Φως στη σύγχρονη πολιτική ιστορία της χώρας ρίχνει ο καθηγητής Θανάσης Διαμαντόπουλος με το νέο του βιβλίο «Οι Πρωθυπουργοί της Μεταπολίτευσης», που κυκλοφόρησε πριν από λίγες ημέρες από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.
Έχοντας αποδείξει και στο παρελθόν την ικανότητά του να προσεγγίζει πρόσωπα και γεγονότα με ιδιαίτερη εντιμότητα προς τον αναγνώστη, έτσι και στη νέα μελέτη του ο συγγραφέας δεν εμφανίζεται με διάθεση ευχολογίων, αλλά ούτε και απαξίωσης του πολιτικού προσωπικού της χώρας, από το 1974 και έπειτα.
Άλλωστε, η… «νεύρωση δικαιοσύνης» που –όπως λέει ο ίδιος αστειευόμενος- τον συνοδεύει από παιδί, μεταφράζεται σε μια εις βάθος και ισορροπημένη παρουσίαση των στιγμών που σημάδεψαν την περίοδο της Μεταπολίτευσης.
Μιλώντας στο «Θάρρος» ο κ. Διαμαντόπουλος συμπεραίνει ότι η πολιτική ζωή κινείται πάντοτε σε αποχρώσεις του γκρίζου –παρά την προσφιλή μας συνήθεια να θεοποιούμε ή δαιμονοποιούμε απόλυτα τους πρωταγωνιστές της ιστορίας μας.
-Μετά τη μελέτη σας για την προσωπικότητα και τη συμβολή του Ελευθέριου Βενιζέλου στην πολιτική ζωή της χώρας, στρέφεστε πλέον στη Μεταπολίτευση και στους δέκα πρωθυπουργούς που τη διαμόρφωσαν. Τι σας οδήγησε να ασχοληθείτε με αυτή τη θεματική στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία;
Η Μεταπολίτευση, έχοντας πλέον συμπληρώσει μισό αιώνα ζωής, ωρίμασε, παγιώθηκε και θεσμοποιήθηκε ως πολιτικό σύστημα. Προσφέρεται, ως εκ τούτου, για συνολική αξιολόγηση/αποτίμηση, πολλώ μάλλον που πρόκειται για μια πολιτική περίοδο με πρωτόγνωρα για τη χώρα μας στοιχεία (κυρίως τη θεσμική συνέχεια και την πολιτική κανονικότητα).

Επιπρόσθετα, θα τολμούσα να πω πως παιδιόθεν πάσχω από «νεύρωση δικαιοσύνης». Πάντα έψαχνα δικαιοσύνη κοινωνική, κάτι που στα νιάτα μου με έστρεψε σε σπουδές Νομικής, στη συνέχεια, δε, όταν πείστηκα για το ανέφικτο μιας τέτοιας δικαιοσύνης, για δικαιοσύνη απολογιστική, δηλαδή ιστορική ευθυδικία, κάτι που εξηγεί τον μετέπειτα προσανατολισμό μου. Θεώρησα, λοιπόν, πως οι προσωπικότητες που κατεξοχήν σφράγισαν την τρέχουσα περίοδο δικαιούνται μιας αξιολόγησης που ναι μεν καθόλου δεν τους χαρίζεται, αλλά ούτε τους δαιμονοποιεί, αναγνωρίζοντας και τις ευθύνες της κοινωνίας για ό,τι κακό παρήχθη, παράλληλα δε πιστώνοντάς τους και τις -ελάχιστες- περιπτώσεις που οι ίδιοι λειτούργησαν ως κοινωνικοί παιδαγωγοί.
-Συνεπώς, ποιες θεωρείτε ως τις πιο καθοριστικές στιγμές της Μεταπολίτευσης, εκείνες που άφησαν και θα συνεχίσουν να αφήνουν το πιο διακριτό αποτύπωμά τους στο μέλλον της χώρας;
Δημοψήφισμα για πολιτειακό, προσχώρηση στην ΕΟΚ, επιστροφή στο ΝΑΤΟ, εισδοχή στη ζώνη του ευρώ, εγκατάλειψη της μεταρρύθμισης για το ασφαλιστικό, άρα πτώχευση του 2012. Το δημοψήφισμα του 2015 θα μπορούσε να είναι το κρισιμότερο και πιο καταστροφικό όλων, πλην ο Θεός της Ελλάδας ή η απουσία αναστολών του Τσίπρα…
-Δεδομένου ότι εξετάζετε πρόσωπα και πολύ πρόσφατα γεγονότα της σύγχρονης ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας, πώς επιχειρήσατε να διατηρήσετε ισορροπία και αποστασιοποίηση στην έρευνά σας; Αντιμετωπίσατε ιδιαίτερες δυσκολίες;
Η δυσκολία που αντιμετώπισα ακόμη και για τον Βενιζέλο, πολλώ μάλλον για τους -σχεδόν- σύγχρονους είναι η απροθυμία της κοινωνίας για σχετικοποιημένη/μετριοπαθή προσέγγιση των πρωταγωνιστών της ιστορίας. Οι Έλληνες αγνοούν το γκρίζο, θεοποιούν ή δαιμονοποιούν απόλυτα. Και όμως… π.χ. ο τεράστιος Κωνσταντίνος Καραμανλής -πέραν της βεβιασμένης εξόδου από το ΝΑΤΟ- ελάχιστα φρόντισε για τον πολυφωνικό χαρακτήρα της δημόσιας ραδιοτηλοψίας. Ο τραγικός Τσίπρας επέλυσε με ανεκτό τρόπο το Μακεδονικό και έδωσε στους ανασφάλιστους πρόσβαση σε δημόσιες δομές υγείας.
-Πιστεύετε ότι το σημερινό πολιτικό προσωπικό μαθαίνει από την Ιστορία ή εξακολουθεί να επαναλαμβάνει παθογένειες του παρελθόντος;
Μαθαίνουν, καταλαβαίνουν, αλλά δε διορθώνουν λόγω του πολιτικού κόστους.
-Κατά τη γνώμη σας, οι πρωθυπουργοί της πρώιμης Μεταπολίτευσης έχουν «γραφτεί» σωστά στη συλλογική μνήμη των πολιτών που τους ανέδειξαν στην εξουσία ή υπάρχουν ακόμη στρεβλές εντυπώσεις;
Το αντίθετο. Οι περισσότεροι εξακολουθούν να λατρεύουν τον Ανδρέα Παπανδρέου που διαβουκόλησε και διέφθειρε την κοινωνία, διέλυσε την παιδεία και καταβαράθρωσε την οικονομία. Μέχρι και ο γιος του, όπως παρουσιάζω στο βιβλίο, ουσιαστικά τα αναγνώρισε όλα αυτά, με ένα συγκλονιστικό άρθρο του 2011.
-Η φράση του Ισοκράτη λέει ότι «Το της πόλεως όλης ήθος, ομοιούται τοις άρχουσιν». Στη σύγχρονη ελληνική εμπειρία υπήρξαν πολιτικοί ηγέτες που αποδείχθηκαν λαοπλάνοι και τελικά αποκαθηλώθηκαν δικαίως; Ή θεωρείτε ότι η κοινωνία συχνά προβάλλει στους ηγέτες της την επιθυμία της να ξεφύγει από το παρελθόν της;
Ουσιαστικά στο πρώτο σκέλος της ερώτησης η απάντηση έχει ήδη δοθεί (στο αμέσως προηγούμενο). Κατά τα λοιπά η εμφάνιση στην κοινωνία κάθε νέου ηγέτη λειτουργεί όπως η εμφάνιση ενός νέου άνδρα στη ζωή μιας γυναίκας ή το αντίστροφο: ως παράθυρο ελπίδας για το μέλλον. Ας έλεγε ο Σουρής: «Σαν έρχεται κάθε σκατάς θαρρούμε πως σωθήκαμε, μα σα φεύγει βλέπουμε πως αποσκατωθήκαμε»…
-Θεωρείτε ότι οι πολιτικοί αρχηγοί της Μεταπολίτευσης στάθηκαν, συνολικά, στο ύψος των περιστάσεων και της ιστορικής ευθύνης που τους αναλογούσε;
Κοινή υπήρξε η αβελτηρία τους στο δημογραφικό, στην καταβαράθρωση της παιδείας και στον πληθυσμιακό ιδίως υδροκεφαλισμό του ελληνικού κράτους. Αλλά και η ενδοτικότητά τους προς ισχυρές/οργανωμένες ομάδες πίεσης, ιδίως του δημόσιου τομέα, που λειτουργούν, όπως έλεγε ο Ελ. Βενιζέλος, ως «φαγέδαινα της κοινωνίας».
-Στο βιβλίο σας γίνεται λόγος για προσωπικότητες που λειτούργησαν ως «φωτεινές» και άλλες ως «σκοτεινές» στην εξέλιξη της χώρας. Ποια χαρακτηριστικά, κατά την άποψή σας, διαφοροποιούν αυτές τις δύο κατηγορίες ηγετών;
Όχι, δε διαχωρίζω φωτεινές και σκοτεινές προσωπικότητες, αλλά φωτεινές και σκοτεινές στιγμές. Όλοι είχαν και από τις δύο. Οι αναλογίες βέβαια διέφεραν, αλλά η (πολιτική) ζωή κινείται πάντα σε αποχρώσεις του γκρίζου. Αυτό φιλοδοξώ να είναι το επιμύθιο του έργου μου.
Της Χριστίνας Μανδρώνη










