Ιστορία και μνήμη για τα 50 χρόνια από τη Χούντα του 1967

Ιστορία και μνήμη για τα 50 χρόνια από τη Χούντα του 1967

Από τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης απαντήθηκαν δύο βασικά ερωτήματα: Επανάσταση ή πραξικόπημα; Διαρκές ή στιγμιαίο το αδίκημα της εσχάτης προδοσίας; Οι απαντήσεις είναι γνωστές. Ήταν πραξικόπημα… γι’ αυτό και δικάστηκαν 21 επίορκοι αξιωματικοί, που κατάφεραν (μόνοι τους!) να πάρουν την εξουσία. Και ήταν στιγμιαίο, γι’ αυτό και δε δικάστηκαν 139 ευυπόληπτοι πολίτες οι οποίοι επάνδρωσαν τις χουντικές «κυβερνήσεις». Αναπάντητο έμενε το κύριο ερώτημα: Ήταν καθαρά ελληνική υπόθεση ή μια δικτατορία made in USA — η πρώτη σε ευρωπαϊκή χώρα;
 
Το πρώτο κρίσιμο τετράμηνο του 1967
Το πρώτο τετράμηνο του 1967, η κατάσταση που επικρατούσε στη χώρα ήταν εντελώς ασυνήθιστη:
* Ενώ βαδίζαμε προς τις κάλπες, η «εκτροπή» συζητιόταν ευρύτατα και ανοικτά: από το βασιλιά ως τον Καραμανλή (στο Παρίσι) και από το «θεωρητικό της δικτατορίας» Σάββα Κωνσταντόπουλο ως μια σειρά βασικών στελεχών της ΕΡΕ, συζητούσαν –μήνες τώρα– για μια δικτατορία, λες και ήταν το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο!
*Ειδικά ο βασιλιάς ετοιμαζόταν για μια νομότυπη λύση (αναστολή ορισμένων άρθρων του Συντάγματος, όπως προβλεπόταν σε περίπτωση «εσωτερικού κινδύνου» που προϋπέθετε συγκατάθεση του πρωθυπουργού) ή για ένα κανονικό στρατιωτικό πραξικόπημα.
* Ο στρατός έβλεπε ότι είχε έρθει η ώρα του να παρέμβει στις πολιτικές εξελίξεις — και… πολύ είχε αργήσει! Από τη μια ήταν ο αρχηγός ΓΕΣ Γρ. Σπαντιδάκης που με τους βασιλικούς στρατηγούς είχε έτοιμα τα σχέδια επέμβασης, από την άλλη μια ομάδα συνταγματαρχών-λοχαγών με έδρα την ΚΥΠ, ετοίμαζε τη δική της δικτατορία τουλάχιστον για μια δεκαετία.
* Οι Αμερικανοί παρακολουθούσαν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και ανάλογη προσοχή τις εξελίξεις. Η όποια παρέμβαση, του βασιλιά, του στρατού, περνούσε υποχρεωτικά από τη δική τους έγκριση, αφού είχαν αναλάβει την κηδεμονία της χώρας από τους Άγγλους ακριβώς είκοσι χρόνια πριν.
Μέσα στο κλίμα της αντικομουνιστικής υστερίας που επικρατούσε, ένα «πρόβλημα» προβαλλόταν για να δικαιολογηθεί η προετοιμαζόμενη «εκτροπή»: η επάνοδος «των Παπανδρέου» στην εξουσία! Όλες οι προβλέψεις έδειχναν ότι η ΕΚ θα θριάμβευε στις εκλογές, όποτε κι αν γίνονταν, κάτι που… κανένας δεν ήθελε! Και το πρόβλημα δεν ήταν ο ογδοντάχρονος Γ. Παπανδρέου αλλά ο γιος του, Ανδρέας, επικεφαλής της αριστερής πτέρυγας της ΕΚ, που έδειχνε τάσεις αυτονομίας, έντονο αντιαμερικανισμό και θα μπορούσε –έλεγαν– ακόμα και να συγκυβερνήσει με την ΕΔΑ! Ανάκτορα και Αμερικανοί δικαιολογημένα αγανακτούσαν: Είδαμε και πάθαμε (και… ακριβοπληρώσαμε) για να τους ξεφορτωθούμε, τώρα θα τους ξαναβρούμε μπροστά μας; έλεγαν.
Δύο λύσεις συζητιόνταν και εξετάστηκαν προσεκτικά. Η πρώτη ήταν η παρέμβαση στις εκλογές, με χρηματοδότηση προεκλογικά βουλευτών ή κομμάτων.
 
Λύση πρώτη: παρέμβαση στις εκλογές με χρηματοδότηση βουλευτών ή κομμάτων
11/2. Ο «σταθμάρχης» Μώρυ έπεισε τον πρέσβη Τάλμποτ να προτείνει στην Ουάσιγκτον μια τέτοια παρέμβαση. «Σε αντίθεση με προηγούμενες επιχειρήσεις του παρελθόντος που επικεντρώθηκαν στην ΕΔΑ», τώρα στόχος ήταν «να περιοριστεί η επιρροή και η ισχύς που προσπαθεί να αποκτήσει ο Α. Παπανδρέου με την υποστήριξη ορισμένων ανταγωνιστικών στοιχείων της ΕΚ, της ΦΙΔΗΚ (το κόμμα των “αποστατών”), της ΕΡΕ και των Ανεξάρτητων». Τις λεπτομέρειες θα ετοίμαζε ο «σταθμός». Η «επιχείρηση» θα στοίχιζε 100.000 δολάρια που θα χειριζόταν ο Τζ. Ντέυ από την πρεσβεία και ο Τζωρτζ Ιωαννίδης από το «σταθμό».
 
28/2. Ο Τάλμποτ ενημέρωσε το Στ. Ντηπάρτμεντ ότι ο Κωνσταντίνος τον ρώτησε, για πρώτη φορά ευθέως, ποια θα ήταν η αντίδραση των ΗΠΑ σε περίπτωση πραξικοπήματος.
 
8/3. και 13/3. Η αρμόδια για τέτοιες «επιχειρήσεις» «Επιτροπή 303» του Λευκού Οίκου μετά από δυο συνεδριάσεις απορρίπτει την πρόταση Τάλμποτ-Μώρυ.
 
16/3. Ο Τάλμποτ παίρνει και εγγράφως την απάντηση της Ουάσιγκτον. Μαζί και την απάντηση στην απορία του βασιλιά για τα σχέδιά του, «τον κίνδυνο μιας στρατιωτικής δικτατορίας, εάν η τάση του Ανδρέα φαινόταν μη αναστρέψιμη». Η απάντηση ήταν σαφέστατη: «Η πρόληψη μιας τέτοιας εξέλιξης θα έπρεπε να γίνει μέσω διπλωματικής πειθούς και όχι με κάποια μυστική επιχείρηση».
 
Λύση δεύτερη: στρατιωτικό πραξικόπημα πριν από τις εκλογές.
Η δεύτερη λύση ήταν η ρεαλιστική παρέμβαση με στρατιωτικό πραξικόπημα πριν από τις εκλογές.
 
29/3.Ο Κωνσταντίνος λέει ξεκάθαρα στον Τάλμποτ ότι βρισκόταν σε δίλημμα «ανάμεσα στην παράδοση της χώρας στους Παπανδρέου και την επιβολή δικτατορίας πριν ή αμέσως μετά τις εκλογές», και τον ρωτούσε αν «θα μπορούσε να υπολογίζει στη βοήθεια των ΗΠΑ σε περίπτωση που αναγκαζόταν να προχωρήσει σε εκτροπή» — για την ακρίβεια, αν θα είχε «σαφή αμερικανική υποστήριξη για την επιβολή δικτατορίας».
 
30-31/3. Βλέποντας ότι αγριεύουν τα πράγματα, ο Αμερικανός πρέσβης απέφυγε ν’ απαντήσει στο βασιλιά αλλά έστειλε δύο επιστολές στο Στέητ Ντηπάρτμεντ, περιγράφοντας αναλυτικά την κατάσταση και ζητώντας συγκεκριμένες οδηγίες. Μαζί με τη δεύτερη επιστολή έστειλε και δύο υπομνήματα που είχε ετοιμάσει ο Ντέυ (υπό την καθοδήγηση του Άνσουτζ) με αντικείμενο «το πρόβλημα Α. Παπανδρέου». Η άποψη που διατυπωνόταν ήταν ότι… δεν υπάρχει λύση. «Εν κατακλείδι», έλεγε το υπόμνημα, «δε βλέπουμε κάποιο πραγματικά αξιόπιστο τρόπο ανάσχεσης του Ανδρέα».
 
3/4. Η απάντηση του Στ. Ντηπάρτμεντ έφτασε στην πρεσβεία την ίδια μέρα που ορκιζόταν νέα κυβέρνηση (της ΕΡΕ με πρωθυπουργό τον Π. Κανελλόπουλο) και ήταν θετική: άναβε το «πράσινο φως» των Αμερικανών για το πραξικόπημα του βασιλιά! Συγκεκριμένα:
*Στην Αθήνα, ο Π. Κανελλόπουλος ανέτρεψε την κυβέρνηση Παρασκευόπουλου, όπως ακριβώς είχε κάνει με την κυβέρνηση των αποστατών: αποσύροντας τη στήριξη της ΕΡΕ. Εδώ, αφορμή ήταν μια τροπολογία την οποία κατέθεσε η ΕΚ στη Βουλή για να καλυφθεί προεκλογικά ο Α. Παπανδρέου (όταν δε θα ήταν βουλευτής) και να μη συλληφθεί. Ύστερα από συσκέψεις με τους πολιτικούς αρχηγούς (30/3-1/4) και με δικούς του ανθρώπους (2/4), ο βασιλιάς όρκισε κυβέρνηση Κανελλόπουλου (3/4), δυναμιτίζοντας ακόμα περισσότερο το πολιτικό κλίμα.
*Στην Ουάσιγκτον δε χρειάστηκαν και πολύ για να μελετήσουν επιστολές και υπομνήματα. Οι αξιωματούχοι του Στ. Ντηπάρτμεντ, Σ. Ρόκγουελ και Ντ. Μπρούστερ, υπεύθυνοι «για την πολιτική των ΗΠΑ έναντι της Ελλάδος», συνεργάστηκαν με έναν ακόμη αρμόδιο, τον Τζ. Όουενς, για να συντάξουν την απάντηση στον Τάλμποτ. Το προσχέδιο ετοίμασε ο Μπρούστερ και ήταν πάνω-κάτω σύμφωνο με τα ως τότε γνωστά. Στην παράγραφο 2, ο Μπρούστερ σημείωνε: «Θα τείναμε να προειδοποιήσουμε πιο έντονα εναντίον πιθανής συνταγματικής εκτροπής. Βάθος ελληνικού αισθήματος ενάντια σε τέτοια κίνηση, θα έπρεπε να ζυγιστεί πιο προσεκτικά από βασιλιά. Ανδρέας ως “μάρτυρας”, με μηχανισμό Λαμπράκη να τον στηρίζει πλήρως, θα ήταν πολύ δύσκολος αντίπαλος. Ως θέμα αρχής, ασφαλώς, ΗΠΑ θα ήταν αντίθετες σε εξωκοινοβουλευτική κίνηση».
*Ο Ρόκγουελ προσέθεσε στο σημείο αυτό, με τη δική του γραφομηχανή, μια φράση-κλειδί: «Πρέπει να τονίσετε θέση ότι αντίδραση ΗΠΑ σε τέτοια περίπτωση δεν μπορεί να καθοριστεί εκ των προτέρων, αλλά θα εξαρτηθεί από συνθήκες εκείνης της στιγμής».
Όπως έλεγε ο Κήλυ, «αυτή η πρόταση “μ’ έκανε να βγω από τα ρούχα μου”», γιατί «στην ουσία ακύρωνε όλη την υπόλοιπη θέση του υπουργείου Εξωτερικών και αδιαφορούσε πλήρως στο αίτημα του βασιλιά για συμβουλή». Άλλωστε, «ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ήταν πολύ πιο έξυπνος απ’ όσο θεωρούνταν» και «αντιλήφθηκε ότι του είχαν δώσει μια μη απάντηση». Στην πραγματικότητα ήταν –με τα δεδομένα της στιγμής– το πιο καθαρό ok των Αμερικανών για τη δικτατορία του βασιλιά. Του έλεγαν ότι δεν μπορούν προκαταβολικά να του πουν το ναι, δεν του έλεγαν όχι (όπως έκαναν ως τότε) και τον συμβούλευαν να κινηθεί στις κατάλληλες συνθήκες, αφήνοντας ίσως ανοιχτό μόνο το ενδεχόμενο να βγάλουν την ουρά τους απέξω σε περίπτωση αποτυχίας…
 
Η μοιραία 20ή Απριλίου: στρατηγοί και συνταγματάρχες
Η 20ή Απριλίου ήταν η μοιραία μέρα. Στρατηγοί και συνταγματάρχες συνεδρίασαν και πήραν τις οριστικές αποφάσεις τους, λες και κάποιο αόρατο χέρι τούς καθοδηγούσε…
* Τo πρωί, οι στρατηγοί: Μετά τη συνεδρίαση του Ανωτάτου Στρατιωτικού Συμβουλίου (9.00 π.μ.-12.00 μ.), παρέμειναν τέσσερις από τους δέκα αντιστράτηγους και ύστερα από πεντάωρη (παράνομη) σύσκεψη, αποφάσισαν ο Α/ΓΕΣ να ενημερώσει το βασιλιά για την απόφαση «να κινηθεί ο στρατός» μόλις έδινε εκείνος την εντολή. Πρώτη ημερομηνία η Μ. Τρίτη (25/4). Ήταν οι Γρ. Σπαντιδάκης, Οδ. Αγγελής, Γ. Ζωιτάκης, Κ. Κόλλιας, Β. Μαράντος, Χ. Παπαδάτος.
* Το απόγευμα, οι συνταγματάρχες: Συγκεντρώθηκαν στο σπίτι του Μ. Μπαλόπουλου, στη Ν. Σμύρνη (Γ. και Κ. Παπαδόπουλος, Παττακός, Μακαρέζος, Ιωαννίδης, Λαδάς, Ρουφογάλης, Ασλανίδης, Λέκκας, Σταματελόπουλος, Γκαντώντας, Καραμπέρης, Μέξης, Αναστασόπουλος), ειδοποιήθηκαν για την απόφαση των στρατηγών από τον Ζωιτάκη και αποφάσισαν να κινηθούν αμέσως. Μία ώρα μετά τα μεσάνυχτα άρχισαν να βγαίνουν τα τανκς. Η πολυσυζητημένη δικτατορία ήταν γεγονός…
*Τα πράγματα ξεκαθάρισαν γρήγορα. Ο Α/ΓΕΣ προσχώρησε αμέσως, ο βασιλιάς τους αναγνώρισε και τους όρκισε (η πρώτη «κυβέρνηση» ήταν βασιλοχουντική, με «πρωθυπουργό» τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κ. Κόλλια και πέντε αρεοπαγίτες!), οι Αμερικανοί έδωσαν τις ευλογίες τους… Σε ένα υπόμνημα που συνέταξε ο Κήλυ, λίγα εικοσιτετράωρα μετά το πραξικόπημα, έλεγε ότι θα μπορούσαν άμεσα να διώξουν τη χούντα. «Θα μπορούσαμε να ανατρέψουμε το καθεστώς απλώς και μόνο κουνώντας το δάκτυλό μας», έγραψε, κι ο Τάλμποτ που το διάβασε είχε μια απορία: «Εδώ λέτε κουνώντας το δάχτυλό μας. Τι ακριβώς σημαίνει αυτό;».
 
Ο αιφνιδιασμός των Αμερικανών
Το εντυπωσιακό είναι ότι ο Αμερικανοί που περίμεναν το πραξικόπημα του βασιλιά, το οποίο επίσημα είχαν εγκρίνει, έδειξαν να αιφνιδιάζονται από τη χούντα των συνταγματαρχών – κυριολεκτικά πιάστηκαν στον ύπνο!
*Τον Τάλμποτ τον ξύπνησε στις 3 το πρωί ο ανηψιός του Π. Κανελλόπουλου, Δ. Λιβανός, χτυπώντας την πόρτα της πρεσβευτικής κατοικίας για να του πει ότι ο πρωθυπουργός είχε συλληφθεί από στρατιωτικούς.
*Τον Κήλυ τον πληροφόρησε ο γιος του, την ώρα που έκανε ντους, για να του πει ότι δεν είχε σχολείο και ότι τανκς κυκλοφορούσαν στην Κηφισίας. Έφυγε τρέχοντας για την πρεσβεία, αλλά στο μπλόκο των Αμπελοκήπων τον σταμάτησαν: δεν τον άφησαν, όπως και άλλους ξένους διπλωμάτες, να περάσει…
*Τον Μώρυ δεν ξέρουμε ποιος τον ξύπνησε και ποια ώρα ακριβώς, αλλά βρέθηκε στο ίδιο μπλόκο με τον Κήλυ. Βλέποντας ότι Αμερικανοί με στολή περνούσαν από το μπλόκο, γύρισε σπίτι του έβαλε (με δυσκολία είναι η αλήθεια) μια παλιά στολή αξιωματικού που είχε και πέρασε μια χαρά (Εδώ που τα λέμε, τι να έλεγε στον επικεφαλής λοχαγό, ότι είναι ο «σταθμάρχης της CIA»; Θα τον μπαγλάρωναν!).
* Στην Ουάσινγκτον, ο διευθυντής της CIA, Ρ. Χελμς, ήταν έξαλλος: Μα, να γίνει πραξικόπημα στην Ελλάδα και να μην το πάρουν χαμπάρι;
Για τους στρατηγούς ήξεραν τα πάντα: «Ήμασταν πλήρως ενημερωμένοι, μέχρι και την παραμικρή λεπτομέρεια: τα κωδικά ονόματα, τους στόχους της επιχείρησης, τους επικεφαλής, τα μέσα που διέθεταν κ.τ.λ.» σημείωνε ο Κήλυ.
Για τους συνταγματάρχες; Φαίνεται ότι θα μπορούσε να πει κανείς το ίδιο: ήξεραν ονόματα, βαθμούς, θέσεις όπου υπηρετούσαν, ποιοι συμμετείχαν στις συσκέψεις, τι λεγόταν σ’ αυτές, ότι ο Γ. Παπαδόπουλος ήταν επικεφαλής κ.λπ. Με κάθε λεπτομέρεια. Ο αρμόδιος στο Στ. Ντηπάρτμεντ για τη λήψη και ανάλυση των πληροφοριών που έφταναν από την Ελλάδα, Χ. Λαγουδάκης, έλεγε ότι «από τις 19 Ιουνίου 1965 είχε λάβει περίπου δεκαπέντε αναφορές της CIA από διάφορες πηγές» για τη «συνωμοτική ομάδα» Παπαδόπουλου που ήταν έτοιμη να κάνει πραξικόπημα. Τελευταία αναφορά: 23/1/67.
Ο Λαγουδάκης βλέπει, από εκεί και πέρα, να περνάνε οι μέρες χωρίς ενημέρωση και στις 6 Φεβρουαρίου κρούει τον κώδωνα του κινδύνου στους ανωτέρους του, το γνώριμό μας Ντ. Μπρούστερ και τον Φ. Στόνταρντ: Σταμάτησαν οι πληροφορίες, τι συμβαίνει; «Επειδή οι κύκλοι των Ανακτόρων και του Στρατού ανησυχούν για το ενδεχόμενο νίκης του Παπανδρέου στις εκλογές του Μαΐου», τους γράφει: «θα ήταν χρήσιμο να έχουμε περισσότερες πληροφορίες για αυτή την ομάδα, που μπορεί ενδεχομένως να ετοιμάζει πραξικόπημα. Ίσως θα ήταν φρόνιμο να γίνουν διακριτικές έρευνες από την CIA και το Πολιτικό Τμήμα» (της πρεσβείας). Τι άλλο να πει, δηλαδή;
Η σαφής αυτή προειδοποίηση φαίνεται να αγνοήθηκε. Άλλη αναφορά, επίσημα τουλάχιστον, δε στάλθηκε (και κανένας δεν νοιάστηκε γι’ αυτό, καμία έρευνα δεν έγινε, κανένας δεν διερωτήθηκε τι έγιναν εκείνοι οι δραστήριοι συνταγματάρχες), ή στάλθηκε και απεκρύβη, αφού μια σειρά εγγράφων της CIA αυτής της περιόδου παραμένουν στο σκοτάδι: δεν αποχαρακτηρίστηκαν ακόμα. Ο Κήλυ είναι σαφής: «Δεν πιστεύω ότι οι πραγματικές εκθέσεις της CIA θα αποκαλυφθούν ποτέ», ενώ ο επιμελητής των Αμερικανικών Αρχείων Τζιμ Μίλερ, ο οποίος μελέτησε την περίοδο 1964-68, ταξινόμησε τα έγγραφα και ετοίμασε για έκδοση έναν τόμο που την έκδοσή του είχε μπλοκάρει αρχικά η CIA (τίτλος: Εξωτερικές σχέσεις των ΗΠΑ: 1964-68, τόμος ΧVI: Κύπρος, Ελλάδα, Τουρκία), είναι πιο αισιόδοξος: θα βγουν αλλά μετά από πενήντα χρόνια!
Η ουσία είναι ότι οι Αμερικανοί που παρακολουθούσαν και κατεύθυναν τη χούντα των στρατηγών, δεν μπορεί, για ένα δίμηνο, να αγνόησαν τους –το ίδιο έτοιμους για πραξικόπημα– συνταγματάρχες και να κάνουν ότι δεν τους ξέρουν. Αν δεν τους γνώριζαν, δε θα τους αναγνώριζαν — και μάλιστα αμέσως! Στην Ελλάδα του ’67, χωρίς την έγκριση των Αμερικανών δεν μπορούσε να κινηθεί ούτε πατίνι, όχι τανκς. Όπως δεν μπορούσε να γίνει πραξικόπημα σε χώρα του ΝΑΤΟ, με νατοϊκό Σχέδιο («Προμηθεύς»-«Ιέραξ ΙΙ») και να το αγνοεί η Ατλαντική Συμμαχία ή να κάνει πραξικόπημα ο Γ. Παπαδόπουλος, σύνδεσμος για χρόνια της ΚΥΠ με την CIA, εν αγνοία της Υπηρεσίας.
 
Επίλογος (που θα μπορούσε να είναι και πρόλογος):
Το 1967 είχε έρθει η ώρα της δικτατορίας στη χώρα μας. Δύο χούντες έδιναν αγώνα δρόμου ποια θα πρωτοπρολάβει, με κριτές τους Αμερικανούς που είχαν πάρει έγκαιρα τις αποφάσεις τους. Ο πρόεδρος Τζόνσον, άλλωστε, έβλεπε από νωρίς πού πάνε τα πράγματα. Έγινε έξαλλος με τον Γ. Παπανδρέου, όταν τον κάλεσε στην Ουάσιγκτον τον Ιούνιο του ’64 για μια συνάντηση-παγίδα με τον Τούρκο ομόλογό του Ινονού και δεν υπέκυψε στους πρωτοφανείς εκβιασμούς και τις άθλιες απειλές του. Όταν, μάλιστα, φεύγοντας ο Γ. Παπανδρέου πέρασε από το Παρίσι και είδε τον Ντε Γκωλ, ο Τζόνσον κάλεσε τον πρεσβευτή μας στην Ουάσιγκτον, Αλ. Μάτσα, και του επανέλαβε τις απειλές για μιας μορφής διχοτόμηση στην Κύπρο (Σχέδιο Άτσεσον), παραχώρηση του Καστελόριζου στους Τούρκους κ.ά. Ο Μάτσας τού υπενθύμισε την απάντηση Παπανδρέου («καμιά Ελληνική Βουλή δε θα μπορούσε να δεχτεί ένα τέτοιο Σχέδιο […] και το Ελληνικό Σύνταγμα δεν επέτρεπε σε μια ελληνική κυβέρνηση να παραχωρήσει ένα ελληνικό νησί»), οπότε ακολούθησε ένας απίστευτος διάλογος:
Τζόνσον: «Τότε ακούστε με, κύριε πρέσβη. Γαμώ τη Βουλή σας και το Σύνταγμά σας! Η Αμερική είναι ελέφαντας. Η Κύπρος είναι ψύλλος. Και η Ελλάδα είναι ψύλλος. Αν αυτοί οι δύο ψύλλοι εξακολουθούν να φέρνουν φαγούρα στον ελέφαντα, μπορεί ο ελέφαντας να τους ρουφήξει μια και καλή με την προβοσκίδα του»!
Μάτσας: «Θα διαβιβάσω τις απόψεις σας στον πρωθυπουργό κ. Παπανδρέου, αλλά είμαι βέβαιος για την ελληνική απάντηση: “Η Ελλάδα είναι δημοκρατία. Ο πρωθυπουργός δεν μπορεί να εναντιωθεί στις επιθυμίες της Βουλής”».
Τζόνσον: «Θα σας πω ποια απάντηση θα δώσω αν πάρω τέτοιου είδους απάντηση από τον πρωθυπουργό σας. Ποιος νομίζει ότι είναι; Δεν μπορώ να έχω και δεύτερο Ντε Γκωλ στα πόδια μου. Πληρώνουμε πολλά αμερικανικά δολάρια στους Έλληνες, κύριε πρέσβη. Αν ο πρωθυπουργός σας μου μιλήσει για Δημοκρατία, Βουλή και Σύνταγμα, τότε εκείνος, η Βουλή και το Σύνταγμά του μπορεί να μην κρατήσουν για πολύ»!
 
Του Κώστα Παπαϊωάννου
-Ο Κώστας Παπαϊωάννου είναι δημοσιογράφος. Ήταν εκδότης της εφημερίδας «Το Ποντίκι», τα χρόνια 1979-2005.