Αν υπήρχε το ήθος της αριστεράς, θα ήμασταν καλύτερα


Η Αριστερά, για πολλά χρόνια, ανέμιζε τη σημαία του ήθους. Και πολλοί είχαν πιστέψει αυτό το περιλάλητον ήθος της.
Όμως, δυστυχώς για την Αριστερά, αυτό το ήθος έχει τρωθεί βαριά. Ετρώθη, όταν η Δημοκρατική Αριστερά (ΔΗΜΑΡ), με επικεφαλής τον κ. Φώτη Κουβέλη, συμμετείχε στην τρικομματική κυβέρνηση (Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ). Τότε, τα τρία κόμματα μοίρασαν τις κρατικές θέσεις με αναλογία: 4-2-1. Έκτοτε, η ντροπή θα κατατρέχει και τα τρία κόμματα και, πρωτίστως, την Αριστερά, διότι ο λαός περίμενε ένα διαφορετικό ήθος από την Αριστερά.
Επίσης, το ήθος ετρώθη για δεύτερη φορά, μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από την Αριστερά το Φεβρουάριο του 2015.
Κι όμως, η Αριστερά και στις δυο αναφερθείσες περιπτώσεις είχε μια χρυσή ευκαιρία για να αποδείξει το ήθος της. Όχι στα λόγια, αλλά στην πράξη. Αντίθετα, έπραξε- και πράττει- αρκετά, που αποδεικνύουν την έλλειψη ήθους. Για να είμαστε ειλικρινείς: και ο ΣΥΡΙΖΑ απέδειξε ότι είναι ένα κόμμα, όπως τα άλλα, αλλού καλύτερο και αλλού χειρότερο.
Η Αριστερά θα είχε ήθος και, κατ’ επέκταση, θα δικαιωνόταν στη συνείδηση του λαού, αν είχε μιαν άλλη συμπεριφορά σε πλείστα όσα. Παραδειγματικά:
Πρώτον, αν είχε θεσμοθετήσει την αξιοκρατία στη δημόσια διοίκηση. Χρόνια τώρα, στη δημόσια διοίκηση κυριαρχεί η κομματοκρατία. Κάθε κόμμα, που κερδίζει τις εκλογές, καταλαμβάνει το κράτος, γιατί το θεωρεί τσιφλίκι του. Γι’ αυτό η δημόσια διοίκηση έχει διαλυθεί. Και αυτό αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα, διότι με διαλυμένο κράτος δεν μπορεί να προχωρήσει η ανάπτυξη και ο εκσυγχρονισμός της χώρας.
Να θυμηθούμε ότι ο αείμνηστος Σάκης Πεπονής εισηγήθηκε το νόμο για το Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ), για να επικρατήσει αξιοκρατία στη δημόσια διοίκηση. Αλλά, έπειτα από λίγο, πρώτα το ΠΑΣΟΚ και αργότερα η Νέα Δημοκρατία, άνοιξαν παραθυράκια στο νόμο για να βολεύουν ημετέρους. Δυστυχώς, την ίδια λογική εφαρμόζει και ο ΣΥΡΙΖΑ. Η κοινωνία τυραννιέται από την κομματοκρατία και, χρόνια τώρα, ζητάει αξιοκρατία. Και ο ΣΥΡΙΖΑ είχε μια λαμπρή ευκαιρία να γράψει μια καινούργια σελίδα στην ιστορία της δημόσιας διοίκησης και της χώρας. Αλλά ακολούθησε την πεπατημένη των προηγούμενων κυβερνήσεων. Έτσι, αντί για απο-κομματικοποίηση, έχουμε μεγαλύτερη κομματικοποίηση του κράτους.
Δεύτερον, αν μείωνε τη σπατάλη του δημοσίου χρήματος. Κάθε κυβέρνηση διορίζει 40-50 υπουργούς και υφυπουργούς. Και καθένας από αυτούς διορίζει και την κουστωδία του. Όμως, αν είχαμε μόνο έντεκα υπουργεία/υπουργούς (τόσα έπρεπε να έχει η Ελλάδα, ανάλογα με τον πληθυσμό της). Αν οι βουλευτές μειώνονταν αμέσως σε διακόσιους και μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος σε εκατό. Αν καταργούνταν αχρείαστοι δημόσιοι οργανισμοί. Αν, λοιπόν, γίνονταν μόνον αυτά, θα περιορίζονταν σημαντικά οι σπατάλες του δημοσίου χρήματος. Επιπλέον, η Αριστερά θα έστελνε το μήνυμα- μήνυμα καλοδεχούμενο από το λαό- του διαφορετικού ήθους. Ότι κάτι καινούργιο έρχεται. Ένα νέο ήθος θα κυριαρχούσε και θα απογείωνε τη δημόσια διοίκηση. Και βέβαια, ουδείς θα αντιδρούσε σε αυτές τις αλλαγές. Ουδείς, εκτός από κάποιους επαγγελματίες κομματικούς φαυλοκράτες. Όλοι οι υπόλοιποι, δεξιοί και αριστεροί, θα αναγκάζονταν να προσαρμοστούν στη νέα κατάσταση, αλλιώς θα εξαφανίζονταν πολιτικά.
Τρίτον, η αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης. Πριν από λίγες δεκαετίες, τα δημόσια σχολεία ήταν ψηλά και τα ιδιωτικά χαμηλά. Μετά το 1981, με την εισβολή του λαϊκισμού και του κομματισμού στο κράτος (και στην εκπαίδευση), άρχισε η κατηφόρα. Όσον αφορά στην εκπαίδευση, πρωτοστάτησαν οι συνδικαλιστικές συντεχνίες των εκπαιδευτικών. Σήμερα, η εκπαίδευση, από το Νηπιαγωγείο μέχρι τις μεταπτυχιακές σπουδές, νοσεί βαριά. Το επίπεδο σπουδών είναι χαμηλό. Η ποσότητα έχει αντικαταστήσει την ποιότητα. Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού συστήματος είναι ανύπαρκτη, επειδή αντιδρά η αριστερή οπισθοδρομική κομπανία των εκπαιδευτικών. Οι μαθητές, από το Δημοτικό Σχολείο μέχρι και το Πανεπιστήμιο, αναγκάζονται να κάνουν φροντιστήριο για να αναπληρώσουν τα μαθησιακά τους κενά.
Κι όμως, η Αριστερά είχε πεδίο δόξης λαμπρό για την αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης. Θα μπορούσε να ακολουθήσει μια πραγματικά «αριστερή» πολιτική, όπως για παράδειγμα: να σταματήσει τις καταλήψεις των σχολείων και των πανεπιστημίων. Να απαιτήσει περισσότερη και πιο σύγχρονη γνώση. Να ξεβρωμίσει τα πανεπιστήμια από την κομματίλα. Να επιβάλει αξιολόγηση και αξιοκρατία σε ολόκληρο το εκπαιδευτικό σύστημα. Αυτά είναι μερικά που συνιστούν «αριστερή» πολιτική και όχι τα εναντία τούτων.
Αυτά αποδεικνύουν μια κοινωνιοκεντρική θεώρηση της πολιτικής. Και με αυτή την πολιτική επιβεβαιώνεται το ήθος της Αριστεράς. Και, αν υπήρχε το ήθος της Αριστεράς, θα ήμασταν καλύτερα. Αντίθετα, αυτά που πράττει η ψευτο-αριστερά είναι συντεχνιακά, αντιδραστικά, αντιδημοκρατικά, ανήθικα.

Παύλος Μάραντος