Απίστευτη δράση εγκληματικής οργάνωσης με απάτες στην Πελοπόννησο

Απίστευτη δράση εγκληματικής  οργάνωσης με απάτες στην Πελοπόννησο

Χρυσές δουλειές με ηλεκτρονικές απάτες σε όλη την Ελλάδα και ορμητήριο την Πελοπόννησο έκανε εγκληματική οργάνωση που εξαρθρώθηκε από την Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ηγουμενίτσας, με τον αρχηγό και τα βασικά μέλη της να συλλαμβάνονται σε Τρίπολη, Πάτρα και Αργολίδα.

Συνολικά εξιχνιάστηκαν 231 υποθέσεις απάτης, με τη λεία των δραστών να ξεπερνά το 1.400.000 ευρώ και θύματά τους να έχουν πέσει και Μεσσήνιοι.

Με έδρα την Πελοπόννησο
Η έρευνα της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Ηγουμενίτσας για τη δράση της εγκληματικής οργάνωσης διήρκεσε αρκετούς μήνες και ταυτοποιήθηκαν τα στοιχεία όλου του βασικού πυρήνα της οργάνωσης, αποτελούμενου από τον αρχηγό και τέσσερα μέλη, καθώς και 15 περιφερειακά μέλη, σε βάρος των οποίων σχηματίστηκε δικογραφία για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, απάτες με υπολογιστή κατ’ εξακολούθηση και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα.

Επίσης, εξακριβώθηκαν τα στοιχεία 117 ατόμων που κατηγορούνται για συνέργεια στις παραπάνω πράξεις ως κάτοχοι τραπεζικών λογαριασμών στους οποίους μεταφέρονταν τα χρήματα από τις απάτες (money mules).

Τις προηγούμενες μέρες, σε επιχείρηση που οργάνωσε η Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ηγουμενίτσας, με τη συνδρομή και αστυνομικών υπηρεσιών των Διευθύνσεων Αστυνομίας Αχαΐας, Αργολίδας, Αρκαδίας και Κορίνθου, συνελήφθησαν σε Τρίπολη, Πάτρα και Αργολίδα επτά μέλη της οργάνωσης, εκ των οποίων ο αρχηγός και τρία μέλη του βασικού πυρήνα.

Πώς δρούσαν
Η δομή της οργάνωσης, σύμφωνα με την έρευνα της Αστυνομίας, διαρθρωνόταν σε τρία επίπεδα με ιεραρχική δομή και συγκεκριμένα: Στο σκληρό πυρήνα, του οποίου ηγούνταν ο αρχηγός, αποτελώντας τον «εγκέφαλο» της οργάνωσης, στα περιφερειακά μέλη, που ενεργούσαν κατ’ εντολή του βασικού πυρήνα και στους δικαιούχους των «επιχειρησιακών» τραπεζικών λογαριασμών, οι οποίοι στρατολογούνταν από τα περιφερειακά μέλη και παρέδιδαν στην οργάνωση τη διαχείριση των λογαριασμών τους.

Η δράση τους τοποθετείται χρονικά τουλάχιστον από το Νοέμβριο του 2020 και η μέθοδος που χρησιμοποιούσαν είναι η εξής:

Αναζητούσαν και εντόπιζαν στο διαδίκτυο αγγελίες σχετικά με την πώληση κυρίως οχημάτων αλλά και άλλων αγαθών και υπηρεσιών. Επικοινωνούσαν τηλεφωνικά με τα υποψήφια θύματα και εκδήλωναν ενδιαφέρον για την αγορά των προϊόντων, με το πρόσχημα της άμεσης καταβολής των χρημάτων στον τραπεζικό τους λογαριασμό. Αποσπούσαν τεχνηέντως τα απαραίτητα στοιχεία και κωδικούς ταυτοποίησης για την είσοδο στην ηλεκτρονική τραπεζική τους πρόσβαση (όπως όνομα χρήστη, προσωπικούς κωδικούς, αριθμούς τραπεζικών λογαριασμών, κωδικούς επιβεβαίωσης συναλλαγής κ.τ.λ.). Όταν αποκτούσαν πρόσβαση στην ηλεκτρονική εφαρμογή των παθόντων, μετέφεραν χρηματικά ποσά από τους τραπεζικούς λογαριασμούς των θυμάτων σε λογαριασμούς με δικαιούχους συνεργούς τους.

Στη συνέχεια, περιφερειακά μέλη της οργάνωσης, έχοντας καλυμμένα τα χαρακτηριστικά τους για να μην καταγράφονται από κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης, πραγματοποιούσαν άμεσα ανάληψη μέσω ΑΤΜ των χρηματικών ποσών που είχαν μεταφερθεί στους «επιχειρησιακούς» λογαριασμούς, πριν οι παθόντες αντιληφθούν την απάτη.

Άλλαζαν και το όριο συναλλαγής
Χαρακτηριστικό είναι ότι τα μέλη της οργάνωσης φρόντιζαν προηγουμένως να μεγιστοποιούν το ανώτατο όριο μεταφοράς χρημάτων των τραπεζικών λογαριασμών των θυμάτων, προκειμένου να μπορούν να μεταφέρουν ολόκληρο το χρηματικό ποσό που έβρισκαν σε αυτούς. Στην περίπτωση που το χρηματικό ποσό ήταν μεγαλύτερο του ορίου, το «έσπαγαν» σε επιμέρους ποσά διαμοιράζοντάς το σε περισσότερους «επιχειρησιακούς» λογαριασμούς.

Για δε τις μεταξύ τους επικοινωνίες, αλλά και με τα υποψήφια θύματα, χρησιμοποιούσαν αποκλειστικά τηλεφωνικές συνδέσεις που ανήκαν σε άγνωστους αλλοδαπούς, τις οποίες αντικαθιστούσαν ανά τακτά χρονικά διαστήματα.

Τα χρηματικά ποσά που αποκόμιζαν τα μέλη της οργάνωσης τα χρησιμοποιούσαν για τον πολυτελή τους βίο, για αγορές αυτοκινήτων μεγάλης ιπποδύναμης, ανακαινίσεις και αγορές κατοικιών και επενδύσεις σε καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος που λειτουργούσαν.

Σε έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στα σπίτια των συλληφθέντων σε Τρίπολη, Αργολίδα και Πάτρα, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:  πέντε αυτοκίνητα, ένα φορτηγό, μια δίκυκλη μοτοσικλέτα, τρεις τηλεοράσεις, έξι φορητοί υπολογιστές και τάμπλετ, κυνηγητική καραμπίνα, αεροβόλο πιστόλι, τέσσερις τραπεζικές κάρτες, 25 κινητά τηλέφωνα, 14 πακέτα σύνδεσης καρτοκινητής, τρεις κάρτες SIM και το χρηματικό ποσό των 3.180 ευρώ.

Η έρευνα της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Ηγουμενίτσας συνεχίζεται, ενώ σε συνεργασία με τα τραπεζικά ιδρύματα της χώρας βρίσκεται σε εξέλιξη η διαδικασία επιστροφής μέρος των χρημάτων των παθόντων τα οποία δεν εξήγαγε εγκαίρως η οργάνωση από το τραπεζικό σύστημα και δεσμεύτηκαν στους «επιχειρησιακούς» λογαριασμούς της.

Οι συλληφθέντες με τη δικογραφία που σχηματίσθηκε σε βάρος τους οδηγήθηκαν στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ναυπλίου.

Της Βίκυς Βετουλάκη