Nίκος Ηλιόπουλος: “Να μην περιμένουμε οι άλλοι να αλλάξουν τη ζωή μας”


ΕΝΑΣ ΚΑΛΑΜΑΤΙΑΝΟΣ ΣΤΟΧΑΣΤΗΣ ΔΙΝΕΙ ΤΙΣ ΔΙΚΕΣ ΤΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ

Του Αντώνη Πετρόγιαννη

Από το 2009 και εντεύθεν αυτό που απασχολεί την ελληνική κοινωνία είναι να βρει μια καθαρή απάντηση στο ερώτημα: «Ποιες αιτίες μας έφεραν ως εδώ, και κυρίως τι πρέπει να κάνουμε;».
Στο μεσοδιάστημα δόθηκαν αρκετές απαντήσεις. Κυριάρχησε η ρήση του πρώην υπουργού, Θ. Πάγκαλου, ότι λαός και πολιτική εξουσία «μαζί τα φάγαμε», αλλά και μια σειρά επιχειρημάτων ότι η κύρια αιτία ήταν το υπάρχον πολιτικό σύστημα, που αποδόθηκε από πολλούς συγγραφείς και ως «κλεπτοκρατία».
Ένας δικός μας άνθρωπος, ο κοινωνιολόγος Νίκος Ηλιόπουλος, μέσα από τη δράση και τα βιβλία του, προσπαθούσε πολύ πριν σκάσει η ελληνική φούσκα να περιγράψει το πρόβλημα.

Ποιος είναι
Ο Νίκος Ηλιόπουλος γεννήθηκε το 1952 στην Καλαμάτα. Συμμετείχε ενεργά στο αντιδικτατορικό κίνημα και υπήρξε μέλος του ΚΚΕ εσωτερικού. Από το 1986 ζει στο Παρίσι. Απέκτησε το Δίπλωμα της Σχολής Ανωτάτων Σπουδών Κοινωνικών Επιστημών με ένα σύγγραμμα που φέρει τον τίτλο «Πολιτική συμμετοχή και πολιτική απάθεια στη σημερινή Ελλάδα 1960-1990», υπό τη διεύθυνση του Κορνήλιου Καστοριάδη.
Το πολύπλευρο έργο του σημαντικότατου αυτού στοχαστή, ο οποίος ήταν δάσκαλός του σεβαστός και φίλος ακριβός, τροφοδοτεί έκτοτε τις δικές του ανησυχίες και εμπνέει τις δικές του έρευνες.
Είναι διδάκτωρ «Κοινωνικών Επιστημών» (Πανεπιστήμιο Paris X) και η διατριβή του έχει τίτλο: “Participation et apathie politiques dans la France contemporaine (Ve Republique de 1958 a nos jours)” [“Πολιτική συμμετοχή και πολιτική απάθεια στη σημερινή Γαλλία (5η Republique, από το 1958 ώς σήμερα)], Αtelier National de Reproduction des Theses, Lille 2005.

Απαντήσεις
Τα περισσότερα δοκίμια που έχει δημοσιεύσει επιχειρούν να αγγίξουν τα ουσιαστικά ζητήματα της νεοελληνικής κοινωνίας, που παραμένουν πολιτικά με όλη τη σημασία της λέξης. Πολιτικά σημαίνει, εκτός πολλών άλλων, ότι όσο και αν η σκέψη προσπαθεί να τα συλλάβει και να τα διατυπώσει, άλλο τόσο δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν χωρίς τη συμβολή όλων των πολιτών και του καθενός χωριστά. Η πολιτική σκέψη είναι πρώτα και κύρια υπόθεση προσωπικής γνώμης. Ο διάλογος, όμως, μπορεί να αποτελέσει το έναυσμα για να δημιουργηθεί η ορθή πολιτική πράξη που θα αντιμετωπίσει συλλογικά πια τα κρίσιμα ζητήματα και θα δώσει τη δυνατότητα στον καθένα να συνδέσει την πολιτική πράξη με ατομικές στάσεις.
Το κύριο ζήτημα είναι το πολιτικό καθεστώς και η καθεστωτική πολιτική, που εντάσσεται τελικά στους κόλπους του, εγκλωβίζοντας ζωντανές δυνάμεις στη φρούδα ελπίδα μιας αλλαγής από τα πάνω και από τα έξω. Από τα πάνω, δηλαδή με την κατάκτηση της κυβερνητικής εξουσίας, εύκολο πράγμα χάρη στα καλπονοθευτικά εκλογικά συστήματα.
Από τα έξω, με πολλές έννοιες, μεταξύ των οποίων η πρώτη είναι η απόκρυψη των ενδογενών αιτιών και η δεύτερη η αυταπάτη ότι μπορούν τα πράγματα να αλλάξουν, ακόμα και αν κανείς δεν αλλάζει νοοτροπία και καθημερινή πρακτική.
Η καθεστωτική πολιτική έχει τρία κύρια χαρακτηριστικά. Ασφυκτικά περιορισμένη θεματική, που περιφρονεί τα ουσιαστικά ζητήματα της κοινωνίας. Ασφυκτικά περιορισμένες και φοβερά ελεγχόμενες μορφές συλλογικής δράσης, που καταδικάζουν τις κινητοποιήσεις στην ήττα και την απογοήτευση. Και το πιο σημαντικό, χωρίζει απόλυτα τη συλλογική δράση, αναγκαία για να αλλάξει η κοινωνική πραγματικότητα, από την αντίστοιχη ατομική στάση ζωής, που είναι εξίσου αναγκαία για να αλλάζουν οι νοοτροπίες που θα αλλάζουν την πραγματικότητα.
Η συλλογική και η ατομική αυτονομία γίνονται έτσι επίκαιρες όσο ποτέ. Αν δε θέλουμε να είμαστε ατομικά ετερόνομοι, δεν είναι δυνατό να περιμένουμε τον άλλον, τον έτερο, να αλλάξει τη ζωή μας, στην επίκαιρη καθημερινότητά της. Αν δε θέλουμε να είμαστε συλλογικά ετερόνομοι, δεν είναι δυνατό να περιμένουμε να αλλάξει άλλο από αυτό που η ίδια η πραγματικότητα απαιτεί: απόρριψη της καθεστωτικής πολιτικής των ψηφοφόρων για να δημιουργηθεί η πολιτική των ελεύθερων πολιτών. Καθώς είμαστε πολλοί και είναι πολλές οι πτυχές της κοινής μας ζωής, άλλες στάσεις ζωής, πέρα από τη μία και πεπατημένη, θα συνοδεύουν αυτή τη δημοκρατική πολιτική της αυτονομίας.
Απορρίπτοντας τη φιλολογία της κρίσης και του οικονομισμού, ο Νίκος Ηλιόπουλος θα μιλήσει για το τέλος των αξιών, της θρησκείας, της οικογένειας, της παιδείας, της εργασίας. Και παράλληλα για τις πηγές έμπνευσης μιας αυτόνομης κοινωνίας, τη συλλογική αυτοκυβέρνηση, τον έρωτα, την φιλία, τα πολλά νοήματα ζωής.