Αγαπημένε μου κύριε βουλευτά, σε ευχαριστώ που με φροντίζεις, που με σκέπτεσαι, που με νιώθεις.
Σε ευχαριστώ που φρόντισες το παιδί μου με τα δύο διδακτορικά να βρει δουλειά στο σούπερ μάρκετ της γειτονιάς (είναι κοντά και στο σπίτι μας) και δεν έφυγε στο εξωτερικό.
Σε ευχαριστώ για τους καφέδες που με κέρασες όταν ήρθες στο καφενείο να ζητήσεις την ψήφο μου (ο καλύτερος καφές και από τα μνημόσυνα).
Μου είπες πως θα είσαι κοντά μου, θα ζω με αξιοπρέπεια, δε θα πεινάω, θα είμαι χαρούμενος, ευτυχισμένος και όλα αυτά τα καλά που θέλει ένας άνθρωπος.
Σε ψήφισα και ξάφνου άλλαξαν όλα, εσύ δεν ήρθες πάλι στον καφενέ, το παιδί μου έφυγε στα ξένα, δεν είμαι χαρούμενος ούτε ευτυχισμένος, πεινάω, και το χειρότερο, είναι ότι ψάχνω την αξιοπρέπεια που μου έταξες, αν θυμάσαι.
Αγαπημένε μου, κύριε βουλευτά, συγγνώμη, αλλά με απάτησες.
Κ.Δ.










