Αντίο στην Πρώτη Κυρία

Αντίο στην Πρώτη Κυρία

Η πόρτα του προεδρικού αεροσκάφους ανοίγει τη στιγμή που ο Εμανουέλ Μακρόν, σε μια θερμή υποδοχή στο Βιετνάμ, δέχεται κάτι που μοιάζει με χαστούκι από ένα κόκκινο μανίκι. Στην ουσία είναι ένα σπρώξιμο στο πρόσωπο απ’ το κόκκινο μανίκι. Αμέσως μετά εμφανίζεται το «κόκκινο σακάκι». Ανήκει στην Μπριζίτ. Είναι η σύζυγος που χειρονόμησε. Το Παλάτι του Ελιζέ αρνείται, ο προέδρος δικαιολογείται. Εμείς πιστεύουμε στα μάτια μας. Είναι τόσο εκνευρισμένη, που δεν θέλει ούτε τα χέρια τους να ακουμπήσουν για να κατέβουν τα σκαλιά. Χωρίς να γνωρίζω τι είχε προηγηθεί ούτε τι είχε μεσολαβήσει, αναρωτήθηκα: «Του άξιζε;». Μάλλον, ξέρει εκείνος.

Εχει κάποια σημασία; Καμία. C’est la vie. Αντικρίσαμε, ακουσίως δημόσια, μια ισχυρή εικόνα και ήταν τόσο αμήχανη, ακριβώς επειδή ήταν τόσο προσωπική. Το ατόπημα της Μπριζίτ Μακρόν δεν είναι ότι περιορίστηκε σε μια κοσμιότερη χειρονομία αναχαιτίζοντας την επιθυμία της να χειροδικήσει βιαιότερα. Το λάθος είναι ότι επιτρέπει, ακόμη, στον εαυτό της να θυμώνει μαζί του. Θα μπορούσε να αποφευχθεί όλα αυτό εάν περνούσε λιγότερο χρόνο στον απαρχαιωμένο ρόλο της πρώτης συζύγου, δηλαδή μαζί του.

Να πώς το κάνουν οι υπόλοιπες, διά της απουσίας. Αρκετά κείμενα έχουν γραφτεί για τα χαρακτηριστικά της Βικτόρια Στάρμερ, για τα καστανά της μαλλιά και την αδύνατη σιλουέτα της, αλλά η αλήθεια είναι ότι μόνο διαβάζουμε και ποτέ δεν τη βλέπουμε. Ακόμη και οι υπουργοί της κυβέρνησης των Εργατικών δηλώνουν ότι ουδέποτε είχαν την τύχη να τη γνωρίσουν.

Υπερατλαντικά τώρα, πόση έκπληξη, ίσως και χαρά, αισθανθήκατε όταν παρατηρήσατε την ανατρεπτική απουσία της Μισέλ Ομπάμα από την τελετή ανάληψης καθηκόντων του προέδρου Τραμπ; Είδαμε στην εκδήλωση τον Μπαράκ Ομπάμα να υποφέρει μόνος, ενώ εκείνη επέλεξε να αποφύγει την υποχρέωση κρίνοντας την παρουσία της περιττή.

Ακόμη και η Μελάνια θα προτιμούσε να μην παρευρίσκεται στην ορκωμοσία. Απούσα καθ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, έκανε μία, μοναδική, εμφάνιση στο τυχαίο Μιλγουόκι –με το γνωστό ανεξιχνίαστο ύφος– ακριβώς τη στιγμή που είχε βεβαιωθεί ότι είχε αποχωρήσει ο σύζυγός της. Και ήταν μόνο η αρχή αυτού που θα επακολουθούσε. Από τον Ιανουάριο μέχρι τις αρχές Μαΐου, τα φώτα και τα παντζούρια των γωνιακών δωματίων της στον Λευκό Οίκο, υπολόγισε η εφημερίδα New York Times, άνοιξαν 14 φορές.

Που σημαίνει ότι η κ. Τράμπ πέρασε στην Ουάσιγκτον 97 μέρες λιγότερες από τον σύζυγό της, κυρίως όμως σημαίνει ότι έξυπνα απαλλάσσει τον εαυτό της. Οχι μόνο δεν είναι η βοηθός του ισχυρού ανδρός, αλλά έχει επιφορτίσει τον κραταιό πολιτικό με αρμοδιότητες πρώτης συζύγου. Δεν είναι εκείνη που επιλέγει απλίκες για τα δωμάτια, δεν είναι εκείνη που επανασχεδιάζει τον κήπο. Δεν είναι εκείνη που διασκεδάσει τουρ επισκεπτών στον Λευκό Οίκο, ούτε οργανώνει δεξιώσεις για βετεράνους. Είναι εκείνος.

Η Μελάνια, όμως, συνόδευσε τον άνδρα της στην Πόλη του Βατικανού για την κηδεία του Πάπα Φραγκίσκου. Και στην επιστροφή, που συνέπεσαν με τα πεντηκοστά πέμπτα γενέθλιά της, μας πρόσφεραν μια προεδρική προσγείωση σε άλλο τόνο. Τη φίλησε στο μάγουλο, τον κοίταξε, εκείνος επιβιβάστηκε στο ίδιο αεροπλάνο, εκείνη επιβιβάστηκε σε ένα αυτοκίνητο. Μια σκηνή καθόλου προσωπική, καθόλου ζεστή και καθόλου αμήχανη. Ακολούθησαν διαφορετικούς προορισμούς.

Η αποχή των Πρώτων Κυριών από τους παραδοσιακούς ρόλους στο προσκήνιο συνεισφέρει πολλά στις γυναίκες. Μετακινεί τις προσδοκίες της κοινωνίας και επαναφέρει στην επικαιρότητα την αξία της προσωπικής ζωής.

Η ιστορικός των Πρώτων Κυριών (υπάρχει και αυτό το επάγγελμα) Κάθριν Τζέλισον παρομοίασε τη Μελάνια με την Γκρέτα Γκάρμπο, την πιο απομονωμένη κινηματογραφική σταρ. Νομίζω ότι μπορούν να ειπωθούν πολύ περισσότερα. Διαισθάνομαι μια κομβική, ίσως ιστορική, αλλαγή στην κοινωνική συμπεριφορά. Η στάση των Πρώτων Κυριών, η απομόνωση, η απροθυμία τους, η αποχή από τους παραδοσιακούς ρόλους στο προσκήνιο συνεισφέρουν πολλά στις γυναίκες. Είναι κινήσεις σχεδόν επαναστατικές. Αρνούνται τις παρωχημένες ευκαιρίες να τις απαθανατίσει ο φακός και δεν επιλέγουν την εξωστρέφεια ως προεπιλεγμένη θέση. Στην ουσία μετακινούν τις προσδοκίες της κοινωνίας και επαναφέρουν στην επικαιρότητα την αξία της προσωπικής ζωής.

Μέχρι το 1960 –ξεφεύγω από το θέμα, κυρίως επειδή μου περισσεύουν λέξεις– η ιδιωτικότητα έχαιρε τόσο μεγάλης εκτίμησης στη Δύση, που η διάβρωσή της δημιούργησε μεγάλα προφητικά δυστοπικά λογοτεχνικά κείμενα. Γεννήθηκε ο «Γενναίος νέος κόσμος», γεννήθηκε και το «1984». Εάν ζούσαν ο Χάξλεϊ και ο Οργουελ, θα είχαν ταραχτεί. Ποτέ δεν θα μπορούσαν να υποψιαστούν ότι η κατάσταση θα αντιστρεφόταν στο πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα.

Κατ’ αρχάς θα παρατηρούσαν ότι τα βιβλία τους παραμένουν καλά, αλλά πλέον δεν διαβάζονται γιατί έχει χαθεί η ικανότητα της ανάγνωσης. Σε ό,τι αφορά το θέμα μας, όμως, θα εντόπιζαν ότι σήμερα τίθεται υπό αμφισβήτηση ό,τι με κόπο υπερασπίστηκαν. Θα τους προκαλούσε ταραχή η οικειοθελής προβολή και η έκθεση προσωπικών δεδομένων στα social media. Θα τους προκαλούσε σοκ ότι αμφισβητείται η ίδια η ιδέα της σημαντικότητας της ιδιωτικής σφαίρας. Θα διαπίστωναν επίσης ότι η ανάγκη κάποιων για την περιφρούρηση της σφαίρας αυτής προκαλεί δυσπιστία σε κάποιους άλλους. Προκαλεί τρομερή καχυποψία όταν κάποιος καταφεύγει στον εαυτό του, είτε για ενδοσκόπηση, είτε για ενατένιση, είτε για να αποβάλει τις συμβάσεις των εξωτερικών πιέσεων.

«Ακόμη και ένα δημόσιο πρόσωπο, όπως ένας ηθοποιός», είπε, πάντα επίκαιρα χρόνια πριν, ο κοινωνιολόγος Ερβιν Γκόφμαν, «δεν θα μπορούσε να επιβιώσει εάν δεν υπήρχαν παρασκήνια ή καμαρίνια όπου θα μπορούσε “να βγάλει τη μάσκα του” και να είναι ο εαυτός του ανακουφισμένος, έστω για σύντομο χρονικό διάστημα, από τις ανάγκες της παράστασης της δημόσιας ζωής».

«Θέλω να είμαι μόνη». είπε η Γκρέτα Γκάρμπο με τόση πειθώ στην ταινία «Grand Hotel». «Θέλω να είμαι μόνη», λέει σιωπηλά και η Μελάνια Τραμπ. Εχουν ένα ακόμη κοινό. Οπως η Γκάρμπο έτσι και η κ. Τραμπ γνωρίζει να εξαργυρώνει το μυστήριο της έκθεσης της εσωστρέφειάς της. Το κοστολογεί ακριβά. Κάτι διάβασα για 40 εκατ. Το νέο ντοκιμαντέρ που ετοιμάζεται –με απόλυτη μυστικότητα, φυσικά– προσφέρει εικόνες από τα «παρασκήνια της ζωής» της Πρώτης Κυρίας. Οι σκέψεις της, όμως, θα παραμείνουν πάντα ανεξιχνίαστες.

Της Ελεάννας Βλαστου για την Καθημερινή

(*) Η κ. Ελεάννα Βλαστού είναι συγγραφέας και ζει στο Λονδίνο.