Μόνο το 15% των Μεσσήνιων παραγωγών ανήκει σε συνεταιρισμό

Μόνο το 15% των Μεσσήνιων  παραγωγών ανήκει σε συνεταιρισμό

Συμπεράσματα και προτάσεις της μελέτης ΙΝΑΓΡΟΚ / ΕΣΟΔΑPLUS – Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί στη Μεσσηνία συνεχίζουν να βιώνουν τις αρνητικές συνέπειες των κομματικών επεμβάσεων

Ο αριθμός των συνεταιρισμένων παραγωγών στη Μεσσηνία δεν ξεπερνά το 15%, ποσοστό εξαιρετικά χαμηλό. Αυτό είναι ένα από τα βασικότερα προβλήματα που επισημαίνει η μελέτη του Ινστιτούτου Αγροτικής Οικονομίας και Κοινωνιολογίας (ΙΝΑΓΡΟΚ) του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, που πραγματοποιήθηκε για τους αγρότες της Μεσσηνίας και τους συνεταιρισμούς τους. Ένα ακόμα ιδιαίτερα ενδιαφέρον συμπέρασμα και ταυτόχρονα πρόβλημα που παρουσιάζεται στη μελέτη είναι ότι οι αγροτικοί συνεταιρισμοί στη Μεσσηνία συνεχίζουν να βιώνουν τις αρνητικές συνέπειες από την επέμβαση των κομμάτων στη διοίκησή τους. Άλλα προβλήματα είναι ο γηρασμένος αγροτικός πληθυσμός, η έλλειψη αγροτικής τράπεζας, το κενό στην εκπαίδευση των παραγωγών, ενώ όταν «συγκρούονται» τουρισμός και γεωργία, χαμένη είναι η δεύτερη.

Η μελέτη είναι μια πρωτοβουλία της εταιρείας ΕΣΟΔΑPLUS Α.Ε., υλοποιώντας ιδέα του προέδρου της Αντώνη Μαλάμη. Ανατέθηκε στο Ινστιτούτο Αγροτικής Οικονομίας και Κοινωνιολογίας (ΙΝΑΓΡΟΚ) του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού-Δήμητρα (ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ) και επιστημονικά υπεύθυνος του έργου ανέλαβε ο δρ. Κωνσταντίνος Ηλιόπουλος, διευθυντής του ΙΝΑΓΡΟΚ.

Μεθοδολογία μελέτης

Αντικείμενο της πολυσέλιδης μελέτης είναι ο εντοπισμός και η ανάδειξη των σημαντικότερων προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι αγρότες και οι αγροτικοί συνεταιρισμοί/Ομάδες Παραγωγών της Μεσσηνίας. Επίσης αντικείμενο της μελέτης είναι η ανάδειξη πιθανών ευκαιριών, η αξιοποίηση των οποίων θα επιτρέψει στους παραγωγούς και στις συλλογικές επιχειρήσεις τους να αντιμετωπίσουν με βιώσιμο τρόπο τις προαναφερθείσες προκλήσεις.

Η μελέτη αρχικά στηρίχθηκε σε δευτερογενή στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας και του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Επιπλέον, με τη συνδρομή της ΕΣΟΔAΣPLUS Α.Ε. και με βάση σχετικό ερωτηματολόγιο, το οποίο σχεδίασε η ερευνητική ομάδα του ΙΝΑΓΡΟΚ, συγκεντρώθηκαν πρωτογενή στοιχεία σχετικά με τη λειτουργία και τα οικονομικά των ενεργών αγροτικών συνεταιρισμών της Μεσσηνίας.

Ωστόσο, για την εξαγωγή πιο αξιόπιστων συμπερασμάτων υιοθετήθηκε και η μεθοδολογία των Ομάδων Εστίασης (Focus Groups). Η ομάδα εστίασης είναι μια μικρή ομάδα ανθρώπων, οι οποίοι συζητούν καθοδηγούμενοι από έναν κατάλληλα εκπαιδευμένο συντονιστή. Σκοπός της συγκεκριμένης μεθοδολογίας είναι να εντοπιστούν συγκλίσεις και αποκλίσεις στις απόψεις των συμμετασχόντων σχετικά με ένα θέμα/ερευνητική ερώτηση.

Στη συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στην Καλαμάτα συμμετείχαν τόσο μεμονωμένοι παραγωγοί, ανεξάρτητα από τη συμμετοχή τους ή μη σε κάποια συλλογική επιχείρηση, όσο και εκπρόσωποι αγροτικών συνεταιρισμών και ομάδων παραγωγών της Μεσσηνίας (μέλη διοικητικών και εποπτικών συμβουλίων, διευθυντικά στελέχη και απλά μέλη).

33 αγροτικοί συνεταιρισμοί

Στόχος ήταν να εκπροσωπούνται όλες οι βασικές καλλιέργειες/κλάδοι της πρωτογενούς παραγωγής στη Μεσσηνία (ελιές/ελαιόλαδο, κηπευτικά, αμπέλια/κρασί, πατάτες, κτηνοτροφία, συκιές κ.ά.).

Ιδιαίτερα σημαντικά είναι τα στοιχεία που αναφέρονται στη μελέτη για τους συνεταιρισμούς.

Η Μεσσηνία φιλοξενεί 33 αγροτικούς συνεταιρισμούς, με το Δήμο Τριφυλίας να κατέχει την πρώτη θέση με 9, ακολουθούμενος από το Δήμο Πύλου-Νέστορος με 8, το Δήμο Καλαμάτας με 7, το Δήμο Μεσσήνης με 6 και το Δήμο Δυτικής Μάνης με 3.

Από τους 33 συνεταιρισμούς, οι 25 επικεντρώνονται στην παραγωγή ελαιολάδου και ελιών, 4 ασχολούνται με την καλλιέργεια κηπευτικών (ο τελευταίος ιδρύθηκε το 2018), κατά βάση στο Δήμο Τριφυλίας (Φιλιατρά, Κυπαρισσία), ενώ υπάρχει από ένας για αποξηραμένα σύκα και ξηρούς καρπούς, σταφίδα, φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά και ένα συνεταιριστικό οινοποιείο.

Ο μέσος αριθμός των μελών των ενεργών συνεταιρισμών ανέρχεται σε 122, με διάμεσο 100 και εύρος από 7 έως 500 μέλη. Ο συνεταιρισμός με τα περισσότερα μέλη επικεντρώνεται στην εμπορία αποξηραμένων σύκων και ξηρών καρπών, ενώ με τα λιγότερα στην εμπορία κηπευτικών.

«Επομένως, κατά προσέγγιση, μόνο 4.026 παραγωγοί είναι μέλη κάποιου αγροτικού συνεταιρισμού στη Μεσσηνία. Αν λάβουμε υπόψη μας το συνολικό αριθμό εκμεταλλεύσεων της Μεσσηνίας, ο οποίος παρουσιάζει διαχρονική μείωση (από 28.595 το 2009 σε 28.017 το 2013 και 26.836 το 2014), ο αριθμός των συνεταιρισμένων παραγωγών δεν ξεπερνά το 15%, ποσοστό εξαιρετικά χαμηλό, ιδιαίτερα αν λάβουμε υπόψη μας το μικρό μέσο μέγεθος των αγροτικών εκμεταλλεύσεων της Μεσσηνίας», υπογραμμίζεται στη μελέτη.

Σε ό,τι αφορά την οικονομική δυναμική του συνόλου των αγροτικών συνεταιρισμών στη Μεσσηνία (με στοιχεία 2014-2017), έχουν κύκλους εργασιών σταθερά πάνω από τα 20 εκατ. ευρώ, με το μέσο όρο ανά χρονιά να αγγίζει τα 23.294.637,36 ευρώ. Από αυτά, το 51-60%, ανάλογα το έτος, προέρχεται από συνεταιρισμούς που έχουν ως κύριο προϊόν την ελιά ή το ελαιόλαδο, ενώ το 20-26% (πάλι ανάλογα το έτος) προέρχεται από κηπευτικούς συνεταιρισμούς. Το τελευταίο, σύμφωνα με τους μελετητές, δείχνει τη δυναμική των κηπευτικών προϊόντων στη Μεσσηνία, ιδιαίτερα αν αναλογιστούμε τα πολύ μικρότερα μεγέθη, σε σχέση με τους ελαιώνες, σε εκτάσεις αλλά και εστίασης των επιχειρήσεων.

Συμπεράσματα

Τα συμπεράσματα της έρευνας είναι τα εξής:

1) Η Πολιτεία και το θεσμικό περιβάλλον απασχολούν τους παραγωγούς πολλαπλώς. Για παράδειγμα, η έλλειψη αξιόπιστων στοιχείων για την αγροτική παραγωγή και οικονομία καθιστούν δύσκολη ή και αδύνατη τη χάραξη αποτελεσματικών πολιτικών. Τα θεσμικά πλαίσια που αφορούν στην παραγωγή και τις οικονομικές συναλλαγές δεν είναι αρκετά αυστηρά ούτε εποπτεύεται η υιοθέτηση των σχετικών κανόνων (π.χ., σύστημα πιστοποίησης ΠΟΠ και αυστηροί έλεγχοι της ποιότητας του ελαιόλαδου για αποφυγή νοθειών). Επιπλέον, η απουσία μιας εξειδικευμένης αγροτικής τράπεζας στερεί τους παραγωγούς από την πρόσβαση σε χαμηλότοκα δάνεια, τόσο βραχυπρόθεσμα, για κάλυψη των αναγκών τους σε κυκλοφοριακό κεφάλαιο, όσο και μακροπρόθεσμα για επενδύσεις κρίσιμης σημασίας.

2) Μια άλλη σημαντική πηγή προβλημάτων για τους παραγωγούς είναι τα δομικά χαρακτηριστικά της ελαιοκαλλιέργειας. Σε αυτά περιλαμβάνονται ο μικρός και πολυτεμαχισμένος κλήρος, το υψηλό εργατικό κόστος και η έλλειψη εργατικών χεριών, ιδίως την περίοδο της συγκομιδής του καρπού, με αποτέλεσμα την περαιτέρω αύξηση του κόστους παραγωγής. Σε συνδυασμό με το υψηλό κόστος προμήθειας γεωργικών εισροών και το εξαιρετικά υψηλό ενεργειακό κόστος των τελευταίων ετών, το συνολικό κόστος παραγωγής φθάνει σε δυσθεώρητα ύψη, με αποτέλεσμα η συνέχιση της παραγωγής να απειλείται και να απαιτούνται άμεσες ενέργειες για αντιμετώπιση των συνεπακόλουθων προβλημάτων.

3) Το μικρό μέγεθος πολλών εκμεταλλεύσεων οδηγεί στην αύξηση του κόστους δανεισμού και, σε ορισμένες περιπτώσεις, σε πλήρη αδυναμία πρόσβασης σε δανεισμό.

4) Το μικρό ποσοστό των κατά κύριο επάγγελμα αγροτών και το ακόμα μικρότερο όσων βιοπορίζονται αποκλειστικά από τη γεωργία, δημιουργεί στρεβλώσεις τόσο στην παραγωγή (π.χ., μη ορθολογικές αποφάσεις, οι οποίες αυξάνουν το κόστος παραγωγής και μειώνουν το καθαρό εισόδημα) όσο και στις οικονομικές συναλλαγές (π.χ. αύξηση του εργατικού κόστους).

Γήρανση αγροτικού πληθυσμού

5) Ταυτόχρονα, η γήρανση του αγροτικού πληθυσμού οδηγεί σε μια σειρά από προβλήματα, τα οποία καθιστούν αμφισβητήσιμη τη συνέχιση της παραγωγής. Σε συνδυασμό με την έλλειψη ενδιαφέροντος από τις νέες γενιές για ενασχόληση με τη γεωργία, δημιουργείται ένα εκρηκτικό μίγμα.

6) Ο ανταγωνισμός γεωργίας και τουρισμού, ιδιαίτερα στις παραθαλάσσιες περιοχές, δυσχεραίνει την ανάπτυξη και των δύο κλάδων, με χαμένη συνήθως τη γεωργία.

7) Παρατηρείται ένα σημαντικό κενό στην εκπαίδευση των παραγωγών, τόσο σε τεχνικοοικονομικά θέματα όσο και σε θέματα επιχειρηματικότητας και οργάνωσης και διοίκησης αγροτικών εκμεταλλεύσεων – τα τελευταία θα επιτρέψουν στους παραγωγούς να συνδεθούν με τις αγορές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ωστόσο, η εντονότερη εκπαιδευτική ανάγκη αφορά βιωματική εκπαίδευση με στόχο την αλλαγή των κυρίαρχων νοητικών μοντέλων με τρόπο που θα ενδυναμώσει τους ίδιους τους παραγωγούς και θα τους βοηθήσει να πιστέψουν στις δυνάμεις τους, αλλά και στα οφέλη της συνεργασίας.

8) Η ολιγοψωνιακή δομή της αγοράς και ο ανταγωνισμός από άλλες χώρες επηρεάζουν αρνητικά την κερδοφορία των παραγωγών.

9) Πολλοί παραγωγοί όσο και συνεταιρισμοί τους και ομάδες παραγωγών δυσκολεύονται να συνδεθούν με τις αγορές και να λειτουργήσουν με βάση τις προτιμήσεις των καταναλωτών. Ένα αρνητικό αποτέλεσμα αυτού είναι, σε αρκετές περιπτώσεις, η εστίαση της παραγωγής σε χαμηλότερη ποιότητα ελαιολάδων, τα οποία πωλούνται χύδην, με αποτέλεσμα όλη η κάθετη αλυσίδα αξίας να εισπράττει μειωμένες τιμές.

10) Η έλλειψη συλλογικής εκπροσώπησης των παραγωγών τούς καθιστά, σε πολλές περιπτώσεις, ευάλωτους έναντι των εταίρων τους στην κάθετη αλυσίδα αξίας. Επιπλέον, καθιστά σχεδόν αδύνατο το να ακουστεί η φωνή τους στα όργανα και στους θεσμούς χάραξης των πολιτικών, οι οποίες τους επηρεάζουν άμεσα.

11) Η αντιμετώπιση των προβλημάτων που αφορούν στη συλλογική επιχειρηματικότητα αναδείχθηκαν ως εξαιρετικά σημαντικά. Κυρίαρχο ανάμεσά τους αναδύθηκε η έλλειψη οργανωμένης εκπαίδευσης των αγροτών-μελών, των διοικήσεων και των διευθυντικών στελεχών των συνεταιρισμών και των ομάδων παραγωγών. Ιδιαίτερη έμφαση απαιτεί η εκπαίδευση των μελών των συνεταιρισμών που εκλέγονται στα διοικητικά και εποπτικά συμβούλια, ώστε να αποκτούν τις γνώσεις και δεξιότητες που απαιτεί σήμερα η διοίκηση αγροτικών συνεταιρισμών.

12) Εξίσου σημαντική είναι η ευρύτερη έλλειψη κουλτούρας συνεργασίας, η οποία μόνο μέσω βιωματικής εκπαίδευσης σε όλα τα επίπεδα μπορεί να αλλάξει. Παράπλευρο πρόβλημα είναι αυτό των λαθρεπιβατών, οι οποίοι, ενώ επωφελούνται από την ύπαρξη και τις δράσεις του συνεταιρισμού, πωλούν το προϊόν τους ή προμηθεύονται τις εισροές τους από τρίτους και όχι από το συνεταιρισμό του οποίου είναι ιδιοκτήτες.

13) Ο γερασμένος αγροτικός πληθυσμός δεν έχει σημαντικά κίνητρα για ενεργό συμμετοχή στους συνεταιρισμούς και αναπτυξιακές επενδύσεις τους. Η ίδια τάση παρατηρείται και στους μη κατά κύριο επάγγελμα αγρότες.

14) Στα προβλήματα αυτά των αγροτικών συνεταιρισμών της Μεσσηνίας έρχεται να προστεθεί και η έλλειψη θεσμοθετημένης επικοινωνίας κα συνεργασίας των συνεταιρισμών της Περιφερειακής Ενότητας. Ωστόσο, αρκετές από τις δράσεις και επενδύσεις, οι οποίες απαιτούνται για την επίτευξη σημαντικής κερδοφορίας, είναι σύμφορες για καθένα μεμονωμένο συνεταιρισμό και έχουν οικονομικό νόημα μόνο αν πραγματοποιηθούν από μεγαλύτερες οικονομικές μονάδες. Παράδειγμα τέτοιων απαραίτητων δράσεων και επενδύσεων αποτελεί η συμμετοχή σε εμπορικές εκθέσεις και οργανωμένα δίκτυα πωλήσεων σε Ελλάδα και εξωτερικό.

15) Συνδέονται με το παραπάνω πρόβλημα και οι ελλιπείς ή/και απηρχαιωμένες συνεταιριστικές υποδομές, οι οποίες αυξάνουν το κόστος παραγωγής για τα μέλη των συνεταιρισμών και καθιστούν δυσχερή την προσέλκυση νέων μελών.

Κομματικές παρεμβάσεις

16) Επιπλέον, απότοκο των κομματικών παρεμβάσεων περασμένων δεκαετιών στην εσωτερική λειτουργία των αγροτικών συνεταιρισμών είναι η ευρεία διάδοση μιας κουλτούρας αποδοχής των ελάχιστων οικονομικών αποτελεσμάτων. Σε συνδυασμό με την προαναφερθείσα ευρύτερη έλλειψη συνεταιριστικής κουλτούρας, οδηγούν σε πιθανόν ορθολογικές ατομικές στρατηγικές (π.χ. λαθρεπιβάτες), με τεράστια αρνητικά αποτελέσματα, όμως, για το σύνολο των παραγωγών της Μεσσηνίας.

Μάλιστα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στη μελέτη:

«Ακόμα και σήμερα, 41 χρόνια μετά το 1982, όταν η επέμβαση των κομμάτων στη διοίκηση των αγροτικών συνεταιρισμών θεσμοθετήθηκε δια νόμου, οι συνεταιρισμοί συνεχίζουν να βιώνουν τις αρνητικές συνέπειες αυτής της πολιτικής.

Σύμφωνα με τους συμμετέχοντες, οι αγροτικοί συνεταιρισμοί της Μεσσηνίας παραμένουν διασπασμένοι, αφού ακόμα και οι βασικές αποφάσεις ενός παραγωγού να εισέλθει ή να παραμείνει ως μέλος σε ένα συνεταιρισμό, λαμβάνονται με βάση την κομματική πλειοψηφία στο διοικητικό συμβούλιο του συνεταιρισμού. Όσο ισχύει αυτή η λογική, είπαν οι συμμετέχοντες, η ορθολογική λειτουργία των συνεταιρισμών προς όφελος των μελών τους είναι εξαιρετικά δύσκολη. Επιπλέον, η κομματική διάσπαση των συνεταιρισμών και η συνακόλουθη προσπάθεια των κομματικών μηχανισμών να συγκεντρώσουν το μεγαλύτερο δυνατό αριθμό ψήφων, οδηγούν στην παράλογη κατάσταση να προσέρχονται και να ψηφίζουν παραγωγοί-μέλη, οι οποίοι δεν είναι ενεργά μέλη του συνεταιρισμού.

Αναφέρθηκε, συγκεκριμένα, το παράδειγμα συνεταιρισμού, όπου την απόφαση για το αν θα πωληθεί το ελαιόλαδο μια συγκεκριμένη χρονιά σε συγκεκριμένο αγοραστή την έλαβαν από κοινού τόσο ενεργά μέλη όσο και εκείνα που τη χρονιά εκείνη δεν είχαν καμία συναλλαγή με το συνεταιρισμό».

17) Η συνεχής τροποποίηση της συνεταιριστικής νομοθεσίας δημιουργεί ένα ασταθές και απρόβλεπτο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των αγροτικών συνεταιρισμών, εντός του οποίου η όποια συνεταιριστική επιτυχία θεωρείται πρόσκαιρη εξαίρεση, παρά ο κανόνας. Επιπλέον, μέσω των συνεχών αυτών τροποποιήσεων της νομοθεσίας εισάγονται περιορισμοί οι οποίοι δυσχεραίνουν την οικονομικά αποδοτική λειτουργία των συνεταιρισμών.

18) Από τα διαθέσιμα στοιχεία φαίνεται ότι τα προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζουν οι ελαιοπαραγωγοί, έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση της παραγόμενης ποσότητας, γεγονός που εν μέρει μόνο οφείλεται στις άσχημες καιρικές συνθήκες ορισμένων ετών.

19)Το πολύ μικρό ποσοστό παραγωγών οι οποίοι συμμετέχουν ενεργά σε κάποιον αγροτικό συνεταιρισμό της Μεσσηνίας πρέπει να αποτελέσει πηγή προβληματισμού εξίσου για τους ίδιους τους παραγωγούς, τις ηγεσίες των συνεταιρισμών, αλλά και όσους χαράζουν κρατικές πολιτικές για τη γεωργία.

Προτάσεις

Ακολούθως, στη μελέτη υπογραμμίζεται ότι η βιωσιμότητα της αγροτικής οικονομίας της Μεσσηνίας εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από την εφαρμογή των παρακάτω προτάσεων για το μετασχηματισμό του αγρο-διατροφικού συστήματος της Μεσσηνίας, με έμφαση στην αγροτική παραγωγή και τις συλλογικές επιχειρήσεις τους:

1. Αποτύπωση της πραγματικής κατάστασης της αγροτικής παραγωγής και οικονομίας της Μεσσηνίας, ώστε η χάραξη πολιτικών να βοηθά στη χάραξη και εφαρμογή αποτελεσματικών εθνικών στρατηγικών. Θα πρέπει να διασφαλιστεί η ανάρτηση και συγκέντρωση των οικονομικών καταστάσεων των αγροτικών συνεταιρισμών και των ομάδων παραγωγών στην πλατφόρμα του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, έστω και μέσω των δηλώσεων στην πλατφόρμα MyAdde. Σε επόμενη φάση θα μπορούσε να εξεταστεί η πιθανότητα ο κάθε φορέας να συγκεντρώνει αντίστοιχα στοιχεία ανά μέλος του. Η εφαρμογή αυτών αποτελεί προϋπόθεση για να αναδειχθούν τα προβλήματα, αλλά και να σχεδιαστούν εύστοχες παρεμβάσεις.

2. Βιωματική επιχειρηματική και συνεταιριστική εκπαίδευση σε όλα τα επίπεδα (παραγωγοί, μέλη συνεταιρισμών, μέλη διοίκησης και μάνατζμεντ συνεταιρισμών και ομάδων παραγωγών). Η εκπαίδευση αυτή θα έχει πρωταρχικούς σκοπούς την αλλαγή νοητικού μοντέλου και την απόκτηση πρακτικών γνώσεων. Τέτοιες γνώσεις, για παράδειγμα, είναι η οργάνωση και διοίκηση σύγχρονων αγροτικών συνεταιρισμών, η χάραξη και υλοποίηση μακροχρόνιας στρατηγικής, η αποτελεσματική επίβλεψη της/του διευθύντριας/ντή, η κατανόηση και ανάλυση χρηματοοικονομικών καταστάσεων συνεταιρισμών, η χάραξη ολοκληρωμένης πολιτικής μελών, ο σχεδιασμός μακροχρόνιας εμπορικής πολιτικής και επενδύσεων, μέθοδοι προσέλκυσης κεφαλαίων κ.ά.

3. Συνεργασία σε όλα τα επίπεδα (παραγωγοί, συνεταιρισμοί, αγοραστές, καταναλωτές, Πολιτεία). Μόνο με ευρύτερες συνεργασίες θα καταστεί βιώσιμη η αγροτική παραγωγή της Μεσσηνίας. Η πρωτοβουλία για τέτοιες συνεργασίες θα πρέπει να ανήκει στους συνεταιρισμούς και τα μέλη τους. Ωστόσο, ο ρόλος της Πολιτείας είναι διακριτός και σημαντικός. Περιλαμβάνει τη θέσπιση και τήρηση κανόνων και συστημάτων πιστοποίησης, την έρευνα σε θέματα που αφορούν άμεσα στους παραγωγούς και τους συνεταιρισμούς τους, την παροχή εκπαίδευσης σε όλα τα επίπεδα, με στόχο να αντιστραφεί η αρνητική εντύπωση πολλών πολιτών σχετικά με τους αγροτικούς συνεταιρισμούς κ.ά.

4. Η προσέλκυση μεγάλου αριθμού παραγωγών στους αγροτικούς συνεταιρισμούς θα πρέπει να αποτελέσει στόχο πολιτικής, αλλά και στόχο των ηγεσιών των συνεταιρισμών. Η παροχή κινήτρων προς αυτή την κατεύθυνση, στοχεύοντας τόσο τους επαγγελματίες αγρότες όσο και όσες/όσους δεν είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, είναι απαραίτητη. Ο εξαναγκασμός σε συνεργασία, μακροπρόθεσμα, ποτέ δεν επέφερε θετικό αποτέλεσμα. Η παροχή κατάλληλα σχεδιασμένων κινήτρων, τα οποία θα λαμβάνουν υπόψη τους τη σημερινή πραγματικότητα και τις αναδυόμενες αλλαγές, είναι περισσότερο επιτακτική από κάθε προηγούμενη χρονική περίοδο.

5. Δημιουργία ευέλικτων θεσμικών πλαισίων και εξασφάλιση της τήρησης των κανόνων που προβλέπουν, π.χ., πιστοποίηση ΠΟΠ, συνεταιριστική νομοθεσία κ.λπ.

6. Παροχή εξειδικευμένων, υψηλής ποιότητας συμβουλών στους παραγωγούς και στους συνεταιρισμούς τους.

7. Σχεδιασμός πολιτικών με βάση τις πραγματικές ανάγκες των παραγωγών, ο οποίος μπορεί να επιτευχθεί μόνο με πραγματική εμπλοκή τους στην όλη διαδικασία από την ημέρα -1.

8. Ανάληψη της ευθύνης, η οποία αναλογεί σε καθέναν εμπλεκόμενο/η στην κάθετη αλυσίδα παραγωγής και εμπορίας. Σε αυτούς/ές περιλαμβάνονται οι ίδιοι οι παραγωγοί, οι συλλογικές επιχειρήσεις τους, οι εταίροι τους (αγοραστές προϊόντων και πωλητές εφοδίων και υπηρεσιών), αλλά και οι θεσμοί της Πολιτείας, οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με τη δημιουργία των συνθηκών εκείνων που απαιτούνται για την αγροτική ανάπτυξη της Μεσσηνίας. Ωστόσο, για να είναι αποτελεσματική η ανάληψη οποιασδήποτε καλοπροαίρετης πρωτοβουλίας, αυτή θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει από την αρχή όλους όσους θα επηρεάσει.

9. Κεντρική υποστήριξη (έστω πιλοτικά) σε συλλογικές κοινές προσπάθειες αγροτικών συνεταιρισμών και ομάδων παραγωγών για ανάπτυξη των εξαγωγών. Ο πειραματισμός με πρωτότυπα χαμηλού κόστους θα επιτρέψει τη διερεύνηση πιθανών στρατηγικών χωρίς το φόβο του μεγάλου κόστους σε περίπτωση αποτυχίας. Στη συνέχεια, μέσω πιλοτικών δράσεων, μπορούν οι συνεταιρισμοί να αναπτύξουν το πιο ταιριαστό σε κάθε περίπτωση μοντέλο εξαγωγών, το οποίο μετά θα αναπτύξουν σε πλήρη κλίμακα.

10. Συλλογική αξιοποίηση, μέσω ισχυρών συνεταιρισμών, των ευκαιριών που δημιουργούνται λόγω των αλλαγών στις διεθνείς αγορές και στις καταναλωτικές τάσεις. Η βιωματική εκπαίδευση και ενδυνάμωση των αγροτών αποτελεί σημαντική προϋπόθεση για την ανάπτυξη της γεωργίας της Μεσσηνίας μέσω συνιδιόκτητων επιχειρήσεων των ίδιων των παραγωγών.

Συνεταιριστική τράπεζα

11. Δημιουργία κατάλληλων, χαμηλού κόστους, χρηματοδοτικών εργαλείων για την κάλυψη των αναγκών των παραγωγών και των συνεταιρισμών/Ο.Π. τους. Η ανάγκη μιας συνεταιριστικής τράπεζας ιδιοκτησίας των αγροτικών συνεταιρισμών μπορεί να φαντάζει δύσκολη ή ακόμα και εξωπραγματική, αποτελεί, όμως, προϋπόθεση, μαζί με την εξασφάλιση ευρωπαϊκών κονδυλίων, για τη χαμηλότοκη χρηματοδότηση της αγροτικής παραγωγής και εμπορίας. Τα παραδείγματα πολλών άλλων χωρών, τόσο στην Ευρώπη όσο και σε άλλες ηπείρους, δείχνουν το δρόμο.

12. Επενδύσεις για τη δημιουργία ή ανανέωση των απαραίτητων υποδομών, με τις οποίες οι αγροτικοί συνεταιρισμοί και οι ομάδες παραγωγών θα μπορέσουν να βοηθήσουν τα μέλη τους, με στάνταρντ 21ου αιώνα. Ένας συνδυασμός ιδιωτικών (συνεταιριστικών) και κρατικών επεμβάσεων απαιτούνται για την υλοποίηση τέτοιων επενδύσεων. Η συμπερίληψη στα ποικίλα αναπτυξιακά προγράμματα, τα οποία συγχρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τέτοιων επενδύσεων, ώστε το συνολικό κόστος για παραγωγούς και συνεταιρισμούς να μειωθεί σημαντικά, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ανανέωση απαρχαιωμένων υποδομών και τη δημιουργία νέων.

13. Εξεύρεση της καταλληλότερης μορφής συνεταιριστικής οργάνωσης των παραγωγών με στόχο τη δημιουργία μεγάλων, βιώσιμων αγροτικών εκμεταλλεύσεων, με χαμηλό κόστος παραγωγής, κατάλληλες υποδομές, πρόσβαση σε χαμηλού κόστους χρηματοδότηση και κερδοφόρες αγορές. Στο πλαίσιο αυτό είναι ίσως σκόπιμο να εξεταστεί η σκοπιμότητα της από κοινού καλλιέργειας από τα μέλη ενός συλλογικού φορέα, με τελικό στόχο τη σύγκλιση και ελαχιστοποίηση του μέσου κόστους παραγωγής.

Υψηλό κόστος παραγωγής

14. Το σημαντικό πρόβλημα του υψηλού κόστους παραγωγής χρήζει άμεσης και τεχνολογικά ενήμερης αντιμετώπισης. Για παράδειγμα, το υψηλό κόστος γεωργικών εισροών θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με τη δημιουργία ενός κεντρικού σημείου πώλησης (Hub), το οποίο θα συγκεντρώνει τις παραγγελίες των παραγωγών και των συνεταιρισμών τους, με αποτέλεσμα τη μείωση του σχετικού κόστους ανά παραγωγό.

Επόμενο βήμα θα μπορούσε να είναι η συνεργασία ευρύτερων συνεταιριστικών σχημάτων ολόκληρης της Περιφέρειας Πελοποννήσου (αλλά και στο σύνολο της χώρας) για τη δημιουργία τεχνολογικά άρτιων μονάδων παραγωγής των εισροών εκείνων των οποίων η συγκεντρωτική αγορά δεν επιλύει το πρόβλημα του υψηλού κόστους (π.χ. λόγω μονοπωλιακής οργάνωσης της σχετικής αγοράς). Αντίστοιχα, η από κοινού οργανωμένη χρήση συνεργείων συλλογής καρπού και κλαδέματος ελαιοδέντρων μπορεί να εξασφαλίσει, αφενός, την έγκαιρη συγκομιδή και, αφετέρου, ένα μειωμένο συνολικό εργατικό κόστος ανά εκμετάλλευση. Τέλος, ο στόχος του κοινού κόστους παραγωγής ανά αγροτικό συνεταιρισμό/παραγωγό, τον οποίο διατύπωσαν οι συμμετέχοντες στην ομάδα εστίασης, αλλά και μεμονωμένοι παραγωγοί σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις με μέλη της ερευνητικής ομάδας, μπορεί να επιτευχθεί με την οργανωμένη συνεργασία των παραγωγών στο πλαίσιο των αγροτικών συνεταιρισμών και των ομάδων παραγωγών τους. Μια τέτοια συνεργασία δε θα εξαντλείται στην από κοινού πώληση του ελαιολάδου, αλλά θα επεμβαίνει σε όλα τα στάδια της παραγωγής και διαχείρισης του προϊόντος, με σκοπό τη δημιουργία υπεραξίας προς όφελος των ίδιων των παραγωγών.

Ευκαιρίες

Η μελέτη καταλήγει ότι με την υιοθέτηση αυτών των προτάσεων θα είναι εφικτή η αξιοποίηση ευκαιριών που αναδείχθηκαν τόσο από τη συζήτηση με παραγωγούς όσο και σε βιβλιογραφική έρευνα της ομάδας έργου.

Αυτές οι ευκαιρίες είναι:

•Αυξανόμενη διεθνής ζήτηση για αγροδιατροφικά προϊόντα, ιδιαίτερα για όσα χαρακτηρίζονται από υψηλή ποιότητα, η οποία μπορεί να πιστοποιηθεί.

•Συνεχής ανάπτυξη του τουριστικού κλάδου της Μεσσηνίας, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ζήτηση για τα τοπικά προϊόντα, τόσο κατά την παραμονή των επισκεπτών όσο και μετά, η οποία μένει σε σημαντικό βαθμό ανεκμετάλλευτη.

•Σχετικά εύκολη ανάπτυξη ισχυρού εμπορικού σήματος (brand name) για το μεσσηνιακό ελαιόλαδο και τις ελιές Καλαμών, τα οποία είναι γνωστά και εκτός συνόρων, ιδιαίτερα σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

•Δυνατότητα σύμπραξης με εκπροσώπους άλλων κλάδων, οι οποίοι έχουν ήδη αναπτύξει διεθνή δίκτυα πώλησης για τα προϊόντα τους (π.χ. κλάδος οίνου).

•Πιθανότητα συνεργασιών με συνεταιρισμούς άλλων περιοχών της χώρας και του εξωτερικού για την από κοινού δημιουργία και εκμετάλλευση δικτύων πωλήσεων, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.

Της Βίκυς Βετουλάκη