Η φιλελληνική διαθήκη του Σάντα Ρόζα

Η φιλελληνική διαθήκη του Σάντα Ρόζα

Δεν είναι μόνο τα 200 χρόνια που πέρασαν από την Επανάσταση του 1821 που φέτος γιορτάζουμε. Δεν είναι μόνο η Ημέρα Φιλελληνισμού, που καθιερώθηκε η 19 Απριλίου από τη σύγχρονη Ελλάδα για να τιμούν το σωτήριο και καταλυτικό κίνημα του Φιλελληνισμού για την Απελευθέρωση της Ελλάδας. Είναι και η ανάγκη που επιβάλλει σε κάθε γενιά να ξεσκονίζει τα έγγραφα της Ιστορίας για να διατηρηθεί η γνώση και αλήθεια.

Πρόκειται για επιστολή του κόμη του Σάντα Ρόσα (*), άγνωστη σχεδόν, προς το συμπατριώτη του Ιταλό συνταγματάρχη μηχανικό, Ιωάννη Ρωμαίη, που υπηρετεί τότε στον αιγυπτιακό στρατό υπό το Γάλλο εξισλαμισθέντα στρατηγό Murat. Η επιστολή αυτή εγράφη στις 14 Απριλίου του 1825, μόλις 6 ημέρες πριν από τη διέλευση και παραμονή του στους Γαργαλιάνους στις 20 Απριλίου και 12 ημέρες από την ημέρα της θυσίας του για την Ελευθερία των Ελλήνων. Η επιστολή αυτή ευρίσκεται στην Εθνική βιβλιοθήκη.

Συμπατριώτη
Γνωρίζω ότι κάποιοι Ιταλοί υπηρετούν τον πασά της Αιγύπτου και ότι κάποιοι έχουν λάβει μέρος εις την εκστρατεία κατά της Πελοποννήσου. Αγνοώ αν μεταξύ αυτών υπάρχουν παλαιοί σύντροφοί μου των όπλων, αφού είναι παλιοί αξιωματικοί του στρατεύματος του Πεδεμόντιου. Εσείς δεν είσθε τοιούτος, κύριε, αλλά είσθε Ιταλός, ως εγώ, και τούτο αρκεί, όπως μου δώσει το δικαίωμα να απευθυνθώ σε εσάς.

Κάνω χρήση του δικαιώματος αυτού, δια να υπενθυμίσω, συμπατριώτη μου, προς εσάς και όλους τους Ιταλούς, την ατυχή σας θέση.

Η διαγωγή σας πάρα πολύ αυστηρά καταδικάζεται στην Ευρώπη, από όλους εκείνους στους οποίους υπάρχει το αίσθημα της θρησκείας, από όλους εκείνους εις τους οποίους υπάρχει η επιθυμία των προόδων του πολιτισμού. Ποιος μένει με το μέρος σας; Ποιος θα σας υποδεχθεί στην Πατρίδα σας; Εις ποιο μέρος της Ευρώπης θα βρείτε κάποιον, χωρίς να σας παρατηρήσει με αγανάκτηση και αποστροφή; Οι ίδιες οι οικογένειες θα κοκκινίζουν όχι μόνο στην παρουσία σας, αλλά και μόνο εις το άκουσμα του ονόματός σας. Θα είστε δακτυλοδεικτούμενοι ανά τις πολιτείες, ανά τις οδούς και θα λέγουν: «Ιδού ένας εξ αυτών των ανδρών, που ενώ διεκήρυσσαν, ότι ήταν υπέρμαχοι της ελευθερίας των λαών, της ανεξαρτησίας των εθνών, της προόδου της ανθρώπινης κοινωνίας, οι οποίοι έγιναν μετά όργανα της καταστροφής των ιδίων αυτών αρχών, των άλλοτε ιερών στην καρδία τους. Ιδού ένας των ανδρών, που πουλήθηκαν εις τον Μουσουλμάνο και πολέμησαν δια να ανατρέψουν τον υψωθέντα εκ νέου στην Ελλάδα σταυρό και να υποτάξουν ατυχή λαό εις αυθέντη ήδη κηλιδωθέντα δι΄ αίματος χιλιάδων χριστιανών και παρορμώμενο από την κτηνωδία της θρησκείας του και της ιδίας αυτού φύσεως εις νέας ατελεύτητους θηριωδίας, και εις την παράβαση της πίστεως της οφειλόμενης εις οιονδήποτε υπόσχεση».

Οι φωνές αυτές θα σας περικυκλώσουν πανταχού, θα ευρεθείτε εις τρομακτική απομόνωση οπουδήποτε και αν ευρεθείτε, μεταξύ Χριστιανών και ανθρώπων γενναιοφρόνων. Εάν αμφιβάλλετε περί τούτου, δύνασθε να ερευνήσετε τα φύλλα της Αγγλίας και Γαλλίας ή αρκεί να ρίψετε το βλέμμα σας επί του καταλόγου του κομιτάτου των Παρισίων υπέρ της Ελλάδος. Θα αναγνώσετε ονόματα που ανήκουν σε όλες τις μερίδες και από όλους σεβαστά.

Αναμφισβήτητα επίσημος μαρτυρία της ομόφωνης γνώμης μεταξύ Ευαγγελίου και Κορανίου, πολιτισμού και βαρβαρότητας, δικαίου και ισχύος.

Συμπατριώτη !
Οι πρόγονοί μας πολέμησαν εις την Κρήτη, νίκησαν εις την Ναύπακτο, έλουσαν δι΄ αίματος Ιταλικού τα όρη της Αττικής και Πελοποννήσου δια να επιβραδύνουν την εγκατάσταση των Τούρκων στην Ευρώπη και εμείς οι απόγονοι των ανδρείων, θα ατιμάσουμε επί του αυτού εδάφους το Ιταλικό όνομα, το ήδη περιβεβλημένο δια τόσων συκοφαντιών, θέτοντες τα σαρίκι του Απίστου και του Βαρβάρου επί των δαφνών, τις οποίες κατακτήσαμε υπό τις σημαίες του πρώτου των συγχρόνων στρατηγών;

Δεν σας προσβάλλω, αγαπητέ συμπολίτη μου . Η ελευθερία των λόγων μου αυτών δεν απευθύνεται προς εσάς, εάν, ως πιστεύω, παρασυρθήκατε εις την εκστρατεία δια να τηρήσετε συμφωνίας, και αν ως ελπίζω, στραφείτε με την καρδιά σας προς τους αδελφούς σας.

Έλθετε λοιπόν. Εμείς σας επιθυμούμε όλους. Όλοι σας περιμένουμε και Έλληνες και Ευρωπαίοι, περί την χριστιανική σημαία συνηγμένοι. Έλθετε και θα είσθε μεταξύ ανδρείων, τους οποίους η τιμή και όχι ο πόθος της τρομοκρατίας ωθεί προς τους κινδύνους. Θα έχετε ενταύθα τον βαθμό σας και μισθούς ανάλογους. Η προσωρινή Κυβέρνηση, από την οποία έχω εξουσιοδοτηθεί να γνωστοποιήσω τούτο προς εσάς, και προς όλους τους χριστιανούς αξιωματικούς, που είναι μαζί σας, θα λάβει εκ του εν Αγγλία συναφθέντος νέου μεγάλου δανείου τα μέσα της παρασκευής της νίκης.

Συμπατριώτη μου, μεταβείτε εις Ζάκυνθο, απ’ όπου μπορείτε κατόπιν να έλθετε μαζί μας. Δεν δύναμαι να υποθέσω, ότι εσείς θα έχετε κανένα δισταγμό, ούτε θέλω να υποθέσω τούτο δια λοιπούς κάθε εθνικότητας χριστιανούς, από ατυχείς περιστάσεις και ένεκα πλάνης συγκεντρωμένους υπό τις σημαίες των Απίστων και προς αυτούς, εάν κρίνετε, παρακαλώ να κοινοποιήσετε την επιστολή μου, εάν κρίνετε πρέπον.

Μετά διακεκριμένης υπολήψεως

Ο αφοσιωμένος συμπατριώτης σας

Κόμης του Σάντα Ρόζα

Πρώην Υπουργός των Στρατιωτικών του Πεδεμόντιου

Εν Τριπολιτσά 2(14) Απριλίου 1825

Προς τον Κύριο Συνταγματάρχη Ρωμαίη, Ιταλόν

Εις Μοθώνη, εκεί ή όπου ευρίσκεται

Η δημοσιευόμενη επιστολή απευθύνεται προς τον Ιμβραήμ πασά, υπηρετούντα Συνταγματάρχη του Μηχανικού Ιωάννη Ρωμαίη. Ένα μόνον αγνοούσε ο Σάντα Ρόζα, όπως το αγνοούσε και η τότε ελληνική κυβέρνηση, η οποία μάλιστα φαντάστηκε και ανακάλυψε ανθελληνικές συνεννοήσεις. Όμως, η ιστοριοδιφική έρευνα ανακάλυψε ότι ο Ρωμαίη, ο οποίος με ένα νεύμα και μόνο του Ροζαρόλ αυτοστιγμεί θα εγκατέλειπε τα αιγυπτιακά στρατεύματα, όπως το εγκατέλειψε και ο Σκάρπας – υπασπιστής του -, παρέμεινε διευθύνων τις κινήσεις και σχεδιάζων τα οχυρωματικά έργα του Ιμπραήμ, αλλά συγχρόνως και προανήγγειλε τα πάντα με την επιτροπή της Ζακύνθου εις τους ενδιαφερόμενους αρχηγούς των διαφόρων ελληνικών σωμάτων.

(*) Ο Σάντα – Ρόζας (Annibale Salvatore de’ Rossi di Pomarolo, conte di Santa Rosa ) γεννήθηκε στο Σαβιλιάνο του Πεδεμοντίου το 1783. Μετά την επανάσταση στο Πεδεμόντιο των φιλελευθέρων το 1821, της οποίας υπήρξε η ψυχή, ανέλαβε τη διεύθυνση των στρατιωτικών της χώρας πραγμάτων, γενόμενος υπουργός . Επέδειξε τόσα απαράμιλλα προτερήματα καταδιωκόμενος όμως παρά των αντιφρονούντων και των Αυστριακών, αναγκάστηκε να εγκαταλείπει το Ιταλικό έδαφος και κατέφυγε στη Μασσαλία, Λυών και Γενεύη. Κατόπιν μετέβη στο Παρίσι όπου έγραψε το περίφημο «Storia della rivoluzione Piemonte» Καίτοι διέμεινε εκεί με το όνομα Conti και παρότι ήταν υπό την προστασία του Βίκτωρος Κουζέν, συνελήφθη και φυλακίστηκε. Μετά λίγα χρόνια αποφυλακισθείς κατέφυγε εις Αγγλία και από εκεί στις 19 Οκτωβρίου μετά του φίλου του Υακίνθου Κολλένιο( Giacinto Collegno) εις την Ελλάδα, όπως πολεμήσει υπέρ της απελευθέρωσης της σκλαβωμένης αδελφής χώρας. Το 1824 πήγε στο Ναύπλιο και έκανε αίτηση για να καταταγεί στις επαναστατικές δυνάμεις. Ωστόσο για να εγκριθεί το αίτημά του έπρεπε να πείσει τους Κουντουριώτη και Παπαφλέσσα για τις προθέσεις του. Μια εσφαλμένη γνώμη του Μαυροκορδάτου απομάκρυνε για κάποιο χρόνο της επισήμου δράσεως τον Σάντα Ρόζα όπως απομάκρυνε και το Ροζαρόλ δια να μην παρεξηγηθεί δήθεν από την Ιερά Συμμαχία ο Ελληνικός Αγώνας που έχει ως σκοπό, όχι την απελευθέρωση δούλων, αλλά τη διατάραξη της κοινωνικής και διεθνούς ειρήνης. Και ο μεν Σάντα Ρόσα στην αρχή πολέμησε ως απλούς στρατιώτης, υπό το όνομα Derossi και βραδύτερον ως σωματάρχης, με το αληθές του όνομα, έχοντας υπό τις διαταγές του τον Κολλένιο. Ο δε Ροζαρόλ παρέμεινε εις τη Ζάκυνθο επί μακρόν και στο τέλος σχεδόν αυτοβούλως και με μεγάλη μυστικότητα και προφυλάξεων μετέβη εις το Ναύπλιο, όπου έπειτα από λίγο πέθανε από την μαστίζουσα τον τόπο επιδημία. Ο Σάντα Ρόζα έπεσε αγωνιζόμενος για την Απελευθέρωση της Ελλάδος στη Σφακτηρία την 26η Απριλίου 1825.

Από τα « Τετράδια Ιστορίας» του Παναγιώτη Α. Κατσίβελα, Ιατρού