Είμαι γέννημα-θρέμμα Καλαματιανός.
Διατηρώ σπίτι στη Μικρή Μαντίνεια, όπου επανέρχομαι με την οικογένειά μου, όποτε οι υποχρεώσεις μας το επιτρέπουν.
Είμαστε κάτοικοι Αθηνών. Το όνομά μου είναι Σπύρος Παναγιωτόπουλος και της συζύγου μου Φωτεινή Γεωργούση.
Μεταφέραμε τα πολιτικά μας δικαιώματα στη Μικρή Μαντίνεια από την Καλαμάτα, όπως διδαχτήκαμε από τους παλαιούς, ότι ψηφίζω εκεί που είναι το σπίτι μου.
Εμείς είμαστε πάροικοι στο κλεινόν άστυ, γιατί εκεί εργαζόμαστε.
Η ψυχή και το σπίτι μας είναι στα πατρώα χώματα, όπου ελπίζουμε να αφήσουμε και τα κόκαλά μας.
Το βράδυ του περασμένου Σαββάτου, γύρω τις 9.30, επανερχόμενοι από το κέντρο της προσφιλούς μας πόλεως, βρήκαμε το σπίτι μας διαρρηγμένο. Οι διαρρήκτες, όταν μας είδαν, διέφυγαν από πλάγια πόρτα. Μας αντελήφθησαν και διέφυγαν πριν βρεθούμε πρόσωπον προς πρόσωπον.
Οι απώλειες ήταν σχετικά μικρές, τηρουμένων των αναλογιών. Απωλέσαμε μόνον το ήμισυ των χιλίων ευρώ, τα οποία είχαμε προς καταβολή φόρων της οικίας μας.
Ευτυχώς, τα υπόλοιπα τα είχαμε ήδη καταβάλει στο κράτος την προηγουμένη.
Οι ζημιές ήταν σχετικά μικρές, γιατί οι διαφεύγοντες διέκοψαν το έργο τους με την έλευσή μας. Τα πάντα ήταν πεταμένα στο πάτωμα, τα συρτάρια όλα ανοιγμένα και τα προσωπικά μας είδη στο έδαφος.
Ζούμε σε σπίτι χωριάτικο και με τα υποτυπώδη εργαλεία καταφέραμε να κλείσουμε την παραβιασμένη θύρα, να αλλάξουμε κλινοσκεπάσματα και να κοιμηθούμε σαν άνθρωποι, εν μέσω μερικής καταστροφής.
Ειδοποιήσαμε την Ασφάλεια Καλαμάτας, για να αναφέρουμε το γεγονός.
Δεν επιθυμούσαμε μέσα στη νύχτα αστυνομικούς να περιφέρονται στα προσωπικά μας αντικείμενα.
Ο ευγενής αστυνομικός, από τηλεφώνου, μας καθησύχασε ότι ούτως ή άλλως δεν έχει διαθέσιμους αστυνομικούς να αποστείλει.
Με ερώτησε αν θέλω τίποτε άλλο και του απάντησα απλά ότι, ως πολίτης, θέλησα να αναφέρω το γεγονός.
Ερώτησα αν θέλει να κρατήσω πράγματα απείραχτα για ανίχνευση αποτυπωμάτων και με καθησύχασε ότι οι κλέφτες πλέον φορούν γάντια και είναι ανώφελο.
Επίσης, κατόπιν ερωτήσεων κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ήταν απλώς γύφτοι.
Ησύχασα με τη γυναίκα μου, ότι δόξα τω Θεώ δεν ήταν της μαφίας και μπορούμε πλέον να κοιμηθούμε ήσυχοι.
Καταλαβαίνω ότι στον τόπο μας δουλεύει μόνο ο Θεός, μιας και τα ανθρώπινα μέσα βρίσκονται εν υπνώσει.
Η ψήφος του πολίτη, όμως, η οποία τον διαχωρίζει από τα υπόλοιπα ζώα και τον καθιστά πολίτη πόλεως, δεν αναφέρεται στο Θεό, αλλά στην Πολιτεία.
Απευθύνομαι στην Πολιτεία, της οποίας υποτίθεται ότι είμαι μέλος.
Ζητώ από το Δήμο, αν δύναται οικονομικώς, γιατί πολλές υποχρεώσεις έχει, ένα φως στο δρόμο που είναι η οικία μου, που είναι τελείως σκοτεινά.
Εμείς τις υποχρεώσεις μας, δια των τελών, τελείως τις τηρούμε.
Δεν απευθύνομαι πολιτικά στενά, γιατί τα πάντα είναι τρεπτά.
Εύχομαι και για την Αστυνομία, την ασφάλεια των πολιτών, να είναι, παρ’ όλη την λειψανδρία της και τον αφοπλισμό της, διαθέσιμη για τις ανάγκες των πολιτών, ανεξαρτήτως φυλής ή αντίληψης.
Να είναι φύλακας της τάξεως και να μην ντρέπεται για τη στολή της.
Μετά τιμής,
πολίτης της πόλεως της Καλαμάτας
Σπύρος Παναγιωτόπουλος
Σκέψεις μετά τη διάρρηξη…
