Η ζωή μετά τα capital controls…


Όσοι παρακολουθούν τη συγκεκριμένη στήλη, 2 εβδομάδες πριν ενεργοποιηθούν τα capital controls θα ενθυμούνται πως είχα προειδοποιήσει για την αυξημένη πιθανότητα επιβολής τους, αν συνεχιστεί η γενικευμένη ανασφάλεια που επικρατούσε, σε συνδυασμό με την αύξηση του ρυθμού των αναλήψεων. Τη συνέχεια, βεβαίως, όλοι τη γνωρίζουμε, καθώς η επιβολή του ελέγχου στην κίνηση κεφαλαίων, τελικά, κατέστη υποχρεωτική μετά την προκήρυξη του δημοψηφίσματος και τη μαζική προσπάθεια των πολιτών να «σηκώσουν» τα χρήματά τους από τα ΑΤΜ. Η επιβολή του μέτρου κατέστη υποχρεωτική, αυτό πρέπει να γίνει σαφές, διότι σε καμιά οικονομία στον κόσμο, πόσο μάλλον στη χώρα μας, δεν υπάρχουν τα χρήματα των καταθετών όλα σε ρευστά διαθέσιμα, αλλά, σύμφωνα με τις αρχές της τραπεζικής πίστης, το ποσοστό αυτό δεν ξεπερνά το 20%.
Ο χρόνος, όμως, τρέχει αδυσώπητος και τώρα θα πρέπει να αναφερθούμε στην ανάγκη να ορθολογικοποιηθούν τα capital controls, χωρίς όμως να καταργηθούν, καθώς δεν έχουν αντιμετωπιστεί επαρκώς οι ανάγκες που επέβαλαν την ύπαρξή τους.
Στην εφαρμογή τους διαπιστώνονται πολλές παραλείψεις και έχουν προκληθεί πολλές δυσλειτουργίες, πράγμα αναμενόμενο, αφού επεβλήθησαν βιαστικά και υπό συνθήκες πανικού. Θα υπάρξουν φαντάζομαι διορθώσεις με βάση τις ανάγκες της αγοράς και τον εντοπισμό των σφαλμάτων τους επόμενους μήνες, καθώς, όπως δείχνουν τα στοιχεία πρόσφατης έρευνας, παρουσιάστηκε κάθετη πτώση στον κύκλο εργασιών των επιχειρήσεων που ξεπέρασε μεσοσταθμικά το 50%.
Όμως, κατά τη γνώμη μου, σε συνθήκες απόλυτης έλλειψης εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα, με την πολιτική αστάθεια στο ζενίθ και με αυξημένο το αίσθημα της νομισματικής αβεβαιότητας στον ορίζοντα της χώρας, οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων προς το εξωτερικό είναι αναγκαίοι.
Η διατήρησή τους, λοιπόν, είναι αναπόφευκτη λόγω συνθηκών, αλλά αυτό είναι μάλλον καλό παρά κακό. Οι περιορισμοί στις αναλήψεις μετρητών, καθώς και οι περιορισμοί στις εξαγωγές κεφαλαίων στο εξωτερικό, προστατεύουν το τραπεζικό σύστημα, αλλά παράλληλα προστατεύουν και την ελληνική οικονομία, κι αυτό είναι το σημαντικότερο.
Οι περιορισμοί στις αναλήψεις περιορίζουν σε ασφυκτικό βαθμό την κυκλοφορία μετρητών, αυτό σε μια οικονομία που «τρέχει» με τουλάχιστον 30% παραοικονομία τα τελευταία χρόνια, είναι εξαιρετικά χρήσιμο. Επίσης, μεγάλο μέρος των μαύρων συναλλαγών που πληρώνονται με μετρητά θα πρέπει πλέον να πληρώνεται μέσω τραπεζικής συναλλαγής, δηλαδή με κάρτα, ή με έμβασμα, ή με μεταφορά από λογαριασμό σε λογαριασμό. Αυτό έχει δυο θετικά αποτελέσματα:
Πρώτον, περιορίζεται η συναλλαγή με «μαύρα», συνεπώς η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής γίνεται πολύ ευκολότερη. Θετική συνέπεια της είσπραξης των φόρων είναι η αυξηθεί και στα δημόσια ταμεία που θα γεμίσουν από φόρους επί των συναλλαγών, πράγμα που θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις στο μέλλον για μείωση των άδικων έκτακτων φόρων και μείωση των φορολογικών συντελεστών. Θα έχουμε, δηλαδή, αύξηση των εσόδων από ΦΠΑ και αύξηση των εσόδων από φόρο εισοδήματος, αφού οι φοροφυγάδες δε θα μπορούν να κρύψουν τα έσοδά τους. Το έλλειμμα θα περιοριστεί από την αύξηση των φορολογικών εσόδων. Σε αυτή την ιστορία υπάρχει και ένα ακόμη παράπλευρο όφελος, που είναι οτι θα περιοριστεί η διαφθορά, αφού δε θα υπάρχουν «μαύρα» για λαδώματα και θα μειωθεί ο ρόλος της «κρίσης» του εφοριακού στην εκτίμηση της φορολογίας.
Δεύτερο θετικό αποτέλεσμα με τον περιορισμό της χρήσης των μετρητών είναι ότι οι «μαύρες» συναλλαγές θα εμφανίζονται πλέον στο ΑΕΠ της χώρας, κι αυτό προκαλεί, βεβαίως, την αύξησή του. Αν το ποσοστό της παραοικονομίας που θα περάσει στην εμφανή οικονομία είναι μεγάλο, αν είναι, ας πούμε, 20% του ΑΕΠ από το 30% που είναι η παραοικονομία, θα έχουμε μια εκρηκτική αύξηση του ΑΕΠ από αυτόν και μόνο το λόγο. Η αύξηση του ΑΕΠ διορθώνει αυτόματα τις σχέσεις ΑΕΠ/έλλειμμα και ΑΕΠ/χρέος και διευκολύνει κατά πολύ την επάνοδο της χώρας στην κανονικότητα, δηλαδή στις αγορές και τις ξένες επενδύσεις.
Όσον αφορά στο θέμα της εξαγωγής κεφαλαίων, οι αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία είναι σημαντικές. Όμως, με μια σωστή διαμόρφωση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου για να επιτρέπονται οι βασικές συναλλαγές με το εξωτερικό, να πληρώνονται δηλαδή οι βασικές εισαγωγές, να πληρώνονται οι Έλληνες που ζουν στο εξωτερικό, αλλά έχουν εισόδημα από Ελλάδα και να παίρνουν το φοιτητικό συνάλλαγμα οι φοιτητές εξωτερικού, σταδιακά η λειτουργία της οικονομίας θα επανέλθει.
Οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων προς το εξωτερικό δεν αναμένεται να αρθούν, αν δεν αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία, κι αυτό σημαίνει οτι δε θα αρθούν μέχρι η Ελλάδα να είναι σε θέση να δανειστεί από τις αγορές. Αν γίνει το ατύχημα και πάμε στο Grexit και στη δραχμή, τότε, σύμφωνα με την άποψη της πλειοψηφίας των διεθνών αναλυτών, οι περιορισμοί αυτοί θα είναι μόνιμοι και δε θα αρθούν ποτέ, με ολέθρια αποτελέσματα για την ελληνική οικονομία.
Συμπερασματικά, λοιπόν, θα πρέπει, πρώτον, να μάθουμε να ζούμε με το μέτρο των capital controls για αρκετά μεγάλο ακόμα διάστημα και, δεύτερον, να εκτιμήσουμε και τα θετικά που επέφερε, όσο αντιφατικό κι αν ακούγεται, στην ελληνική οικονομία, καθώς αναμένεται ο έλεγχος στην κίνηση κεφαλαίων να πλήξει άμεσα τη φοροδιαφυγή, βελτιώνοντας ταυτόχρονα και τα φορολογικά έσοδα της χώρας. 

Του Χρήστου Δ. Κορομηλά
Οικονομολόγου με master Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου, προέδρου Συλλόγου Τρίτεκνων Οικογενειών Ν. Μεσσηνίας