Μια γυναίκα από τη Λιθουανία γνωρίζει τα βουνά μέσα από τον ορειβατικό σύλλογο (φωτογραφίες)

Μια γυναίκα από τη Λιθουανία γνωρίζει τα βουνά μέσα από τον ορειβατικό σύλλογο (φωτογραφίες)

Το όνομά μου είναι Lina, είμαι από τη Λιθουανία, και εδώ και λίγο καιρό ζω στην Καλαμάτα. Πριν από λίγο καιρό έμαθα ότι στην Καλαμάτα υπάρχει ορειβατικός σύλλογος.
 
            Όταν το έμαθα αυτό ήμουν σίγουρη ότι θα ενταχθώ σε αυτόν και το έκανα. Αυτή θα ήταν η δεύτερη εξόρμηση με τον  ορειβατικό σύλλογο. Αλλά και πάλι, από την αρχή δεν ήξερα κανέναν, εκτός από λίγα άτομα που γνώρισα στην προηγούμενη εξόρμηση .
 
             Όπως γνωρίζετε, η Λιθουανία δεν διαθέτει βουνά, παρά μόνο λόφους και πολλές λίμνες από την εποχή των παγετώνων. Δεν είχα βρεθεί ποτέ σε βουνά πριν. Θέλω να πω ,πραγματικά πάνω σε βουνά, και όχι απλά διασχίζοντας ορεινούς δρόμους μέσα σε κάποιο όχημα . Ήμουν λίγο ανήσυχη αν θα κατάφερνα να το φέρω εις πέρας καθώς θα έπαιρνε περισσότερο από δύο ημέρες. Αλλά τελικά η απόφαση είχε ληφθεί και το λεωφορείο ξεκίνησε. Μπροστά μας είχαμε ένα πολύ μακρύ Σαββατοκύριακο με πολλές περιπέτειες. Ξεκινήσαμε το ταξίδι μας το απόγευμα της Παρασκευής, οικογένειες με παιδιά, έμπειροι ορειβάτες και εγώ.
 
            Το ταξίδι ήταν αρκετά μεγάλο. Έπρεπε να προσεγγίσουμε την ΒΔ ηπειρωτική Ελλάδα από τα νότια της Πελοποννήσου μέσω της περίφημης γέφυρα του Ρίου – Αντίριου. Στην Πάτρα, ορισμένοι συνάδελφοι πεζοπόροι ενώθηκαν μαζί μας. Φθάσαμε στο Καταφύγιο στη Βωβούσα στην Πίνδο αργά το βράδυ. Όταν βγήκα από το λεωφορείο, ήμουν πραγματικά χαρούμενη γιατί ένα ζεστό κρεβάτι με περίμενε. Η ψύχρα ήταν αρκετά δυνατή, αλλά  μέσα στο καταφύγιο έκανε πραγματικά πολύ ζέστη .
 
            Το επόμενο πρωί ξυπνήσαμε νωρίς. Το λεωφορείο μας βοήθησε να φτάσουμε στο χωριό της Βωβούσα. Από εκεί ξεκινήσαμε την ανάβαση. Στόχος του Σαββάτου ήταν να φτάσουμε στην κορυφή “Αβγό” του βουνού. Ήταν σε περισσότερο από δύο χιλιάδες μέτρα υψόμετρο και είναι η υψηλότερη κορυφή του Εθνικού Πάρκου της Βάλια Κάλντα. Κατά τη διαδρομή μέχρι εκεί έμεινα έκπληκτη από τα πολύ μεγάλα δέντρα, τα οποία ήταν ηλικίας εκατοντάδων χρόνων . Το βουνό μας καλωσόρισε με ωραία κίτρινα φύλλα και τη φύση του φθινοπώρου. Η ανάβαση ήταν απότομη και έτσι κάναμε κάποιες στάσεις για να τσιμπολογήσουμε και να μιλήσουμε λίγο. Δεν καταλάβαινα ελληνικά, αλλά πάντα προσπαθούσα να ακούω και ήταν ωραίο που οι άνθρωποι προσπαθούσαν να μου μιλήσουν και να μου εξηγήσουν. Το συναίσθημα όταν φτάσαμε στην κορυφή ήταν εκπληκτικό. Από την κορυφή του βουνού μπορούσαμε να δούμε μεγάλους ορεινούς όγκους της Ελλάδας σε μια πολύ ευρεία περιοχή. Στο βάθος φαινόταν ως και ο Όλυμπος. Πολλές όμορφες εικόνες της φύσης και των ανθρώπων σε αυτό .
 
            Από την κορυφή μιά ομάδα πήγε πιο βαθιά μέσα στο δάσος και έμεινε έξω όλη τη νύχτα. Εμείς επιστρέψαμε στο καταφύγιο . Η επιστροφή ήταν πιο εύκολη και πραγματικά πολύ αστεία. Χάρη στην Νατάσα , είχα την ευκαιρία να μάθω μερικούς παραδοσιακούς  ελληνικούς χορούς και τραγούδια .
 
            Θα ήθελα να αναφέρω ότι τα φυτά, τα δέντρα (εκτός από το ανάγλυφο του εδάφους) ήταν αρκετά παρόμοια με αυτά της χώρας μου. Μόνο τα φύλλα από τα δέντρα είναι πολύ μικρότερα εδώ και σε εμάς έχουν πιο κόκκινο χρώμα. Κατά τη διάρκεια της πεζοπορίας αναγνώρισα τέσσερα ή πέντε εδώδιμα είδη μανιταριών σαν αυτά που έχουμε στη Λιθουανία . Ήταν κάτι το εκπληκτικό  γιατί σε διάφορες περιοχές, το ίδιο είδος των μανιταριών θα μπορούσε να έχει διαφορετική εμφάνιση. Θα πρέπει κανείς να τα γνωρίζει πολύ καλά, αν δεν θέλει να τα δοκιμάσει για πρώτη και τελευταία φορά. Το βράδυ μαγειρέψαμε μερικά στο λάδι και ήταν υπέροχα. Θυμήθηκα πάρα πολύ την πατρίδα μου και πόσο μου είχαν λείψει τα άγρια μανιτάρια του δάσους. Η μόνη διαφορά είναι ότι στη Λιθουανία αυτό το είδος των μανιταριών τα ψήνουμε στο βούτυρο αφού τα πασπαλίσουμε με λίγο αλεύρι . Γίνονται  τραγανά και πολύ, πολύ νόστιμα και ίσως θα πρέπει να τα δοκιμάσετε και με αυτόν τον τρόπο.
 
            Την Κυριακή όλοι μαζί θα πηγαίναμε στον πυρήνα του πάρκου της Βάλια Κάλντα δίπλα στο Αρκουδόρεμα. Ήμουν λίγο μπερδεμένη σχετικά με την ώρα γιατί τύχαμε στην αλλαγή από τη θερινή στη χειμερινή και έτσι δεν φύγαμε και τόσο νωρίς. Αυτή η πεζοπορία θα έπρεπε να ήταν πολύ πιο εύκολη από αυτή του Σαββάτου διότι δεν ήταν τόσο απότομη. Αλλά συναντήσαμε  κάποιες δυσκολίες όταν φτάσαμε στα ποτάμια. Για κάποιους από τους μικρούς μας φίλους ήταν πάρα πολύ δύσκολο . Οι ποταμοί που διασχίζουν την περιοχή του πάρκου έχουν πολύ καθαρά νερά, αλλά είναι πολύ πολύ κρύοι. Δυστυχώς ο ρυθμός μας δεν μας επέτρεψε να φθάσουμε πιο βαθιά μέσα στο δρυμό καθώς έπρεπε να έχουμε χρόνο να επιστρέψουμε πριν το ηλιοβασίλεμα. Έτσι φτιάξαμε στο έδαφος ένα μικρό “αριστούργημα τέχνης” , για να το δει η άλλη ομάδα του συλλόγου που ερχόταν από την άλλη πλευρά, και γυρίσαμε πίσω. Στην επιστροφή, πάλι μέσα από τα ποτάμια, προσπαθούσαμε να διατηρήσουμε την ισορροπία μας για να μην βραχούμε. Ήταν μια μικρή πρόκληση για μένα, αλλά ευτυχώς όλοι τα πήγαν περίφημα χωρίς υγρά ατυχήματα. Το εθνικό πάρκο της Πίνδου θεωρείται ως μία από τις πιο σημαντικές προστατευόμενες περιοχές στην Ελλάδα . Το πάρκο είναι μία από τις τρεις περιοχές στην Ελλάδα που φιλοξενεί έναν πληθυσμό της Ευρασιατικής καφέ αρκούδας ( Ursus arctos arctos ). Περίμενα τόσο πολύ να συναντήσουμε μία από αυτές , αλλά δυστυχώς (ή μήπως ευτυχώς;) δεν τα καταφέραμε .
 
            Στο καταφύγιο φτάσαμε πριν το ηλιοβασίλεμα και είχαμε λίγο χρόνο για τον εαυτό μας. Μερικοί από εμάς πήγαν στη Βωβούσα, ένα πολύ όμορφο μικρό χωριό, το οποίο έχει ένα πολύ παλιό πέτρινο γεφύρι και στο οποίο μπορείς να αισθανθείς την πραγματική ελληνική ζωή του χωριού. Επιστρέφοντας το βράδυ έμεινα κατάπληκτη από το σκοτεινό καθαρό ουρανό γεμάτο με πολλά αστέρια, που δεν μπορούσαμε να δούμε στην πόλη. Το βράδυ ήμουν λίγο κουρασμένη και πολύ σύντομα πήγα στο πάνω μέρος της κουκέτας μου για ύπνο. Οι Έλληνες δεν ήταν τόσο βαρετοί όπως εγώ, και μετά από τόσες πολλές ώρες περπάτημα, μπόρεσαν να μείνουν σχεδόν μέχρι το πρωί με χορούς τραγούδια , και την επόμενη μέρα να είναι γεμάτοι ενέργεια . Εκπληκτικό ! Θα πρέπει να  συνηθίσω να το κάνω και γω αυτό, αλλά φαίνεται εξαιρετικά δύσκολο.
 
            Τη Δευτέρα κατά την επιστροφή μας στην Καλαμάτα επισκεφτήκαμε το Μέτσοβο. Είναι ένα παραδοσιακό χωριό που φημίζεται για το καπνιστό τυρί του, το ”Μετσοβόνε”. Όλα τα καταστήματα ήταν γεμάτα από διάφορα τυροκομικά και καταλαβαίνετε ότι οι ντόπιοι τα αγαπούν. Εκεί δοκίμασα και πολύ καλή τυρόπιτα . Ήμασταν πολύ τυχεροί γιατί η επίσκεψή μας σ’αυτό το ορεινό χωριό συνέπεσε  με τον εορτασμό της  εθνικής γιορτής . Ήταν όμορφο να βλέπω τους παραδοσιακούς χορούς , τις παραδοσιακές φορεσιές και τα πρόσωπα χαρούμενων ανθρώπων γύρω μου. Καθίσαμε μόνο μία ώρα και αυτό δεν ήταν αρκετό . Περίμενα να φύγουμε αρκετά αργότερα από το προγραμματισμένο σύμφωνα με την ελληνική συνήθεια, αλλά αυτή τη φορά φύγαμε ακριβώς στην ώρα μας . Και όλο το λεωφορείο έχασε την ευκαιρία να δει τη Νατάσα να χορεύει τους τοπικούς χορούς.
 
            Μια άλλη πόλη στο πρόγραμμα της Δευτέρας ήταν τα Ιωάννινα με την πολύ όμορφη παλιά πόλη, το κάστρο, μια μεγάλη λίμνη με ένα εσωτερικό νησί και πολλές ιστορίες σχετικά με τον άλλοτε άρχοντα, τον Τουρκαλβανό Αλή Πασά. Επισκεφθήκαμε κάποια μικρά μουσεία με κοσμήματα και βυζαντινές εικόνες. Και πάλι μία ώρα δεν ήταν αρκετή, αλλά μέχρι Καλαμάτα είχαμε πολύ δρόμο . Για το επιδόρπιο σταματήσαμε  σε ένα κατάστημα με μπακλαβά και πολλά  διαφορετικά γλυκά τύπου μπακλαβά . Δεν έχω ξαναδεί τέτοιο μεγάλο κατάστημα μόνο για μπακλαβά και  είχα την ευκαιρία να ρίξω μια ματιά στο εργαστήριο για να δω πώς τα έφτιαναν οι γυναίκες.
 
            Και πάλι μέσω Πάτρας , με τραγούδια και χορούς με τη Νατάσα στο λεωφορείο , τελικά φτάσαμε Καλαμάτα . Το ταξίδι ήταν καταπληκτικό . Ευχαριστώ τους νέους φίλους μου για την παρέα, το υπέροχο Σαββατοκύριακο και ελπίζω  να είμαστε μαζί  και σε πολλά άλλα ταξίδια !
 
Πρωτότυπο κείμενο στα Αγγλικά από Lina Šuminaitė
Μετάφραση Ηλίας Γιαννακόπουλος