Γ. Γεωργαντάς: Μέσω του συνεργατισμού η μείωση του κόστους παραγωγής

Γ. Γεωργαντάς: Μέσω του συνεργατισμού  η μείωση του κόστους παραγωγής

Πως θα αντιμετωπιστούν τα προβλήματα του πρωτογενούς τομέα

Τα στοχευμένα μέτρα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πολυεπίπεδης παγκόσμιας κρίσης και η υλοποίηση ενός εθνικού στρατηγικού σχεδίου στο πλαίσιο της νέας ΚΑΠ, που εκσυγχρονίζει τον πρωτογενή τομέα και του δίνει τη δυνατότητα να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της νέας εποχής, είναι οι δύο άξονες στους οποίους αναπτύσσεται η πολιτική του ΥπΑΑΤ.

«Με την πολιτική μας, δηλαδή, αντιμετωπίζουμε τις προκλήσεις του αύριο σήμερα! Για να επιτύχουμε, όμως, πρέπει να αντιμετωπίσουμε εγγενή προβλήματα του πρωτογενούς τομέα», επισήμανε χαρακτηριστικά ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Γιώργος Γεωργαντάς, στα εγκαίνια της 29ης Agrotica.

Αναφερόμενος στην έκθεση, επισήμανε ότι η μεγάλη συμμετοχή εκθετών δείχνει και τον εξωστρεφή χαρακτήρα της αγροτικής οικονομίας, της οποίας οι εξαγωγές των αγροτικών προϊόντων είναι αυξημένες κατά 7,2% στο πρώτο 8μηνο του έτους, ενώ πλέον αντιστοιχούν στο 17,6% του συνόλου των εξαγωγών της χώρας μας.

Διασφάλιση της επισιτιστικής επάρκειας

«Είναι γεγονός ότι η αγροτική παραγωγή είναι εκείνη που καλύπτει σε μεγάλο βαθμό (76%) το μέγα ζήτημα της εποχής που δεν είναι άλλο από τη διασφάλιση της επισιτιστικής επάρκειας», είπε ο ΥπΑΑΤ, επαναλαμβάνοντας ότι «ζήτημα επισιτιστικής επάρκειας δεν υφίσταται για τη χώρα μας και ότι η εφοδιαστική αλυσίδα λειτουργεί κανονικά. Σαφώς, όμως, τίθεται ζήτημα τιμών, το οποίο με κάθε τρόπο προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε αναλαμβάνοντας – στο πλαίσιο των δημοσιονομικών δυνατοτήτων της χώρας- μέρος της αύξησης του κόστους παραγωγής».

Στη συνέχεια ο κ. Γεωργαντάς, αφού απαρίθμησε τα προβλήματα του πρωτογενούς τομέα, τόνισε ότι «στόχος μας είναι η ανάπτυξη πολιτικών που δίνουν κίνητρα για συνειδητή επιλογή του αγροτικού επαγγέλματος», τονίζοντας ότι η νέα ΚΑΠ των 19,3 δισ. ευρώ, «έρχεται να στηρίξει την προσπάθειά μας να καταστήσουμε τον πρωτογενή τομέα έναν από τους βασικότερους πυλώνες ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας».

Σε ό,τι αφορά τις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης για τον πρωτογενή τομέα, τις απαρίθμησε ως εξής: Η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και της ανταγωνιστικότητας του πρωτογενούς τομέα, η πράσινη ανάπτυξη, η ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών στην οικονομία μας, η ενίσχυση της αγροτικής εκπαίδευσης με τη λειτουργία Δημοσίων ΙΕΚ για τα αγροτικά επαγγέλματα, η προώθηση των θησαυρών της ελληνικής γης, και κυρίως η επιλογή μας για μετάβαση από το μοντέλο της οικογενειακής εκμετάλλευσης σε αυτό της αγροτικής επιχείρησης και ταυτόχρονα της ενδυνάμωσης των συνεταιριστικών, αγροτικών συλλογικών σχημάτων.

Αναφερόμενος στα μέτρα που έχουν ήδη παρθεί, επισήμανε το πρόβλημα της δημογραφικής ανανέωσης του αγροτικού πληθυσμού, το οποίο αντιμετωπίζεται μέσα από τα προγράμματα Νέων Αγροτών (πρόγραμμα ύψους 525 εκατ. ευρώ με ενίσχυση έως και 40.000 ευρώ για κάθε δικαιούχο), της τάσης για όλο και πιο υγιεινά τρόφιμα, καλύπτεται με την προκήρυξη του προγράμματος βιολογικής παραγωγής ύψους 705 εκατ. ευρώ.

Το μέλλον ανήκει στα συνεργατικά σχήματα

«Το πρόβλημα του μικρού κλήρου, με έναν τρόπο μπορεί να αντιμετωπιστεί, αν δε θέλουμε να αλλοιώσουμε τη φυσιογνωμία της ελληνικής παράδοσης και να σπάσουμε δεσμούς που χρόνια έχει ο αστικός πληθυσμός με τη γενέθλια γη του. Και ο τρόπος αυτός είναι τα συνεργατικά σχήματα», είπε ο κ. Γεωργαντάς, τονίζοντας ότι η συμμετοχή των παραγωγών σε συλλογικά σχήματα δίνει τη δυνατότητα: να μειωθεί το κόστος παραγωγής, να πετύχουν καλύτερες τιμές με τη συγκέντρωση των προϊόντων, να αξιοποιήσουν με καλύτερο τρόπο κοινοτικά προγράμματα να κάνουν μακροπρόθεσμα συμβόλαια, να κάνουν καλύτερη έρευνα αγοράς για την εύρεση μικρότερης τιμής στις πρώτες ύλες, στις ζωοτροφές και στα λιπάσματα. Παράλληλα με τα συνεργατικά σχήματα υποστηρίζονται με ανάλογα μέτρα και τη συμβολαιακή γεωργία, καθώς μέσω αυτής επιτυγχάνονται ανάλογα αποτελέσματα.

«Το μέλλον της ελληνικής αγροτικής οικονομίας βρίσκεται στα συνεργατικά σχήματα. Και η κυβέρνηση της Ν.Δ. έδωσε φορολογικά κίνητρα για να υπάρξει συνένωση δυνάμεων», είπε χαρακτηριστικά, αναφέροντας τη μείωση του φορολογικού συντελεστή των αγροτικών συλλογικών σχημάτων στο 10%, την καθιέρωση της φορολόγησης του 50% των εισοδημάτων των μελών συνεταιρισμών, ομάδων παραγωγών και συμμετεχόντων στη συμβολαιακή γεωργία, την ψήφιση του νέου συνεταιριστικού νόμου, καθώς και τη διαμόρφωση του κανονιστικού πλαισίου για την ίδρυση Διεπαγγελματικών Οργανώσεων.

Όσον αφορά στη μείωση του κόστους παραγωγής, αφού ανέφερε τις στοχευμένες παρεμβάσεις που ξεπερνούν τα 500 εκατ. ευρώ, επισήμανε ότι η μείωση του κόστους παραγωγής πρέπει να ενισχυθεί σε μόνιμη βάση και αυτό μπορεί να επιτευχθεί αν οι αγρότες μας υιοθετήσουν τη λογική του συνεργατισμού: «Σε άλλη τιμή προμηθεύεται τους σπόρους, τα λιπάσματα και τις ζωοτροφές ένας μεμονωμένος αγρότης και σε άλλη ένας συνεταιρισμός. Και αυτό είναι φυσικό γιατί όταν κανείς προμηθεύεται μεγάλες ποσότητες επιτυγχάνει καλύτερες τιμές».

Όμως, για να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα του μικρού κλήρου αλλά και των σχολαζουσών αγροτικών εκτάσεων, μέσω του προγράμματος Σχεδίων Βελτίωσης, που φθάνει στα 230 εκατ. ευρώ, πριμοδοτείται η αγορά όμορων εκτάσεων σε ποσοστό έως και 50%.

Αγροτική εκπαίδευση και νέες τεχνολογίες

Την έλλειψη εργατών γης αντιμετωπίζει το ΥπΑΑΤ, όπως τόνισε ο κ. Γεωργαντάς, με νομοθετικές διευκολύνσεις για διευκόλυνση στην παραμονή για μια 5ετία εργατών γης αλλά και με διμερείς συμφωνίες με άλλες χώρες, ενώ σε ό,τι αφορά την έλλειψη αγροτικής εκπαίδευσης, ανέφερε τη λειτουργία των 6 δημοσίων Αγροτικών ΙΕΚ, του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ.

Παράλληλα, σημαντικό ρόλο στη μεταφορά γνώσεων στον αγροτικό πληθυσμό αναμένεται να διαδραματίσει και το πρόγραμμα Αγροτικών Συμβούλων, που για πρώτη φορά εφαρμόζεται, ύψους 80 εκατ. ευρώ.

Σχετικά με την ενσωμάτωση στην αγροτική παραγωγή των νέων τεχνολογιών, είπε ότι συνδέεται άμεσα με την εκπαίδευση και κατάρτιση των αγροτών, αλλά και γνώσεις γενικής παιδείας, καθώς ο χρήστης πρέπει να διαθέτει βασικές γνώσεις που θα του επιτρέψουν να κάνει χρήση των νέων τεχνολογιών, ώστε να αυξήσει την παραγωγικότητά του, την ανταγωνιστικότητα στα προϊόντα του, αλλά και να προστατεύσει τα προϊόντα του από ασθένειες και έκτακτα καιρικά φαινόμενα, καθώς και για να μειώσει το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της παραγωγικής δραστηριότητας.

Προς αυτήν την κατεύθυνση προχωρά στον ψηφιακό μετασχηματισμό της αγροτικής παραγωγής με 5 προγράμματα του ΠΑΑ ύψους 1,5 δισ. ευρώ, ενώ ήδη επιτεύχθηκε η μεταφορά της λειτουργίας του ΟΠΕΚΕΠΕ στο κυβερνητικό νέφος, με τις πληρωμές των ενωσιακών ενισχύσεων προς τους αγρότες να γίνονται με ταχύτητα, δίκαιο και αντικειμενικό τρόπο μέσω του gov.gr

Οι υποδομές

Σχετικά με τις υποδομές, ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη το πρόγραμμα «Ύδωρ 2.0», το οποίο μέσω ΣΔΙΤ και πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης, θα υλοποιήσει έργα ύψους 1,8 δισ. ευρώ σε ολόκληρη τη χώρα, λειτουργικού κόστους 4,5 δισ. ευρώ. Μέσω των έργων που θα γίνουν θα αυξηθούν τα αρδεύσιμα στρέμματα (άρα και η παραγωγικότητα της καλλιεργήσιμης γης) ενώ θα μειωθεί το κόστος παραγωγής. Παράλληλα, μέσω του ΠΑΑ προχωρούμε σε έργα 114 εκατ. ευρώ για αγροτική οδοποιία και 40 εκατ. ευρώ για μικρά αρδευτικά έργα.

Στη συνέχεια ο κ. Γεωργαντάς αναφέρθηκε στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των λεγομένων «εθνικών προϊόντων» (λάδι, ελιές, φέτα, γιαούρτι, φρούτα κ.λπ.) και των Προϊόντων Ονομασίας Προέλευσης και Προϊόντων Γεωγραφικής Ένδειξης κ.λπ., αλλά και στις νέες μορφές καλλιέργειας.

Ποιότητα των αγροτικών προϊόντων

Παράλληλα, επισήμανε ότι η  Ελλάδα έχει ενισχυτικά ένα τεράστιο πλεονέκτημα, την ποιότητα των ελληνικών αγροτικών προϊόντων. Η ενίσχυση του πρωτογενούς τομέα συμβάλλει πολλαπλώς στην ενίσχυση της οικονομίας μας και δεν πρέπει να την αντιμετωπίζουμε μεμονωμένα. Η ενίσχυσή του αποτελεί επένδυση για την οικονομία μας, καθώς ο πρωτογενής τομέας αθροιστικά με τη μεταποίηση συνεισφέρει όλο και περισσότερο, κάθε χρόνο, στο ΑΕΠ, αλλά ταυτόχρονα, μέσω της εξαιρετικής ποιότητας των προϊόντων μας, στηρίζει τη μεγαλύτερη βιομηχανία της χώρας, τον τουρισμό.

«Η επιτυχής εφαρμογή του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου για την αγροτική μας παραγωγή, στο πλαίσιο της νέας ΚΑΠ, αποτελεί τη σημαντικότερη πρόκληση για το δυναμικό μετασχηματισμό του πρωτογενούς τομέα της χώρας μας, ιδιαίτερα μέσα στη δίνη των αλλεπάλληλων, εξωγενών κρίσεων που βιώνουμε», τόνισε.