Παλιά Καλαμάτα: Αναμνήσεις από την κήρυξη του πολέμου του 1940

Παλιά Καλαμάτα: Αναμνήσεις από την κήρυξη του πολέμου του 1940

Έχουν περάσει 79 χρόνια από τότε και ακόμα αντηχούν στ’ αυτιά μου οι οδηγίες που μας έδινε η δασκάλα μας, Μαύρα Ζουζανέα. Ήμουν 7 χρονών παλικαράκι, μαθητής της δευτέρας Δημοτικού στο Ε΄ Μπενάκειο Σχολείο, όταν κηρύχθηκε ο πόλεμος.
Η δασκάλα μας, μας έλεγε: Προσέξτε, παιδιά, όταν ακούτε τις σειρήνες να χτυπούν, θα τα παρατάτε όλα πάνω στα θρανία και θα τρέχετε γρήγορα στα σπίτια σας. Έχετε δέκα λεπτά καιρό μέχρι ν’ αρχίσουν οι βομβαρδισμοί.
Είχαμε δύο σειρήνες που ειδοποιούσαν τον κόσμο. Η μία ήταν επάνω ψηλά στο ξενοδοχείο Rex και η άλλη στην παραλία, πάνω στους αλευρόμυλους «Ευαγγελίστρια», και ήταν χειροκίνητες.
Τότε ειδοποιούσαν την άφιξη των βομβαρδιστικών με τον τηλέγραφο και, όπως προείπα, είχαμε χρόνο δέκα λεπτών για να προφυλαχθούμε. Άλλοι έτρεχαν για να καλυφθούν στα σπίτια τους, άλλοι σε υπόγεια και εμάς, η συγχωρεμένη η μάνα μου μας έβαζε κάτω απ’ το τραπέζι… γιατί εκεί θα γλιτώναμε!
Θυμάμαι η πρώτη βόμβα έπεσε στην Ηλεκτρική Εταιρεία, που τότε βρισκόταν στο σημερινό ΔΗΠΕΘΕΚ. Η πόλη βυθίστηκε στο σκοτάδι. Άλλες έπεσαν στο λιμάνι.
Η ιταλική κατοχή, πάντως, ήταν ήπιας μορφής συγκρινόμενη με όσα επακολούθησαν στην κατοχή των Γερμανών. Οι Ιταλοί δεν ήταν φίλοι του πολέμου και της κακομεταχείρισης των ανθρώπων.
Ήταν κι αυτοί θύματα της ματαιοδοξίας του παράφρονα Μπενίτο Μουσολίνι.
Οι Ιταλοί ήταν άνθρωποι της διασκέδασης και των ερωτικών υποθέσεων!
Θυμάμαι τα βράδια στο κάστρο μας επάνω, τραγουδούσαν μελωδικές ωραίες καντάδες και «καντσονέτες» με κιθάρες και ακορντεόν.
Εμείς τους απολαμβάναμε σαν να μην ήταν στρατός κατοχής.
Θυμάμαι ακόμα ότι κατέβαιναν από το κάστρο και διαπραγματεύονταν με τις μανάδες μας: «ούνα πιανότα – ούνα κότα», ένα κουραμανάκι ψωμί για μία κότα!
Τότε, μας έκλειναν νωρίς μέσα στα σπίτια μας.
Απαγορευόταν η κυκλοφορία έξω μετά τις 7.00 το βράδυ. Ακόμα, μας είχαν υποχρεώσει να ντύσουμε όλα τα παράθυρα με μπλε χαρτί, για να μην υπάρχουν φώτα, έστω και από εκείνα τα λαδολύχναρα ή τις λάμπες πετρελαίου.
Το πιο αυστηρό μέτρο που είχαν πάρει αμέσως ήταν η κατοχή όπλων. Ειδοποιούσαν με ποινή θανάτου όποιος δεν παραδώσει ό,τι όπλα είχε.
Δυστυχώς ο Δημήτριος Αχιλ. Μυλωνάς από τα Γιαννιτσάνικα δεν υπάκουσε στη διαταγή του φρουραρχείου και έτσι είχαμε το πρώτο θύμα της ιταλικής κατοχής. Το ιταλικό στρατοδικείο τον καταδίκασε σε θάνατο και έτσι το πρωί της 23ης Ιανουαρίου 1942 τον εκτέλεσαν.
Αξίζει ν’ αναφερθεί σ’ αυτό το δημοσίευμα η ηρωική πράξη του Έλληνα αντιστασιακού Ηλία Βασιλόπουλου.
Η ιστορία γράφει ότι είχε πυροβολήσει και τραυματίσει Γερμανό στρατιώτη, στη γωνία Αριστομένους και Ταϋγέτου, έξω από το στιλβωτήριο του Γαβρά.
Οι Γερμανοί εκτελούσαν σε αντίποινα Έλληνες πατριώτες, για κάθε τραυματία δέκα άτομα και για θάνατο πενήντα άτομα.
Στην περίπτωση του Ηλία Βασιλόπουλου θα εκτελούνταν δέκα αθώοι Καλαματιανοί.
Προ αυτού, ο Βασιλόπουλος παραδόθηκε μόνος του ως υπεύθυνος και έτσι οι Γερμανοί τον κρέμασαν δίπλα στο σπίτι του Τσιντέα, στην πλατεία 23ης Μαρτίου.
Οι αθεόφοβοι τον είχαν αφήσει εκεί μια εβδομάδα, για παραδειγματισμό και εκφοβισμό και θυμάμαι υπήρχε φρουρός μέρα – νύχτα.
Οι θύμησες, δυστυχώς, της εποχής εκείνης της Ιταλο-Γερμανικής εισβολής είναι ατελείωτες.
Το παιδικό μυαλό μας έχει απορροφήσει σαν σφουγγάρι όλες εκείνες τις εικόνες του επάρατου πολέμου και της κατοχής, που είναι αδύνατον να ξεχαστούν.
Ο πόλεμος είναι κακό πράγμα για όλους. Και για τους επιτιθέμενους και για τους αμυνόμενους.

Του Βασίλη Ι. Μανιάτη
Παλιού κατοχικού