Χωρίς… ψυχή το ανοικτό θέατρο στην Καλαμάτα


Με τη διαδικασία «Ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώστε» ενεργεί η δημοτική αρχή
 
Η συζήτηση για δημιουργία ενός ανοικτού θεάτρου στην Καλαμάτα έχει… ανοίξει εδώ και καιρό, με τη συμμετοχή και της Δημοτικής Αρχής. Σε κάθε ευκαιρία ο δήμαρχος Παναγιώτης Νίκας τονίζει την αναγκαιότητα δημιουργίας ενός τέτοιου χώρου, καθώς το μικρό θέατρο στο Κάστρο της Καλαμάτας, πέρα από τη γραφικότητα και την ιστορία του, δεν μπορεί να… σηκώσει παραστάσεις που συγκεντρώνουν μεγάλο ακροατήριο.
Αναμφίβολα, η δημιουργία ενός τέτοιου χώρου σημαίνει αυτόματα ότι το κτήριο αυτό θα αποτελεί κι ένα είδος τοπόσημου για την πόλη. Οπότε χρειάζεται ενδελεχής συζήτηση και μελέτη.  Αντ’ αυτού, με τη μορφή του κατεπείγοντος η Δημοτική Αρχή παρουσίασε μια αρχιτεκτονική μελέτη, σημειώνοντας ότι θα προσπαθήσει να υλοποιήσει την κατασκευή του ανοικτού θεάτρου μέσα από “στημένα για κυβερνητικούς ημέτερους” προγράμματα του ΕΣΠΑ.
Μάλιστα, για το λόγο αυτό βρέθηκε, μεταξύ άλλων, χθες στην Αθήνα ο δήμαρχος, όπου συναντήθηκε με τον υφυπουργό Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού Αλέξανδρο Χαρίτση, αρμόδιο για το ΕΣΠΑ, με αντικείμενο την ένταξη έργων του Δήμου Καλαμάτας στο ΕΣΠΑ, τα οποία έχουν μελετηθεί και έχουν υποβληθεί σχετικά αιτήματα.
 
Δημόσια κτήρια και γόνιμη συζήτηση
«Βέβαια, η αρχιτεκτονική, όπως και οι άλλες μορφές της τέχνης, απαιτεί μεγάλο βάθος χρόνου για να κριθεί με ασφάλεια. Όσο αναγκαία είναι αυτή η ουσιώδης μακροχρόνια κριτική, άλλο τόσο επιβεβλημένη είναι και η άμεση πρώτη αντίδραση, η οποία δημιουργείται αυθόρμητα σε κάποιον όταν πρωταντικρίζει το νέο κτίριο μέσα στο περιβάλλον (φυσικό ή τεχνητό) που το περιτριγυρίζει.
Κάθε καινούργιο κτήριο, ιδίως όταν αυτό είναι δημόσιου χαρακτήρα, έχει ζωτική ανάγκη να πλαισιωθεί από μια γόνιμη συζήτηση. Μια συζήτηση (με θετικές και αρνητικές κρίσεις) που τονίζει και νομιμοποιεί ακριβώς τη δημόσια φυσιογνωμία του και το σημαντικό κοινωνικό ρόλο που επιτελεί μέσα στην πόλη. Και αυτές οι κριτικές, οι οποίες μερικές φορές ξεκινούν πριν από την κατασκευή του ακόμη, θα το συντροφεύουν μέσα στο χρόνο και θα αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο της ταυτότητας και της ιστορίας του.
 
Σε κατάλληλη τοποθεσία
Όσο πιο σημαντικός, δε, είναι ο ρόλος του κτηρίου μέσα στην πόλη, τόσο πιο πλούσια οφείλει να είναι η συζήτηση αυτή, τόσο πιο πολλοί πολίτες πρέπει να συμμετέχουν εκφράζοντας ελεύθερα τη γνώμη τους. Είναι σημαντικό να ακούγονται όλες οι απόψεις, όσο αντικρουόμενες κι αν είναι, όσο οξείες! Η καλή αρχιτεκτονική δεν μπορεί να υπάρξει δίχως αυτή την καλόπιστη κριτική. Την έχει ανάγκη όπως ένας ζωντανός οργανισμός το οξυγόνο για να αναπνεύσει και να ζήσει. Γιατί το κτήριο είναι ένας ζωντανός οργανισμός.
Δεν το κρίνουμε μόνο στη νιότη του, αλλά και στα χρόνια της ωριμότητας, κι όταν αυτό πια έχει γεράσει κι έχει πάνω του όλα εκείνα τα σημάδια που έχει εναποθέσει ο χρόνος. Από τη ζωή του, από τη ζωή, δηλαδή, των ανθρώπων μέσα σ’ αυτό, θα υπάρξει η τελική κρίση που είτε θα το επιβραβεύσει είτε θα το απορρίψει.
Κι αν όλα αυτά ισχύουν για το μεμονωμένο κτήριο και τη διαδρομή του μέσα στο χρόνο, πόσω μάλλον ισχύουν για την επιλογή της θέσης του μέσα στον ιστό της πόλης.
Εκεί, μάλιστα, η συζήτηση πρέπει να προηγηθεί της όποιας απόφασης και να εστιαστεί στην καταλληλότητα της επιλεγμένης τοποθεσίας και στη σκοπιμότητα να χτιστεί το συγκεκριμένο κτήριο στη θέση αυτή.
Η χωροθέτηση των νέων δημόσιων λειτουργιών μέσα ή έξω από τον αστικό ιστό οφείλει να γίνεται ύστερα από σοβαρή διαβούλευση και να συνδιαμορφώνεται από την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη και πλατύτερη συμμετοχή των πολιτών. Οι συζητήσεις αυτές είναι απολύτως αναγκαίες, όσο χρονοβόρες κι αν είναι, όσο δύσκολες και δυσάρεστες, αφού απ’ αυτές εξαρτάται το μέλλον μιας περιοχής.
Και είναι φανερό ότι όσο περισσότεροι πολίτες συμμετέχουν, τόσο πιο αντικειμενική θα είναι και η τελική απόφαση γι’ αυτό που πρόκειται να γίνει. Ποτέ το “άπλωμα” μιας συζήτησης δεν αποδείχτηκε κακός σύμβουλος για μείζονα πολεοδομικά και αρχιτεκτονικά ζητήματα».
Τα παραπάνω υποστηρίζει ο Τάσος Παπαϊωάννου, αρχιτέκτων-καθηγητής Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, αλλά ο δήμαρχος Καλαμάτας δεν είχε χρόνο να τα διαβάσει…
 
 
Του Αντώνη Πετρόγιαννη