Αποχώρησαν οι κυνηγοί από τον εθνικό διάλογο για το κυνήγι


Για προσχηματική αποχώρηση από τον εθνικό διάλογο για το κυνήγι κατηγορεί την Κυνηγετική Συνομοσπονδία Ελλάδα (ΚΣΕ) το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, σύμφωνα με την ηλεκτρονική σελίδα vima.gr.
Κύκλοι του υπουργείου τόνιζαν ότι, όπως είναι σεβαστά τα μέλη των κυνηγετικών συλλόγων, άλλο τόσο είναι και όσοι δεν ανήκουν σε αυτούς. «Η ηγεσία της συνομοσπονδίας πιθανότατα εκφράζει την πλειοψηφία των κυνηγών, αλλά το υπουργείο οφείλει να ακούει όλους τους κυνηγούς, όπως και τις εκατοντάδες χιλιάδες φυσιολάτρες, ορειβάτες, ζωόφιλους, που βιώνουν την επαφή με την φύση χωρίς να είναι κυνηγοί», σημειώνουν στελέχη του υπουργείου.
Υπογραμμίζουν μάλιστα, ότι η πολιτική ηγεσία του υπουργείου έχει δεχθεί δέκα φορές εκπροσώπους των κυνηγών και τέσσερις φορές τον πρόεδρο της ΚΣΕ σε διάστημα 16 μηνών, δηλαδή περισσότερες φορές από οποιαδήποτε άλλη κοινωνική ομάδα.
«Δυστυχώς, το πρόβλημα της ΚΣΕ δεν είναι ότι δεν ακούγονται επαρκώς οι θέσεις των κυνηγών. Το πρόβλημα είναι ότι επιχειρεί να είναι ο αποκλειστικός συνομιλητής του υπουργείου σε θέματα κυνηγιού και, μάλιστα, με αδιαφανείς επαφές. Δεν είναι τυχαίο ότι αποχώρησε από το διάλογο μόλις κατασκευάστηκε η ιστοσελίδα στην οποία αναρτώνται και είναι στην δημόσια θέα όλες οι απόψεις κάθε πολίτη η οργάνωσης», αναφέρουν παράγοντες του υπουργείου, επισημαίνοντας ότι ο εθνικός διάλογος θα συνεχιστεί.
Από την πλευρά τους, οι κυνηγοί κάνουν λόγο για προσχηματικό διάλογο για το κυνήγι. Η απόφαση της διακοπής της συμμετοχής στο διάλογο, σύμφωνα με την ΚΣΕ, οφείλεται- μεταξύ άλλων- «στην άρνηση ή εσκεμμένη αποφυγή από τον αναπληρωτή υπουργό κ. Γιάννη Τσιρώνη να καθορίσει επακριβώς ποιες είναι οι επιθυμητές αλλαγές που κρίνει ότι πρέπει να επέλθουν στο τεράστιο νομικό και διοικητικό καθεστώς που διέπει το κυνήγι», δημιουργώντας, όπως αναφέρουν οι κυνηγοί, «τις προϋποθέσεις του χάους στο οποίο περιέπεσε ο εθνικός διάλογος».
Επίσης, μεταξύ άλλων, μιλούν για απόκρυψη ή μη αποστολή από το υπουργείο των επίσημων στοιχείων που διαθέτει προς τους συμμετέχοντες (έργο Θηροφυλακής, χρήση τελών και συνδρομών κ.λπ.) και κάνουν λόγο για «απελπιστικά σύντομο χρόνο διεξαγωγής ενός διαλόγου εφ’ όλης της ύλης».