Σώζει ανηλίκους το Γραφείο Επιμελητών στο Πρωτοδικείο Καλαμάτας

Σώζει ανηλίκους το Γραφείο Επιμελητών στο Πρωτοδικείο Καλαμάτας

Η επαναλειτουργία του μετά από παύση 6 ετών, άρχισε να δίνει θετικά αποτελέσματα
 
Σχεδόν μηδενικές οι υποτροπές ανηλίκων που περνούν από το Γραφείο Επιμελητών  

Ένα χρόνο επαναλειτουργίας, συμπληρώνει σε λιγότερο από ένα μήνα, το Γραφείο Επιμελητών Ανηλίκων στο Πρωτοδικείο Καλαμάτας, το οποίο είχε παραμείνει κλειστό για 6 ολόκληρα χρόνια, καθώς δεν είχε στελεχωθεί.
Χρονικό διάστημα που δεν είναι ούτε λίγο, ούτε πολύ, όμως άλλαξαν πολλά και σημαντικά πράγματα, από τότε που την πόρτα άνοιξε η νέα Επιμελήτρια Ανηλίκων, κοινωνική λειτουργός, Αγγελική Ρουμελιώτου – Πούπουζα.
Ακόμα και ο χώρος, από ένα ψυχρό γραφείο υπηρεσίας, έχει μετατραπεί σε ένα –όσο γίνεται- ζεστό περιβάλλον, που κάνει έναν ανήλικο παραβάτη να αισθανθεί πιο οικεία και ζεστά.
Η παραβατικότητα ανηλίκων, είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο που πάντα τρόμαζε την κοινωνία και τις οικογένειες. Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα της κρίσης, όχι μόνο της οικονομικής, αλλά και των αξιών, το «φαινόμενο» άνθισε και η μη λειτουργία του θεσμού του επιμελητή ανηλίκων λειτούργησε σωρευτικά. Φαίνεται όμως ότι η λειτουργία του γραφείου, άρχισε να φέρνει μια ισορροπία.
Αυτό φαίνεται και από τα στοιχεία που μας παρουσίασε η κα Ρουμελιώτου, που δείχνουν ότι τον τελευταίο χρόνο δεν υπήρξε αύξηση των ανήλικων παραβατών, ενώ ένα ιδιαίτερο στοιχείο, όπως και η ίδια επισήμανε, είναι πως έχουν καταγραφεί ελάχιστες υποτροπές. Δηλαδή, είναι πολύ λίγες οι περιπτώσεις, που ένας ανήλικος μετά τα αναμορφωτικά μέτρα που επιβάλλονται επιστρέφει στην παραβατικότητα. Και επειδή ο όρος «αναμορφωτικά μέτρα» έχει παρεξηγηθεί ως έννοια από τα παλιά χρόνια, η μορφή τους πια δεν είναι τιμωρητική, πλην ελαχίστων περιπτώσεων, αλλά κυρίως παιδαγωγική.
 
Μείωση των υποτροπών
Η κα Ρουμελιώτου, σημείωσε ότι σε αυτό το διάστημα που έχει αναλάβει το γραφείο επιμελητών ανηλίκων δεν έχει καταγραφεί αύξηση της παραβατικότητας ανηλίκων, αλλά αυτό που είναι διαπιστωμένο είναι ότι έχουν μειωθεί πάρα πολύ οι υποτροπές.
«Αυτό για εμάς είναι πάρα πολύ σημαντικό. Αυτό το βλέπουμε και στατιστικά μέσα από τις εισαγωγές των περιστατικών. Τα περιστατικά που κατεγράφησαν στην έναρξη επαναλειτουργίας της υπηρεσίας δεν υποτροπίασαν. Έχουμε μόνο δύο υποτροπές μέσα σε ένα χρόνο. Βλέπουμε ότι σε κάποια παιδιά λειτούργησε πολύ καλά η παρέμβαση κάποιων υπηρεσιών και δεν εννοώ μόνο τη δική μας αποκλειστικά, αλλά τη συνεργατική δράση και με άλλες υπηρεσίες, ώστε να μειωθεί η συνέχιση της παραβατικότητας από ανήλικους, οι οποίοι είχαν ήδη εμπλακεί όταν ξεκίνησαν να συνεργάζονται μαζί μας. Ενδεχομένως, τα προηγούμενα χρόνια είχε αναπτυχθεί η παραβατικότητα ανήλικων, γιατί δεν υπήρχε ένας φορέας μέσα στο πλαίσιο της δικαιοσύνης που να ασχοληθεί αποκλειστικά και μόνο με τα χαρακτηριστικά των συγκεκριμένων ανηλίκων. Έτσι μπαίνοντας στην παραβατικότητα, εδραιώνονταν σε αυτή, αφού δεν υπήρχε ένας μηχανισμός συστολής. Το ότι μπορούν τώρα να ενημερωθούν για το τι σημαίνει η εμπλοκή τους με την παραβατικότητα, που μπορεί να οδηγηθούν, ότι κάποιος τους ενημερώνει για τα αναμορφωτικά μέτρα, το νόμο, τους κινδύνους και την εξέλιξή τους, είναι ένα σημαντικό μετρό», εξήγησε.
Ο πυλώνας σχολείο
Η κα Ρουμελιώτου, σημείωσε ότι ένα πολύ μεγάλο ποσοστό της παραβατικότητας των ανηλίκων συνδέεται με το σχολείο. Το σχολείο λειτουργεί συνεκτικά και  μετά την εγκατάλειψη του ο ανήλικος χάνει έναν σημαντικό προστατευτικό μηχανισμό.
«Εγκαταλείποντας το σχολείο δημιουργούνται πολύ εύκολα οι συνθήκες. Προσπαθούμε λοιπόν να ενεργοποιήσουμε αυτό το σύστημα και να μπορεί ο ανήλικος να επανεντάσσεται στο σχολείο», πρόσθεσε.
Για το λόγο αυτό, έχει ξεκινήσει μια σημαντική πρωτοβουλία από το Γραφείο Ανηλίκων με προγράμματα αλφαβητισμού, αξιοποιώντας εθελοντική δράση. Παιδιά στην εφηβεία που δεν έχουν πάρει ούτε το απολυτήριο Δημοτικού, βοηθούνται σε ατομική βάση και σε συνεργασία με την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, ώστε να τα καταφέρουν.
Δυστυχώς, όμως, η παύση λειτουργίας της υπηρεσίας για 6 χρόνια, έκανε κακό σε ανήλικους μικρής ηλικίας που η επαφή μαζί τους τώρα, δεν δίνει πολλές πιθανότητες επανένταξης, καθώς διαμόρφωσαν παραβατική δράση και πιθανών την εδραίωσαν.
«Ο ρόλος μας δεν είναι ούτε τιμωρητικός, ούτε ενοχοποιητικός. Είναι παιδαγωγικός. Προσπαθούμε να δούμε ότι έχουμε μπροστά μας ένα παιδί που ναι μεν έχει κάνει μία πράξη, αλλά του δίνετε μία ευκαιρία μέσα από κάποια μέτρα του δικαστηρίου ή της συνεργασίας με την υπηρεσία μας, να δούμε ποια είναι τα καλά στοιχεία του και να δουλέψουμε με τέτοιο τρόπο ώστε να συνεχίσει ως υγιής κοινωνικά ενήλικας.
 
Η εφηβεία
Σε ό,τι αφορά τις ηλικίες μικρών παραβατών, η κα Ρουμελιώτου, σημείωσε ότι αυτές επικεντρώνονται στην περίοδο της εφηβείας. «Η ηλικία που βλέπουμε να κορυφώνεται η παραβατικότητα είναι η ηλικία της εφηβείας, στα 15 συν-  πλην», εξήγησε.Όσον αφορά τους λόγους, που οι ανήλικοι οδηγούνται στην παραβατικότητα, η κα Ρουμελιώτου, κατατάσσει πρώτο την οικογένεια.
«Είναι οι συνθήκες που χαρακτηρίζουν κάθε οικογένεια. Είτε γιατί τα ίδια τα μέλη της έχουν χαρακτηριστικά υψηλού κινδύνου με φαινόμενα παραβατικότητας, είτε γιατί υπάρχουν τα χαρακτηριστικά της παραμέλησης. Όχι της σωματικής παραμέλησης, αλλά των αξιών και κυρίως της οριοθέτησης. Όχι με την έννοια της τιμωρητικής αλλά της οριοθέτησης του πλαισίου που πρέπει να έχει μια οικογένεια. Αν χάνεται το πλαίσιο, μετά είναι πάρα πολύ εύκολο ο ίδιος ο ανήλικος να μην έχει στο μυαλό του ένα πλαίσιο για το που σταματάει το επιτρεπτό και αρχίζει το παραβατικό.  Βέβαια, υπάρχουν κι άλλοι λόγοι, όπως η οικογένεια να βιώνει συνθήκες πολύ έντονου κοινωνικό – οικονομικού κινδύνου. Η οικονομική κρίση έπαιξε το ρόλο της, ώστε να δημιουργηθούν πολύ σοβαροί τριγμοί μέσα στην οικογένεια».
Ποσοστιαία οι ανήλικοι τσιγγάνοι καταλαμβάνουν μεγάλο ποσοστό των υποθέσεων, ωστόσο, όπως τόνισε η κα Ρουμελιώτου, είναι πάρα πολύ συνεργάσιμοι γενικά όλοι οι ανήλικοι, αλλά και οι οικογένειες τους.
«Μπορεί να μην είναι πάντα έτοιμη ή διαθέσιμη η οικογένεια να κάνει εναλλαγές, όμως είναι πάρα πολύ θετική. Και ο ανήλικος όταν νιώσει ότι κάποιος ασχολείται μαζί του και τις ανάγκες του, τον ακούει, λειτουργεί πάρα πολύ θετικά. Αυτά τα παιδιά δείχνουν να έχουν την ανάγκη ενός προτύπου».
Τέλος, σε ερώτηση για το ποια θεωρεί ότι είναι τα πιο δύσκολα περιστατικά, απάντησε ότι είναι τα περιστατικά της πρόληψης.
«Είναι τα περιστατικά που δεν έχουν φτάσει ακόμα στα δικαστήρια με δικογραφίες, άλλα που έχουν τόσο έντονα χαρακτηριστικά που κινδυνεύουν κάποια στιγμή να φτάσουν. Αυτά τα λέμε περιστατικά πρόληψης. Εκεί που ένας γονιός ή ένας φορέας ζητάει την συνδρομή των επιμελητών γιατί διαπιστώνει ότι ο ανήλικος έχει τέτοια χαρακτηριστικά που μπορεί να οδηγηθεί σε παραβατικότητα. Λέω ότι είναι τα πιο δύσκολα, γιατί δεν έχουν ακόμα εμπλακεί με το δικαστήριο ώστε να φοβούνται τις συνέπειες και αυτό κάνει τα πράγματα πάρα πολύ δύσκολα. Χρειάζονται πολύ περισσότερες προσπάθειες. Επίσης, πολύ σοβαρές περιπτώσεις είναι και αυτές που υπάρχει κάποια διαταραχή», κατέληξε.
 
 
 
Της Βίκυς Βετουλάκη