«Στέγνωσε» η αγορά στη Μεσσηνία


Η δραματική κατάσταση στην οποία περιέρχεται ημέρα με την ημέρα η αγορά εξαιτίας της έλλειψης ρευστότητας, δοκιμάζει τα όρια αντοχής των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στη Μεσσηνία και υπονομεύει την ανάκαμψη συνολικά της περιοχής μας.
Το χειρότερο, όμως, είναι ότι η διαρκής επιδείνωση της κατάστασης εγκυμονεί τον κίνδυνο νέου κύκλου λουκέτων, απολύσεων και ανεργίας στον κλάδο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που εξακολουθούν να αποτελούν τη λυδία λίθο της οικονομίας μας. Η αγορά έχει «στεγνώσει», αφού η δυνατότητα δανειοδότησης είναι ανύπαρκτη, ενώ η αγοραστική κίνηση έχει περιοριστεί θεαματικά, με τους καταναλωτές να είναι διστακτικοί και να περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα.
Οι αριθμοί λένε τη δική τους αλήθεια. Σύμφωνα με τους εμπορικούς συλλόγους της Μεσσηνίας, η κίνηση την περίοδο των εορτών, αλλά και το επόμενο διάστημα, σημειώνει συνεχώς κάμψη.
Στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας από το Επιμελητήριο Μεσσηνίας για το 2014, καταδεικνύουν την άσχημη κατάσταση. Υπήρξαν 549 νέες εγγραφές επιχειρήσεων και 700 διαγραφές.
Ειδικότερα, η οικονομική ύφεση έπληξε τη μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων της αγοράς. Στην Καλαμάτα υπήρξαν 288 εγγραφές και 337 διαγραφές, στους Γαργαλιάνους 14 νέες εγγραφές και 40 διαγραφές, στην Καρδαμύλη 5 εγγραφές και 3 διαγραφές, στην Κορώνη η κατάσταση παρέμεινε στάσιμη (7 διαγραφές- 7 εγγραφές), στην Κυπαρισσία είχαμε 18 εγγραφές και 36 διαγραφές, στη Μεσσήνη το αρνητικό ισοζύγιο ήταν 24 με 34, στην Πύλο 7 με 11, στα Φιλιατρά 10 με 20 και μόνο στη Στούπα υπήρξε βελτίωση της εικόνας με 8 νέες εγγραφές και 6 διαγραφές.
Εκείνο, δηλαδή, που θα μπορούσε να σχολιάσει κάποιος είναι ότι μόνο η Μάνη, η Κορώνη και κάπως η Πύλος άντεξαν στη λαίλαπα της κρίσης για 5η συνεχόμενη χρονιά.
Την ίδια καταθλιπτική εικόνα αποτυπώνουν και τα στοιχεία της ΙΜΕ- ΓΣΒΒΕ, αλλά και του προέδρου του παραρτήματος Μεσσηνίας, Θανάση Βασιλόπουλου. Όπως μας έλεγε, χθες, η πραγματικότητα είναι πολύ οδυνηρή για τη μεγάλη πλειοψηφία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων: τα χρέη πνίγουν τους επιτηδευματίες, οι τζίροι συρρικνώνονται και η οικονομική ακινησία καταστρέφει κάθε ελπίδα να μπει ρευστό στα ταμεία, ενώ η όλη κατάσταση εξουδετερώνει και κάθε διάθεση διεύρυνσης δραστηριοτήτων από την πλευρά των επιχειρήσεων.
 
Η έρευνα της ΓΣΒΕΕ
Με τη ρευστότητα να εξακολουθεί να αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα, το 20% εκτιμά ότι δε θα ανταποκριθεί στις φορολογικές υποχρεώσεις του 2015, με το 38,1% να έχει ήδη χρέη προς το ΟΑΕΕ και το 31,9% προς την εφορία. Ενδεικτικό ότι το 62,4% των επιχειρήσεων δήλωσε επιδείνωση στο δείκτη ρευστότητας.
Ενδιαφέρουσες είναι οι εκτιμήσεις και για την απόδοση των νέων ρυθμίσεων για ληξιπρόθεσμες οφειλές σε εφορία και ταμεία. Η ΓΣΕΒΕΕ εκτιμά ότι η νέα ρύθμιση των 100 δόσεων για τις ληξιπρόθεσμες φορολογικές οφειλές που ψηφίστηκε πρόσφατα θα διευκολύνει σε μεγάλο βαθμό τις επιχειρήσεις. Δε έχει, όμως, την ίδια άποψη για τη ρύθμιση των ασφαλιστικών οφειλών, στην οποία – όπως λέει- το πλαίσιο παραμένει ασφυκτικό.
Σε ό,τι αφορά την απασχόληση, οι προσδοκίες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων παραμένουν συγκρατημένες. Με βάση τη σημερινή οικονομική πραγματικότητα, οι καθαρές ροές απασχόλησης δεν αναμένεται να μεταβληθούν σημαντικά στο επόμενο εξάμηνο, επισημαίνεται στην έρευνα, γεγονός, που -όπως τονίζει η ΓΣΕΒΕΕ- σηματοδοτεί την ανάγκη λήψης μέτρων για την αύξηση της απασχόλησης.
Ενδεικτικό ότι το 44,4% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι αντιμετωπίζει δυσκολίες στην καταβολή των μισθών. Ιδιαιτέρως ανησυχητικό εύρημα είναι και ότι οι τάσεις επιλογής των ευέλικτων μορφών απασχόλησης παγιώνονται σε ποσοστά άνω του 40%.
Για «εύθραυστη αισιοδοξία», που είναι στο χέρι της κυβέρνησης να την ενδυναμώσει, μιλά η ΓΣΕΒΕΕ. Όπως σημειώνει η έκθεση, «η εύθραυστη αισιοδοξία των μικρών επιχειρήσεων για ένα καλύτερο μέλλον (προϊόν του εκλογικού αποτελέσματος) συναντά την αγωνία για την επόμενη ημέρα της ελληνικής οικονομίας και την ανάγκη επίσπευσης εφαρμογής πολιτικών και ρυθμίσεων που θα βγάλουν τις επιχειρήσεις από το επενδυτικό τέλμα και το φαύλο κύκλο υπερχρέωσης. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει από την έρευνα οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ για το β’ εξάμηνο του 2014 και προσδοκιών για το α’ εξάμηνο του 2015.
Όμως, ενώ εμφανίζεται να αποκλιμακώνεται η αρνητική δυναμική προσδοκιών που είχε αναπτυχθεί τα προηγούμενα χρόνια, το πόσο θα διαρκέσει αυτή κατάσταση συναρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη βούληση και τη δυνατότητα της νέας κυβέρνησης να εφαρμόσει πολιτικές και να εισάγει μέτρα που θα δώσουν ώθηση στην πραγματική οικονομία, την επιχειρηματικότητα, τις επενδύσεις, τη ρευστότητα, την απασχόληση».
 
Τα κυριότερα συμπεράσματα της έρευνας
Τα κυριότερα συμπεράσματα της έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ που έγινε σε συνεργασία με την εταιρεία ΜARC ΑΕ σε πανελλαδικό δείγμα 1009 πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων (0-49 άτομα προσωπικό), στο διάστημα 17 έως 26 Φεβρουαρίου 2015, έχουν ως εξής:
Οι περισσότερες επιχειρήσεις καταγράφουν αρνητικές επιδόσεις σε όλους τους δείκτες. Μόλις 1 στις 4 επιχειρήσεις παρουσίασε κέρδη τη χρήση που μας πέρασε, ενώ το 37,3% κατέγραψε ζημίες. Οι επιχειρήσεις με υψηλό κύκλο εργασιών και περισσότερο προσωπικό (>5 ατόμων) σημειώνουν καλύτερες επιδόσεις σε όλα τα μεγέθη. Στα υπόλοιπα μεγέθη, πάνω από τις μισές επιχειρήσεις διαπιστώνουν και σε αυτό το εξάμηνο μείωση του τζίρου (53,2%), της ζήτησης (55,2%), των παραγγελιών (58,9%).
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ, η συνολική πτώση στο τζίρο την τελευταία χρονιά άγγιξε το 13% (Φεβρουάριος 2014- Φεβρουάριος 2015). Η συνολική πτώση του τζίρου από την έναρξη της κρίσης αγγίζει το 77%. Ο κλάδος του εμπορίου εμφανίζει τις περισσότερες απώλειες.
Σε σύγκριση με το Ιούλιο του 2014, οι αρνητικές προβλέψεις εξαμήνου των επιχειρήσεων υποχωρούν σημαντικά. Ωστόσο, 1 στις 3 επιχειρήσεις δηλώνει ότι διατρέχει σημαντικό κίνδυνο κλεισίματος. Μάλιστα, το 3% του συνόλου των επιχειρήσεων τοποθετούν το ενδεχόμενο διακοπής λειτουργίας μέσα στο επόμενο τρίμηνο. Αυτό σημαίνει ότι τα λουκέτα για το επόμενο εξάμηνο θα προσεγγίσουν τα 8.500.
Αναμφίβολα, το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετώπισαν οι επιχειρήσεις μέσα στο 2014 είναι η παγιωμένη αδυναμία τους να ξεφύγουν από την παγίδα των πολύ υψηλών φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων. Συγκεκριμένα, το 38,1% των επιχειρήσεων έχει καθυστερημένες οφειλές προς τον ΟΑΕΕ (το κύριο ασφαλιστικό ταμείο των επαγγελματιών), και το 31,9% προς την εφορία (σταθερά αυξημένο). Είναι χαρακτηριστικό ότι πάνω από το 20% των επιχειρήσεων εκτιμά ότι δε θα ανταποκριθεί στις φορολογικές υποχρεώσεις του 2015.
Τέλος, για ακόμη μια χρονιά, τα αποτελέσματα από το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές, ήταν πενιχρά και απογοητευτικά, παρά τη σχετική σταθεροποίηση της αγοράς. Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ, μόλις το 4% των επιχειρήσεων σημείωσε αύξηση του κύκλου εργασιών συνεπεία της κυριακάτικης λειτουργίας. 7 στις 10 επιχειρήσεις είναι επί της αρχής αντίθετες στο άνοιγμα των καταστημάτων την ημέρα της Κυριακής. Οι αποσπασματικές παρεμβάσεις που μεταβάλλουν απροσανατόλιστα το οικονομικό περιβάλλον δε βοηθούν την επιχειρηματική δραστηριότητα.

Του Αντώνη Πετρόγιαννη