Το κάστρο των Ναϊτών Ιπποτών στη Δυτική Μάνη

Το κάστρο των Ναϊτών  Ιπποτών στη Δυτική Μάνη

Πρόκειται περί κάστρου της λεγομένης «Έξω Μάνης» με σπουδαία ιστορική σημασία, τα λιγοστά ρημάδια του οποίου απαντώνται σε λόφο χαμηλού ψήλους, μα με περίφημη θέα, ο οποίος ευρίσκεται νοτιανατολικά από το πολύβοο κατά τους καλοκαιρινούς μήνες παραλιακό χωριό της Στούπας εις τη Μεσσηνιακή Μάνη.

Η ιστορία του καστέλου ετούτου αρχινά στα 1250, τον ίδιο καιρό περίπου με την ιστορία των κάστρων του Μυστρός και της Άνω Πούλας (του Κάβο-Γκρόσο).Ήταν η χρονιά που ο περίφημος Πρίγκιψ του Μορέως Γουλιέλμος ο Βιλεαρδουίνος, θέλησε, αφού είχε αλώσει πριν τη Μονεμβασία, να οχυρώσει τον τόπο του Λεύκτρου -όπως ονομαζόταν από τους Έλληνες η τοποθεσία- για να ημπορεί να εποπτεύει τις κινήσεις προς την ενδοχώρα των επικίνδυνων Μελιγγών, αλλά και των Ελλήνων της εκείνης μεριάς του Ταϋγέτου.

Εδώ έχει σημασία να παρατηρήσομε το εξής: Όπως συνέβαινε με πολλά δυναμάρια φραγκικά εις τον τόπο του Μορέως, ύστερα από την 4η Σταυροφορία να βαπτίζονται από τους ανεγέρτες τους με αντίστοιχα ονόματα προϋπαρχόντων φραγκικών κάστρων της Ουτρεμέρ ή των πατρώων εδαφών των, τουτέστιν της Βουργουνδίας, της Καμπανίας, της Τουλούζης και άλλων περιοχών της σημερινής Γαλλίας, Νορμανδίας και Βελγίου, κατά τον ίδιο τρόπο εβαπτίσθη και το εν λόγω κάστρο, με τ’ όνομα ενός λίαν σημαντικού σταυροφορικού φρουρίου των Αγίων Τόπων, του ονομαστού «Maldoim Castle» των Ναϊτών Ιπποτών, που αλλιώς λεγότανε (λατινιστί) και «Cisterna Rubea».

Από τη δεύτερη αυτή ονομασία του φρουρίου μπορούμε δίχως αμφιβολίες, θεωρώ, να συμπεράνομε τα εξής: Ο Πρίγκιπας της Αχαΐας, Γουλιέλμος, ένεκα και της αρίστης σχέσεως την οποία γνωρίζομε ότι είχε με το Τάγμα των Ιπποτών του Ναού (σ.σ. θυμόμαστε ότι σύμφωνα με το Χρονικό του Μορέως είχε δωρίσει εις το αυτό τάγμα την εκκλησιά-μαυσωλείο του Αγίου Ιακώβου της Ανδραβίδας, όπου είχε ταφεί ο πατέρας του, ο πρωτότοκος αδελφός του, ενώ, σαν έφθασε το πέρας και των δικών του χρόνων, μολονότι απεβίωσε εις το κάστρο των Καλαμών, ενταφιάστηκε και ο ίδιος εκεί και στα αριστερά του πατρός του), έδωσε στο νέο του αυτό κάστρο, εκτός από την ονομασία «Beaufort» που θα ειπεί εις τη γαλλική γλώσσα «Όμορφο Φρούριο», και το όνομα «Cisterna Rubea». Από αυτά δε όλα τα παραπάνω, δράττομαι της ευκαιρίας να μοιραστώ ένα συλλογισμό μου, ο οποίος λέγει εν ολίγοις ότι είναι βέβαιον πως το εν λόγω μεσαιωνικό καστέλι είχε δοθεί προς φύλαξη εις το ιεροϊπποτικό Τάγμα των Ιπποτών του Ναού.

Μάλιστα δε, προκαλεί τόσο μεγάλη έκπληξη το γεγονός ότι ακόμη και σήμερα, ύστερα από το πέρας τόσων αιώνων, έχει διασωθεί –ως εδιαπίστωσα με θαυμασμό ύστερα από έρευνα– όχι απλά εις την ευρύτερη περιοχή της Έξω Μάνης και τη γειτονική με αυτή πρωτεύουσα της Μεσσηνίας, Καλαμάτα, αλλά και εις την ίδια τη γύρω από το μεσαιωνικό καστέλι περιοχή το οικογενειακό όνομα Ρουμπέας / Ρουμπέα (Rubeas/ Rubea).

Άλλωστε, τούτο το οικογενειακό όνομα είναι -και το θεωρώ βέβαιον ετούτο- το κλειδί του αινίγματος των αγνώστων προσώπων εκείνων που είχαν αναλάβει την ευθύνη της φυλάξεως του κάστρου, τουτέστι των Ναϊτών Ιπποτών.

Ας ειπούμε όμως δυο λέξεις περί του «πρότυπου» εκείνου κάστρου, του ανήκοντος εις τους Αγίους Τόπους και εις τους Ναΐτας, καθότι φρονούμε πως η «καταγωγή», ακόμα και σε αυτά τα «άψυχα», έχει πάντα το ενδιαφέρον της.

Η θέση του κάστρου «Maldoim» ή «Cisterna Rubea» εντοπίζεται κάπου εις το μέσον της διαδρομής Ιερουσαλήμ-Ιεριχώ. Είναι σε εκείνη περίπου την τοποθεσία, όπου λέγεται πως διαδραματίστηκε η πολύ γνωστή βιβλική ιστορία του Καλού Σαμαρείτη. Η ονομασία «Maldoim» ήτις πιθανόν προέρχεται από μια αραβική λέξη που δείχνει να συνδέεται με το όνομα του λόφου εις τον οποίο στηρίζεται το κάστρο, δε φαίνεται να έμεινε με κάποιον τρόπο στα δικά μας τα μέρη και στην περιοχή του Λεύκτρου ειδικά, κι έτσι, δε θα μας απασχολήσει.

Μια επιπλέον ονομασία του κάστρου αυτού των υπερπόντιων περιοχών είναι η «QualaatalDam», φράση αραβική που σημαίνει «Κάστρο του Αίματος». Το εάν η τελευταία αυτή φράση σχετίζεται με κάποια μεγάλη αιματοχυσία είναι κάτι που δε γνωρίζομε και αξίζει να ερευνηθεί, μα το πιθανότερο είναι πως σχετίζεται με το χρώμα του εκεί εδάφους, το οποίο είναι κατακόκκινο εξαιτίας της μεγάλης ποσότητός του σε οξείδιο του σιδήρου. Από τούτο το χημικό στοιχείο είναι πασιφανές ότι προέρχεται και η ετέρα ονομασία του κάστρου, η «Cisterna Rubea», φράση λατινική που αποδίδεται ως «Η Κόκκινη Κινστέρνα» (σ.σ. η λ. Rubea, προφανέστατα προήλθε από το πορφυρένιο χρώμα που θυμίζει τον πολύτιμο λίθο του ρουμπινιού).

Εδώ κρίνω πως είναι καλό να κάνομε μιαν μικρή παύση, ώστε να καταθέσω μέσα από ελάχιστες λέξεις την ιδική μου πιθανή λύση, τη σχετική με τον -άρρηκτα όπως θεωρώ συνδεδεμένο με το ανωτέρω αναφερθέν κάστρο των Αγίων Τόπων- περιβόητο γρίφο του λεγομένου «Θέματος Κινστέρνας», δια τον οποίο πάλευαν και εξακολουθούν να παλεύουν μέσω επιχειρημάτων σε κάθε λογής έντυπα σημαντικοί λόγιοι και μη ερευνητές της μεσαιωνικής περιόδου, για να αποδείξουν τη θεωρία τους.

Ας ειπούμε, λοιπόν, εν πρώτοις ότι σύμφωνα με το «Μέγα Λεξικό» του Δ. Δημητράκου, ως «Θέμα» οριζόταν εις τα βυζαντινά χρόνια κάθε μεγάλη διοικητική περιφέρεια, όπως για παράδειγμα το ονομαστό «Θέμα Νικοπόλεως». Η σύγκρουση των επιχειρημάτων, ωστόσο, εν προκειμένω δεν έχει να κάμει τόσο με τη γεωγραφική θέση του μεσαιωνικού «Θέματος Κινστέρνας» δια την οποία άπαντες σχεδόν πλέον συμφωνούν ότι πρόκειται για την «περί το Λεύτρον χώρα», με έδρα το εκεί κάστρο του Beaufort, αλλά με το «γιατί;» είναι αυτή. Αλλά με το περί της «Κινστέρνας» θέμα δε θα επεκταθούμε περσότερο, όχι τουλάχιστον μέσα από αυτό το άρθρο.

Η απάντησή μου, λοιπόν, σχεδόν «λακωνική», εις το αυτό ερώτημα είναι η εξής: Διότι εκεί ακριβώς, εις τον τόπο του Λεύκτρου της Μάνης, σε λόφο χθαμαλό, μα σπουδαίο ως προς την εποπτεία και τη φυσική οχυρότητα, ο πρίγκιπας Γουλιέλμος βρήκε κατά τον καιρό που ακολούθησε την Άλωση της Μονεμβασιάς καθώς και την ανέγερση του φραγκικού κάστρου της Μαΐνης, μιαν θέση λίαν στρατηγική, πλησίον εις την ήδη υπάρχουσα θέση με τ’ όνομα «Γιστέρνα» (γνωρίζομε από το Χρονικό του Μορέως ότι η θέση «Γιστέρνα» προϋπήρχε του κάστρου), ώστε να ανεγείρει ένα φρούριο.

Από το όνομα της αυτής τοποθεσίας, λοιπόν, εμπνεύστηκε –σε συνεργασία προφανέστατα και με τους Ναΐτες Ιππότες οι οποίοι ως αναφέραμε ανωτέρω θα το υπερασπίζονταν, όπως και το αντίστοιχης ονομασίας παλαιότερο ιδικό τους καστέλι των Αγίων Τόπων– και την ονομασία που θα έδινε εις το κάστρο του αυτό και δεν ήταν άλλη, από την ονομασία «Cisterna Rubea», η οποία καταφανώς προέκυψε σύμφωνα με τον άγραφο «κανόνα» που λέγει ότι τα περσότερα από τα κάστρα που υψώθηκαν από τους σταυροφόρους και τους απογόνους των εις τον Μορέα, βαπτίζονταν με αντίστοιχα ονόματα σταυροφορικών κάστρων της Ουτρεμέρ ή φρουρίων των πατρώων εδαφών των.

Το λοιπόν, αποδείξαμε (ως εκτιμώ) με τα παραπάνω λόγια πως το κάστρο «Maldoim» ή «Cisterna Rubea» των Αγίων Τόπων (από το οποίο δε μένουν πολλά ερείπια, πλην όμως σώζεται καλά η μακρά κι εντυπωσιακή θολοσκέπαστη κινστέρνα του) που το υπερασπίζονταν πολεμιστές του Τάγματος των Ναϊτών Ιπποτών, συνδέεται άμεσα με το δικό μας Κάστρο του Λεύκτρου, δια της λησμονημένης ως σήμερα μα πολύ διαδεδομένης οπωσδήποτε στα χρόνια του μεσαίωνος, από τα μέσα του 13ου αιώνος και ύστερα, δεύτερη ονομασία του, την «Cisterna Rubea». Με δυο λέξεις, δηλαδή, και θυμούμενοι κείνα που είπαμε παραπάνω για την οικογένεια Ρουμπέα, αυτό που με θέρμη υποστηρίζω είναι ότι το τοπωνύμιο που μας απασχολεί, εξελίχθηκε μέσα εις τους αιώνες σε ανθρωπωνύμιο.

Με αυτά κατά νου, λίγο πριν να κλείσομε την παράγραφο, ας κρατήσομε για την ιστορία πως η υπεράσπισή του φρουρίου «Cisterna Rubea» της Ουτρεμέρ από τους Ναΐτες συνέβαινε όχι γι’ άλλον λόγο, μα επειδή βρισκότανε σε πέρασμα λίαν πολυσύχναστο από χριστιανούς προσκυνητές, οι οποίοι εβάδιζαν σε κείνα τα ιερά ξεροτόπια με τον αδιάλειπτο κίνδυνο να πέσουνε θύματα ληστείας.

Φθάνοντας πια εις την περαίωση του παρόντος κειμένου, ας ειπούμε, όσον αφορά στο ιδικό μας κάστρο «Cisterna Rubea», πως ύστερα από δώδεκα χρόνια από την ανέγερσή του πέρασε για μεγάλο χρονικό διάστημα στα χέρια των Ρωμαίων (Ελλήνων). Τούτο συνέβη διότι, ο Γουλιέλμος Β΄ Βιλεαρδουίνος, από τη χάψη εις την οποία βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη ύστερα από την αιχμαλωσία του από τον βυζαντινό στρατό κατά τη Μάχη της Πελαγωνίας, έλαβε την απόφαση να το ανταλλάξει ως μέρος των λύτρων για την απελευθέρωσή του, μαζί με τα κάστρα Άνω Πούλας, Μυστρός, Γερακίου και Μονεμβασίας. Σχεδόν ενάμιση αιώνα μετά τα γεγονότα εκείνα, στα 1430, αυθέντης του κάστρου φαίνεται να είναι ο «Τελευταίος Αυτοκράτορας» του Βυζαντίου, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος. Από τις επισκέψεις δε μάλλον του περίφημου αυτού ανδρός και πολεμιστή εις το παλαιό σταυροφορικό φρούριο εκράτησε η παράδοσή μας γι’ αυτό και το μετά θάνατον προσωνύμιο του Παλαιολόγου, το του «Μαρμαρωμένου Βασιλέως».

Τελικώς, όμως, το «Όμορφο Φρούριο» του Γουλιέλμου Βιλλεαρδουίνου και των Ναϊτών Ιπποτών στα 1458 θα πέσει εις τους Τούρκους του στρατηγού Χαμουζά Ζενεβίζη, και έκτοτε θα χάσει για τη σημασία του για πάντα.

Τείχη της ακροπόλεως του κάστρου
Τοξοθυρίδα πλησίον της πύλης
Ανεβαίνοντας το μονοπάτι για την ακρόπολη
Στην ακρόπολη του φρουρίου με θέα τον μεσσηνιακό κόλπο
Ερείπια της ακροπόλεως

Του Μιλτιάδη Τσαπόγα