Με… εκκωφαντική καθυστέρηση η Δημοτική Αρχή Καλαμάτας έλυσε χθες τη σιωπή της για τα γεγονότα που μαύρισαν την εορταστική περίοδο και ειδικότερα τους Δήμους Καλαμάτας και Μεσσήνης.
Σε δηλώσεις του χθες το μεσημέρι ο δήμαρχος Παναγιώτης Νίκας εξέφρασε την οδύνη του προς τις οικογένειες που επλήγησαν. Παράλληλα, ξεκαθάρισε ότι οι κροτίδες και τα δολοφονικά βαρελότα σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να συνδεθούν με το λαϊκό έθιμο του σαϊτοπόλεμου, στη διάρκεια διεξαγωγής του οποίου-παρατήρησε-δε συνέβη το παραμικρό ατυχές γεγονός.
Βέβαια, σχολιάζοντας το γεγονός ότι δεν υπάρχει νομοθετική ρύθμιση που να καλύπτει τη διεξαγωγή του εθίμου, επισήμανε ότι θα ζητήσει από την κυβέρνηση να προχωρήσει άμεσα σε νομιμοποίησή του.
«Η Καλαμάτα, το Αγρίνιο και η Χίος είναι τρεις περιοχές της Ελλάδος με παράδοση και ιδιαίτερα έθιμα την περίοδο του Πάσχα. Θα πρέπει να υπάρξει νόμος που να τα καλύπτει, έτσι ώστε να μην υπάρχει καμία σκιά για τη διεξαγωγή τους.
Από την πλευρά μας, βέβαια, λαμβάνουμε όλα τα απαραίτητα μέτρα, μαζί με τους σαϊτολόγους, για να μην υπάρξουν προβλήματα στη διεξαγωγή του εθίμου. Κι όντως, εκτός από κάποιες σπάνιες εξαιρέσεις, δεν έχουν σημειωθεί προβλήματα.
Δε δεχόμαστε σε καμία περίπτωση τη σύνδεση του σαϊτοπόλεμου με το δράμα που έπληξε την περιοχή μας.
Επαναλαμβάνω ότι πρόκειται για μια λαϊκή εκδήλωση, με βαθιές ρίζες στην κοινωνία μας και διεξάγεται με ομόφωνη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Καλαμάτας», πρόσθεσε.
Υπενθυμίζουμε ότι σε προχθεσινές του δηλώσεις στο “Θάρρος” ο Χρήστος Ζερίτης, ο οποίος έχει ασχοληθεί διεξοδικά με το έθιμο, σημείωσε μεταξύ άλλων: “Οι επικριτές του παραβλέπουν πως είναι διαχρονικό έθιμο της Καλαμάτας, που αντιστάθηκε στην κάθε εξουσία και έχει βαθιά τις ρίζες του στην τοπική κοινωνία, αλλά και έχει μεγαλώσει γενιές και γενιές καλαματιανών.
Το αν κάποιοι απρόσεκτοι και με επιπόλαιη συμπεριφορά συνεχίζουν να κατασκευάζουν βαρελότα και λοιπά εκρηκτικά, αυτό δε συνδυάζεται με το σαϊτοπόλεμο και είναι τελείως ξεκομμένο.
Εξάλλου, τα εκρηκτικά δεν είναι σημερινό φαινόμενο, αλλά έρχεται από τα πρώτα επαναστατικά χρόνια του 1821, και ερμηνεύεται και λαογραφικά».
Του Αντώνη Πετρόγιαννη