Νιτρορύπανση σε Τριφυλία και Πάμισο

Νιτρορύπανση σε Τριφυλία και Πάμισο

Στη δίνη της κλιματικής αλλαγής και η Μεσσηνία 
Μεγάλες και ιδιαίτερα σοβαρές αναμένονται οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής και για τη Μεσσηνία, σύμφωνα με Έκθεση της Κατάστασης Περιβάλλοντος της Ελλάδας, που εκπονήθηκε από το Εθνικό Κέντρο Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης του υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.
Για την περίοδο 2021-2050 αναμένεται αύξηση της θερμοκρασίας η οποία ξεπερνά τον 1,5 βαθμό Κελσίου, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να φτάσει και τους 2,5. Οι μεγαλύτερες αλλαγές αναμένονται στα πεδινά ηπειρωτικά της Στερεάς Ελλάδας, της Θεσσαλίας, της Νότιας Πελοποννήσου και της Κεντρικής Μακεδονίας, όπου οι ημέρες καύσωνα αυξάνονται κατά 20 το 2021-2050 και έως και 40 την περίοδο 2071-2100 σε ετήσια βάση (σε σύγκριση με την περίοδο 1961-1990). Τα στοιχεία παρουσιάστηκαν σε ρεπορτάζ της Τάνιας Γεωργιοπούλου στην εφημερίδα “Ύπαιθρος Χώρα”.
 
Πώς η αύξηση της θερμοκρασίας επιδρά στην αγροτική παραγωγή
Ως αποτέλεσμα της πρώιμης λήξης και της καθυστερημένης έναρξης των ανοιξιάτικων και φθινοπωρινών χαμηλών θερμοκρασιών αντίστοιχα, αναμένεται η χρονική επέκταση της βλαστητικής περιόδου, η οποία καθορίζεται από την επικράτηση ευνοϊκών συνθηκών για ανάπτυξη φυτών και καλλιεργειών.
Οι μεγαλύτερες αναμενόμενες αυξήσεις, οι οποίες εστιάζονται στον ορεινό ηπειρωτικό κορμό της χώρας, θα φτάσουν έως και τις 20 και 35 επιπλέον ημέρες, για το 2021-2050 και το 2071-2100, αντίστοιχα. Στις υπόλοιπες περιοχές θα υπάρξουν αυξήσεις 10-15 ημέρες το 2021-2050 και 15-25 ημέρες το 2071-2100.
 
Αύξηση του όγκου βροχής
Σε περιοχές της Δυτικής Ελλάδας και της Θράκης η ποσότητα των ραγδαίων βροχοπτώσεων μειώνεται κατά 10%-20%, ενώ αντίθετα, στην Ανατολική Στερεά και Βορειοδυτική Μακεδονία οι ραγδαίες βροχοπτώσεις κατά 30%. Στις υπόλοιπες περιοχές υπάρχουν μικρές αυξομειώσεις.
 
Ξηρασία
Η διάρκεια των ξηρών περιόδων αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά. Αύξηση μικρότερη από 10 ημέρες παρατηρείται στη δυτική χώρα για την περίοδο 2021-2050.
 
Επιπτώσεις στα οικοσυστήματα από την κλιματική αλλαγή
Προβλέπονται σοβαρές επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα της χώρας, καθώς η Ελλάδα – όπως και οι υπόλοιπες μεσογειακές χώρες – αναμένεται να χάσει, υπό προϋποθέσεις, έως και το 100% της τρέχουσας αφθονίας των ειδών της. Ιδιαίτερα ευάλωτα εμφανίζονται τα ενδημικά είδη, κυρίως σε περιοχές όπου δεν υπάρχει η δυνατότητα μετανάστευσης. Έως και το 47% των αυτόχθονων ειδών ψαριών στα εσωτερικά ύδατα της Ελλάδας απειλούνται από την κλιματική αλλαγή.
Πολλά εφήμερα οικοσυστήματα υγροτόπων αναμένεται να εξαφανιστούν και πολλά άλλα να συρρικνωθούν μόνιμα. Σημαντικό είναι το ενδεχόμενο επηρεασμού της ποιότητας και διαθεσιμότητας του νερού των λιμνών.
Στο θαλάσσιο περιβάλλον η άνοδος της θερμοκρασίας και η μεταβολή των βιοχημικών και φυσικών ιδιοτήτων του νερού είναι πιθανό να έχουν επιπτώσεις στη θαλάσσια βιοποικιλότητα, ευνοώντας την εξάπλωση ασθενειών, την εμφάνιση τοξικών φυτών και τη διάδοση θερμόφιλων ειδών. Γενικότερα, στην περιοχή της Μεσογείου το ευμετάβλητο περιβαλλοντικό σκηνικό ευνοεί την εισβολή και τον εγκλιματισμό χωροκατακτητικών ξενικών ειδών, τα οποία επηρεάζουν τα υδάτινα οικοσυστήματα.
 
Περιοχές ευπρόσβλητες στη νιτρορύπανση στη Μεσσηνία
Οι περιοχές που έχουν καθοριστεί ως ευπρόσβλητες σε νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης ζώνες είναι: Η περιοχή Φιλιατρών-Κυπαρισσίας και η περιοχή του Παμίσου
 
Αλλαγές στα αγροτικά οικοσυστήματα που έχουν συμβεί
Οι κυριότερες αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν στα αγροτικά οικοσυστήματα (καλλιέργειες, αγροτικά μωσαϊκά και λιβάδια) οφείλονται στη μετατροπή τους σε αστικές περιοχές και υδάτινα σώματα (λίμνες και ποτάμια), ενώ από την άλλη, συνολικά 27.460 στρέμματα φυσικών οικοσυστημάτων μετατράπηκαν σε αγροτική γη. Ειδικά η μείωση της αρόσιμης καλλιεργήσιμης γης στην Ελλάδα, κατά την περίοδο 2006-2012, αποδίδεται στη μετατροπή της σε βοσκοτόπους (30%), σε άλλα σύνθετα πρότυπα καλλιέργειας (20%), σε μη αρδευόμενη αρόσιμη γη (18%), σε αγροτική γη με φυσική βλάστηση (11%) και σε ελαιώνες (11%), πέραν της μετατροπής της σε τεχνητές επιφάνειες και της δημιουργίας υδάτινων σωμάτων.
 
Αέρια θερμοκηπίου και αγροτική παραγωγή
Ο γεωργικός τομέας καλύπτει το 8,7% των ολικών εκπομπών Αερίων του Θερμοκηπίου του 2015, οι οποίες σε σχέση με το έτος βάσης υπολογίζονται μειωμένες κατά 17,9%. Η μείωση αποδίδεται κυρίως στον περιορισμό των εκπομπών υποξειδίου του αζώτου που αναφέρθηκε ανωτέρω και σχετίζεται με το σταδιακό έλεγχο των εκπομπών από τη χρήση λιπασμάτων στα γεωργικά εδάφη, λόγω των υψηλών τιμών τους και των εναλλακτικών δυνατοτήτων στο πλαίσιο οργανικών καλλιεργειών. Σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές χώρες όπου ο σημαντικότερος παράγοντας περιορισμού των ΕΑΘ από τον αγροτικό τομέα είναι η μείωση του αριθμού των εκτρεφόμενων βοοειδών, στην Ελλάδα η επίδραση από τις μεταβολές στον κτηνοτροφικό κλάδο είναι μικρή.
 
Το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της Ελλάδας
Η κατανάλωση περιβαλλοντικών πόρων στην Ελλάδα υπερβαίνει την εθνική παραγωγή σε τέτοιον βαθμό, ώστε θα χρειαζόταν μια περιοχή ίση με 2,47 φορές την επιφάνεια της Γης για να ικανοποιήσει τις ανάγκες των καταναλωτών, αν όλοι οι κάτοικοι του πλανήτη κατανάλωναν πόρους όπως οι Έλληνες. Το 2013, το οικολογικό έλλειμμα της Ελλάδας ήταν -2,71 Gha ανά άτομο, το οποίο ήταν περισσότερο από το διπλάσιο του παγκόσμιου μέσου όρου, ενώ η χρήση άνθρακα αντιπροσώπευε το 91% του συνολικού ελλείμματος.
Η χώρα παρουσιάζει ένα σταθερό οικολογικό έλλειμμα τα τελευταία 52 χρόνια, με μια μακροπρόθεσμη τάση αύξησης. Παρόλα αυτά, ήταν από τις χαμηλότερες στην Ευρώπη (21η θέση) το 2013, δεδομένου ότι η κατάσταση έχει αρχίσει πρόσφατα να βελτιώνεται (ξεκινώντας από το 2007), κυρίως λόγω της μείωσης της χρήσης ορυκτών καυσίμων και της γενικής κατανάλωσης, που απορρέει από την οικονομική κρίση. Παρατηρήθηκε μεγάλη μείωση του οικολογικού αποτυπώματος (35%) και αντίστοιχη πτωτική τάση στο αποτύπωμα του άνθρακα, της γεωργίας, της κτηνοτροφίας, της δασοκομίας και της αλιείας.