Ποινή κάθειρξης 6 ετών και 7 μήνες φυλάκισης επέβαλε χθες το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων σε οξύθυμο σύζυγο ο οποίος πέρυσι τέτοιο καιρό είχε κρατήσει χωρίς τη θέλησή της στο σπίτι την εν διαστάσει σύζυγό του, βρίζοντας και απειλώντας την.
Αν και ο ίδιος χθες περιέγραψε διαφορετικά τα περιστατικά, δεν έπεισε δικαστές και εισαγγελέα, οι οποίοι τον έκριναν ένοχο για αρπαγή και ενδοοικογενειακή σωματική βλάβη και τον καταδίκασαν.
Σύζυγος
Στην κατάθεσή του ο αστυνομικός ανέφερε ότι κλήθηκαν αργά τη νύχτα για επεισόδιο σε σπίτι. Εκεί βρήκαν συγκεντρωμένο κόσμο και άκουσαν μια γυναίκα να καλεί μέσα από το σπίτι σε βοήθεια, ενώ ακούγονταν και θόρυβοι από σπασίματα (πιάτα, κ.λπ.). Στο σημείο έφθασε και διαπραγματευτής της Αστυνομίας, ο οποίος καλούσε το δράστη να αφήσει την εν διαστάσει σύζυγό του και να παραδοθεί. Μετά από 1-1,5 ώρα βγήκε η γυναίκα τρέχοντας και φοβισμένη. Μετά παραδόθηκε και ο δράστης, παραδίδοντας και ένα μαχαίρι.
Ερωτήσεις στον αστυνομικό έκανε και ο κατηγορούμενος, επιβεβαιώνοντας πως, όταν παραδόθηκε, δε φορούσε μπλούζα, είχε μικρό τραύμα στην κοιλιά και το μαχαίρι που κρατούσε είχε στραβώσει μπροστά.
Καταθέτοντας, η σύζυγός του ανέφερε ότι είναι σε διάσταση από το 2011, με αίτημα του κατηγορουμένου, καθώς είχε εξωσυζυγική σχέση. Τη εποχή εκείνη είχε προβλήματα μαζί του και είχαν δημιουργηθεί διάφορα περιστατικά. Τη συγκεκριμένη νύχτα περιέγραψε πως είχε επιστρέψει από τη δουλειά της και καθώς ήταν στο σπίτι άκουσε βήματα. Κατάλαβε ότι ήταν ο κατηγορούμενος και προσπάθησε να βγει, αλλά την πρόλαβε και την έσυρε πάλι μέσα. Έφραξε την πόρτα με έναν καναπέ, τη δίοδο από το υπόγειο με μια πολυθρόνα, ενώ στη συνέχεια τη μετέφερε στο δεύτερο όροφο, φράζοντας και εκείνη τη δίοδο. Παράλληλα, από το τσαντάκι του είχε βγάλει ένα μαχαίρι, το οποίο κρατούσε, και της φώναζε πως δε θα βγει ζωντανή αν δεν του τα πει όλα. Της έσπασε το ένα κινητό, ενώ από το άλλο ζητούσε τον κωδικό για να το ανοίξει. Επειδή δεν του το έδινε, την πηγαινοέφερνε στο μπάνιο, το οποίο, μάλιστα, είπε κλαίγοντας πως εκείνη τη στιγμή το έβλεπε ως τάφο, καθώς δεν είχε κανένα παράθυρο.
Κατέθεσε ακόμη πως της έβαλε το μαχαίρι στο λαιμό και του έδωσε τον κωδικό. Αφού έψαξε το κινητό και δε βρήκε κάτι, της ζητούσε να του τα πει όλα. Μετά, άρχισε να του μιλάει για τα παιδιά τους για να τον ηρεμήσει και τότε κάποια στιγμή της είπε να φύγει και αυτή έτρεξε έξω.
Τέλος, κατέθεσε ότι με αίτημα της οικογένειάς του έχει νοσηλευτεί για προβλήματα διαχείρισης θυμού, ενώ ακόμα και σήμερα η ζωή της είναι μαρτύριο, καθώς μέσα από τη φυλακή την απειλεί.
Απολογία
Κατά την απολογία του ο κατηγορούμενος, παρουσίασε διαφορετικά τα γεγονότα. Όπως είπε, χώρισαν γιατί η γυναίκα του είχε εξωσυζυγική σχέση, πως είναι περήφανος που έφυγε από το σπίτι όταν χώρισαν χωρίς να τη χτυπήσει και πως δεν ήθελε να μεταφέρουν στα παιδιά τα δικά τους ζητήματα.
Τον ενοχλούσε, όπως είπε, συνεχώς και ζητούσε από την εργασία του να τον απολύσουν. Παρατήρησε πως δεν είναι τέρας, όπως τον χαρακτηρίζει η εν διαστάσει σύζυγός του και πως είχε πάει νύχτα, μέχρι και την Πύλο, όπου έμενε, και του έκανε φασαρία, με αποτέλεσμα να καταλήξουν στο Αστυνομικό Τμήμα.
Στο σπίτι, όπως είπε, εκείνο το βράδυ μπήκε με τα κλειδιά του, ενώ δεν την κράτησε με το ζόρι, αλλά μιλούσαν στα κινητά με τα παιδιά τους για να τους εξηγήσουν την κατάσταση. Ανέφερε πως δεν τη χτύπησε και μπορούσε να φύγει όποτε ήθελε, ενώ μαχαίρι έχει πάντα πάνω του (όπως είχε αναφέρει η γυναίκα του, στο επάγγελμα είναι κρεοπώλης).
Ο κατηγορούμενος κατέθεσε πως δεν είχε καμία πρόθεση να τη σκοτώσει, ενώ αυτό το μαχαίρι ήταν μικρό, γι’ αυτό και όταν κάποια στιγμή το έστρεψε προς τον εαυτό του, στράβωσε. Όπως εξήγησε, το έφερε μαζί του, γιατί είχε μάθει ότι τον ψάχνει ο κουνιάδος του.
Της Βίκυς Βετουλάκη