή προς τους φίλους του ΣΥΡΙΖΑ από τον Οδυσσέα Βουδούρη


Με μια ανοιχτή επιστολή επιλέγει να επικοινωνήσει μαζί τους, ο Οδυσσέας Βουδούρης. Ο συνεργαζόμενος με το κυβερνών κόμμα και μέλος του Συντονιστικού της «Κοινωνίας Πρώτα» επικεντρώνεται στην πορεία των διαπραγματεύσεων, στηλιτεύει τη στάση των δανειστών, διαπιστώνει «φθορά της κυβέρνησης και αφετέρου τραυματισμό της αριστεράς στη χώρα μας», επικρίνει «πελατειακές συμπεριφορές και κυβερνητικά ατοπήματα» διαπιστώνει την ύπαρξη υπουργού «με καταφανή ανεπάρκεια (…)» και υπουργούς «με ανύπαρκτο έργο», καλεί τους δανειστές «να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους για την άμεση επαναδιαπραγμάτευση του χρέους και την άρνηση κάθε νέου μέτρου λιτότητας (…)».

Τέλος, μεταξύ άλλων, αναφερόμενος στην περίπτωση που οι δανειστές «αποφασίσουν κυνικά να προχωρήσουν σε όποιες εκβιαστικές ενέργειες» όπως λέει, «η επιλογή δεν είναι άλλη από το να βασιστούμε αποκλειστικά στη βούληση του λαού μας και στις δυνάμεις της χώρας μας».

Ολόκληρη η επιστολή του Οδυσσέα Βουδούρη

Αγαπητοί Φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ,
Πέρασε ενάμισης χρόνος από τη δεύτερη εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ και το δραματικό δίλημμα, να δεχτούμε μια υποχώρηση ή να διακινδυνεύσουμε ένα άμεσο σοβαρό πλήγμα, επανέρχεται. Για την Κοινωνία Πρώτα η τότε επιλογή δεν ήταν ούτε αυτονόητη, ούτε εύκολη. Επιλέξαμε να εμπιστευτούμε τον Πρωθυπουργό με ένα συγκεκριμένο σκεπτικό: όχι στη συνθηκολόγηση, ναι στην τακτική υποχώρηση, στο πλαίσιο ενός αγώνα που συνεχίζεται.

Στο διάστημα αυτό η κυβέρνηση εφήρμοσε τις δεσμεύσεις της, ενώ οι δανειστές αθετούν τις δικές τους. Η διαπραγμάτευση για την ελάφρυνση του χρέους έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί στο τέλος του 2015. Με καθυστέρηση ενός έτους ανακοινώθηκαν τα λεγόμενα «βραχυπρόθεσμα μέτρα», τα οποία υποτίθεται πως θα επιφέρουν μια ελάφρυνση 45 δισ. €. Πρόκειται όμως για μια χονδροειδή εξαπάτηση. Η προσεκτική ανάγνωση της σχετικής απόφασης του Eurogroup δεν αναφέρει καν τη λέξη «ελάφρυνση», αλλά μόνο ότι «συζητήθηκε πάλι η βιωσιμότητα του Ελληνικού χρέους με σκοπό την επαναφορά της Ελλάδας στις αγορές» και παραπέμπει στις προτάσεις του ESM. Οι προτάσεις αυτές αναφέρουν μόνο «σενάρια», τα οποία ενδέχεται «να βελτιώσουν τη βιωσιμότητα του χρέους» (βιωσιμότητα, όχι ελάφρυνση – ως γνωστό, ο διάολος κρύβεται στις λεπτομέρειες). Και το κείμενο διευκρινίζει: «Ωστόσο, ο αντίκτυπος των μέτρων θα εξαρτηθεί από διάφορους παράγοντες πέρα από τον έλεγχό μας». Η ασάφεια είναι πλήρης. Και βέβαια όλα αυτά με ορίζοντα… το 2060. Δηλαδή σε περίπου μισό αιώνα από τώρα. Ποιος μπορεί σοβαρά να κάνει τέτοιες προβλέψεις;

Με απλά λόγια, οι δανειστές δηλώνουν πως δεν θα υπάρξει ελάφρυνση χρέους μέχρι το 2018 και μεταθέτουν τη διαπραγμάτευση για μετά το 3ο Μνημόνιο. Προφανώς αυτή η διαπραγμάτευση (αν υπάρξει) θα συνοδευτεί με νέες απαιτήσεις. Αυτές έχουν ήδη τεθεί στο τραπέζι και δεν περιορίζονται στον «κόφτη» για μετά το 2018, μέσω μείωσης συντάξεων και αφορολόγητου, αλλά επεκτείνονται, όπως διατυπώνεται στις διαρροές της έκθεσης του ΔΝΤ, σε νέες «μεταρρυθμίσεις» (γνωρίζουμε τι σημαίνει αυτό στο λεξιλόγιο των δανειστών!).

Σήμερα, γίνεται πλέον σαφές ότι οι δανειστές δεν έχουν σκοπό να τηρήσουν οποιαδήποτε συμφωνία. Ας πάρουμε λοιπόν λίγη απόσταση και ας προσπαθήσουμε να καταλάβουμε τους πραγματικούς στόχους τους. Οι δανειστές εκπροσωπούνται από ένα είδος διεθνούς διευθυντηρίου, με πρωταγωνιστές τη Γερμανία του Σόιμπλε και το ΔΝΤ. Σκοπός τους είναι η επιβολή του νεοφιλελεύθερου δόγματος σε μια «Γερμανική Ευρώπη». Η Ελλάδα, και συγκεκριμένα η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, προσπάθησε να αμφισβητήσει αυτό το δόγμα. Αν το είχε πετύχει, θα ήταν σοβαρότατο πλήγμα στον παγκόσμιο νεοφιλελευθερισμό.

Σε απάντηση, το συγκεκριμένο διευθυντήριο αντιδρά θέτοντας 3 στόχους:
• Να οικειοποιηθεί τον Ελληνικό δημόσιο πλούτο χάρη στις χαμηλές τιμές των ιδιωτικοποιήσεων και απαιτώντας υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα για την εξυπηρέτηση του χρέους.
• Να εντατικοποιηθεί η νεοφιλελεύθερη λιτότητα.
• Να αποτύχει παραδειγματικά και εξευτελιστικά μια κυβέρνηση, που τόλμησε να οραματιστεί έναν άλλο δρόμο, αναγκαζόμενη να εφαρμόσει μια πολιτική που αποδοκιμάζει.

Από τη δική μας πλευρά, οι στρατηγικοί στόχοι είναι:
• Να μειώσουμε το βάρος του χρέους.
• Να ξεπεράσουμε την κρίση με όρους ανάπτυξης και δίκαιης ανακατανομής του πλούτου.
• Να αποδείξουμε ότι μια αριστερή κυβέρνηση μπορεί να πετύχει, εφαρμόζοντας μια κοινωνική πολιτική.

Αυτή η απλή καταγραφή αρκεί για να καταστήσει σαφές ότι οι επιδιώξεις των δανειστών και της Ελλάδας είναι βαθιά αντικρουόμενες. Συνεπώς, αν θέλουμε να πετύχουμε τους δικούς μας στόχους, έστω και μερικώς, επαναφέροντας στη διαπραγμάτευση τις δικές μας προτεραιότητες, όπως τη ρήτρα ανάπτυξης, τις γερμανικές αποζημιώσεις, το κατοχικό δάνειο κλπ., πρέπει να δεχτούμε την προοπτική κάποιας σύγκρουσης. Η ψευδαίσθηση ότι μπορεί να υπάρξει «έντιμος συμβιβασμός», χωρίς να προηγηθεί πραγματική μάχη, οδηγεί νομοτελειακά σε υποταγή για τους δυο παρακάτω λόγους.

Πρώτον, το σύστημα «αξιολόγηση για τη δόση», είναι άνισο διότι για μας η έγκαιρη καταβολή της δόσης είναι ζωτικής σημασίας, ενώ οι δανειστές μπορούν να περιμένουν για την εφαρμογή των μέτρων που απαιτούν, μέχρι να σφίξει η θηλιά στο λαιμό μας. Δεύτερον, έχουμε εμείς οι ίδιοι εγκλωβιστεί σε έναν μονόδρομο από τη στιγμή που δεχτήκαμε τη δαιμονοποίηση, οποιασδήποτε εναλλακτικής λύσης. Πράγματι, αν εξομοιώσουμε την απειλή του Grexit με την υπέρτατη καταστροφή της Ελλάδας, τότε δεν μπορούμε να αντισταθούμε σε οποιαδήποτε πίεση. Δεν πιστεύω ότι η Ελλάδα πρέπει να προβάλει ένα «σχέδιο Β». Χρειάζεται όμως να έχει σχεδιάσει πως θα αντικρούσει το σχέδιο Β των δανειστών, διότι αυτοί έχουν σίγουρα, όπως το απέδειξαν το καλοκαίρι του 2015. Για να μην αφήσει την Ελλάδα αθωράκιστη, η Κυβέρνηση πρέπει να έχει ένα «αντί-σχέδιο Β».

Οι εκλογές του Ιανουαρίου 2015 κερδήθηκαν με ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα. Η οπισθοχώρηση του καλοκαιριού το ακύρωσε, χωρίς να αντικατασταθεί μέχρι σήμερα από ένα εναλλακτικό. Διότι προφανώς το αφήγημα σύμφωνα με το οποίο «θα εφαρμόσουμε το 3ο Μνημόνιο, αλλά μετά το 2018, θα χαράξουμε επιτέλους τη δική μας αριστερή πολιτική», δεν συνιστά πρόγραμμα. Πώς να στηρίξουμε ότι «εφαρμόζουμε μια πολιτική υφεσιακή και αντικοινωνική που δεν μας εκφράζει, αλλά το κάνουμε για το καλό»; Αν η νεοφιλελεύθερη πολιτική είναι σήμερα αναγκαία, γιατί δεν την ασπαζόμαστε; Και αντίστροφα, πως θα βγει σε καλό κάτι που κρίνουμε κακό; Αυτή η επιχειρηματολογία κινδυνεύει να στερήσει στην Κυβέρνηση αξιοπιστία και κοινωνική στήριξη. Εξάλλου τα ίδια επιχειρήματα πρόβαλαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις με τις γνωστές συνέπειες. Και από την πλευρά των δανειστών, είναι δεδομένο πως δεν υπάρχει καμία πρόθεση να μας αφήσουν να υλοποιήσουμε το 2018, αυτό που μας απαγόρευσαν το 2015.

Οι πολίτες δεν ενδιαφέρονται για τους εσωτερικούς προβληματισμούς των κυβερνόντων. Κρίνουν επί των πράξεων. Και πρέπει δυστυχώς να το παραδεχτούμε: η πολιτική της παρούσας κυβέρνησης δεν διαφέρει ουσιαστικά από εκείνη των προηγουμένων στον κομβικό τομέα της οικονομίας. Είναι συνέχιση με ένα δραματικό κρεσέντο. Διότι η Ελλάδα κατέχει μακράν τη θλιβερή πρωτιά της ανεργίας στην Ευρώπη, ενώ συνεχίζεται η μετανάστευση των νέων, φτάνοντας σχεδόν το μισό εκατομμύριο. Διότι πρώτες κατοικίες συνεχίζουν να κατάσχονται, εκχωρούνται σε ληστρικές εταιρίες κόκκινα δάνεια και μετατρέπεται το Δημόσιο σε έναν αρπακτικό μηχανισμό, που τροφοδοτεί το αχόρταγο τέρας του πρωτογενούς πλεονάσματος, για να το ρουφήξουν οι δανειστές. Η δημιουργία πλεονάσματος σε κατάσταση οικονομικής στασιμότητας, δεν μπορεί να προέλθει παρά μόνο από τη φτωχοποίηση της κοινωνίας.

Δεν μπορούμε επίσης να αγνοήσουμε ορισμένα φαινόμενα πρώιμου κυβερνητισμού. Αναφέρομαι σε πελατειακές συμπεριφορές και κυβερνητικά ατοπήματα. Πλάι σε υπουργούς που φιλότιμα προσπαθούν υπό αντίξοες συνθήκες, βλέπουμε και αρνητικά φαινόμενα. Υπουργός με καταφανή ανεπάρκεια και σκιές ατασθαλιών να προάγεται, υπουργοί με ανύπαρκτο έργο να αλλάζουν θέση κάθε λίγους μήνες, σαν να επιδίδονται σε έναν ιδιότυπο υπουργικό τουρισμό, πρόσωπα χωρίς ουσιαστικό βιογραφικό να προάγονται αίφνης, πετυχαίνοντας μόνο έναν πρόσκαιρο επικοινωνιακό εντυπωσιασμό κοκ. Οι πολίτες αναμένουν, ανεξάρτητα από το θέμα του Μνημονίου, η σημερινή κυβέρνηση να είναι απόλυτα αντάξια των αρετών που ο λαός μας αναγνωρίζει στην Αριστερά.

Αγαπητοί Φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ,
Η πολιτική μας κίνηση, η Κοινωνία Πρώτα, πορεύτηκε μαζί σας μετά τις εκλογές του 2012, όταν για πρώτη φορά στην πρόσφατη ιστορία, ένα κόμμα της Αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ, αποφάσισε να διεκδικήσει την κυβερνητική εξουσία. Στο πλαίσιο αυτό, το κόμμα σας, μας έκανε την τιμή να μου προτείνει να ηγηθώ κοινού ψηφοδελτίου στις περιφερειακές εκλογές του 2014. Ας θυμηθούμε ότι αυτό συνοδεύτηκε με επικρίσεις από στελέχη του κόμματός σας, που θεώρησαν τότε την πρόταση αυτή μη αρκούντως ανατρεπτική. Είναι γεγονός ότι το κεντρικό σύνθημα της Κοινωνίας Πρώτα ήταν και είναι σταθερά «ανατροπή με όρους ρεαλισμού». Στο διάλογο που είχαμε τότε, τονίζαμε το σκέλος του ρεαλισμού, όπως σήμερα τονίζουμε εκείνο της ανατροπής.

Έχουμε κρατήσει μια απολύτως σταθερή γραμμή, τόσο για το περιεχόμενο της πολιτικής που προτείνουμε, όσο και για τις συμμαχίες που θα την υλοποιήσουν. Συμβάλαμε στη μεγάλη ανατροπή τους Ιανουαρίου 2015. Στο πλαίσιο της συνεργασίας μας με το ΣΥΡΙΖΑ δείξαμε παραδειγματική συνέπεια. Όταν πχ η εκλογική επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ, με διαδικασίες ελλιπούς διαφάνειας και αξιοκρατίας, στέρησε αυθαίρετα στην κίνησή μας μια βουλευτική έδρα στην Αθήνα, αθετώντας μονομερώς και σε προφανή αντιδιαστολή με το πνεύμα του εκλογικού Νόμου, τα συμφωνηθέντα, δεν εγείραμε δημοσίως κανένα θέμα αλλά δώσαμε μαζί σας την μάχη με όλες τις δυνάμεις μας. Ξέρουμε να ιεραρχούμε τις προτεραιότητες, ακόμα και όταν αυτό αποβαίνει σε βάρος μας.

Σήμερα, οφείλουμε να αντιληφθούμε μαζί πως η συνέχιση της παρούσας πορείας οδηγεί αφενός στη φθορά της Κυβέρνησης και αφετέρου στον τραυματισμό της αριστεράς στη χώρα μας. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι θα βυθίσει ακόμα πιο βαθιά την κοινωνία στην κρίση και θα απομακρύνει την προοπτική μιας διεξόδου με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης και επανάκτησης εθνικής κυριαρχίας.

Η διέξοδος βρίσκεται στην αυτονόητη απαίτηση να τηρήσουν οι δανειστές τις δεσμεύσεις τους για την άμεση επαναδιαπραγμάτευση του χρέους, την άρνηση κάθε νέου μέτρου λιτότητας και την απόρριψη κάθε εκβιασμού. Στην περίπτωση που οι δανειστές αποφασίσουν κυνικά να προχωρήσουν σε όποιες εκβιαστικές ενέργειες, η επιλογή δεν είναι άλλη από το να βασιστούμε αποκλειστικά στη βούληση του λαού μας και στις δυνάμεις της χώρας μας.

Αγαπητοί Φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ,
Φτάνουμε πλέον σε ένα κρίσιμο ιστορικό σημείο. Οι αποφάσεις, που θα παρθούν από την Κυβέρνηση και από το κόμμα σας, θα καθορίσουν το μέλλον της Ελλάδας, πιθανώς για γενιές.
Η Ελληνική κοινωνία, που εναπόθεσε την ελπίδα της στο ΣΥΡΙΖΑ, αναμένει από τον Συνασπισμό της Ριζοσπαστικής Αριστεράς να σφραγίσει την αντιστοιχία του ονόματός του με την πολιτική του.

Με φιλικούς χαιρετισμούς,

Οδυσσέας Βουδούρης
Ιατρός-Χειρουργός, μέλος του Συντονιστικού της Κοινωνίας Πρώτα

Φεβρουάριος 2017 