Ο Σταμάτης Κραουνάκης μιλά στο “Θάρρος”

Ο Σταμάτης Κραουνάκης μιλά στο “Θάρρος”

Δείξτε μου ποιος με αγόρασε, να μιλάω απευθείας με το αφεντικό…

Για τον Σταμάτη Κραουνάκη δε χρειάζεται καμία σύσταση. Είναι από τη στόφα των καλλιτεχνών που εκφράζεται και εκφράζει… το συναίσθημά μας. Ποτέ δεν έκανε έκπτωση στα λόγια του. Ζει κι αυτός στον κόσμο αυτό. Ο λόγος του βαθύτατα πολιτικός και εύστοχος.

Τον συναντήσαμε στην Αθήνα, αμέσως μετά την εκπομπή του στον ΒΗΜΑ FM. Πάντα δεκτικός, πάντα αποκαλυπτικός. Την ημέρα που μιλήσαμε, όλα τα ΜΜΕ είχαν ως πρώτη είδηση «τέσσερις κάλπες και μία ψήφος». Η συζήτησή μας, λοιπόν, άρχισε αμέσως δίχως ερώτηση:

«Οι άνθρωποι αυτοί διαπραγματεύονται την αγοροπωλησία ενός οικοπέδου. Το οποίο ήτανε πάντα αγκάθι στην πληγή. Δύο πράγματα θέλω να επισημάνω. Το ένα ότι ο λαός αυτός έχει δώσει το κώνειο στον Σωκράτη κι έχει κλείσει τον Κολοκοτρώνη φυλακή. Είναι καλό να έχουμε συνείδηση την ώρα αυτή, ότι κάποιος έδωσε αυτό το 43% στον Παπανδρέου για να κάνει την κίνηση της τελικής εκτίναξης. Το θέμα είναι πόσο ο καθένας από μας αποφασίζει να είναι συνένοχος ή απαθής. Κρίνω και πιστεύω ότι θα έχουμε μία κόκκινη άνοιξη. Αποκλείεται η Ευρώπη με την Αμερική – όσο κι αν προσπαθεί τώρα η Αμερική- να βρουν κοινό οικονομικό στόχο.

Γίναμε πάρα πολύ εύκολα το θύμα της παγκόσμιας κρίσης, γιατί, απ’ την άλλη, η Ελλάδα ήταν εύκολο να πετάξει το χρέος. Αν 500 οικογένειες που είναι πάμπλουτες και διακινούν το δημόσιο χρήμα στην Ελλάδα με τη συνεργασία των κυβερνήσεων, αυτή τη στιγμή δίνανε από ένα δισ., θα τελειώναμε. Απλά δε θέλουν, γιατί επιθυμούν να υποδουλώσουν τη χώρα στο κεφάλαιο, να πουλήσουν μεγάλα οικόπεδα και οι άνθρωποι που θα είναι κυβέρνηση να είναι διαχειριστές ενός άλλου ιδιοκτήτη. Εγώ θα πω θαρρετά, δείξτε μου ποιος με αγόρασε, να μιλάω απευθείας με το αφεντικό, δε θέλω να μιλάω άλλο με το διαμεσολαβητή. Είναι απεχθές αυτό που συμβαίνει, αλλά έχει επιτευχθεί με την ανοχή μας».

-Από εδώ και πέρα τι κάνουμε;

Κατ’ αρχάς, άμεσα πρώτες βοήθειες, αλληλεγγύη. Εμείς, από τη στιγμή που αποφασίσαμε να ενώσουμε δυνάμεις και να κάνουμε ένα καταφύγιο με χαμηλή είσοδο και ακριβό προσφερόμενο γεγονός, εν ριπή οφθαλμού ο κόσμος μάς στήριξε. Αυτό, το ’λεγα χθες στη Λίνα (Νικολακοπούλου), μου έχει δώσει μία καινούργια χαρά μέσα στην καρδιά μου. Αυτό το είδος χαράς δεν το έχω ξαναεισπράξει. Ξέρω, δυστυχώς ή ευτυχώς, ότι θα πρέπει να είμαστε σε συνεχή «επιθετική» δημιουργική πολιτική, δηλαδή πάω σ’ αυτό που λέει ο Έσελ: «η δημιουργία είναι ο μοναδικός τρόπος αντίστασης». Όσο δημιουργείς, τόσο δε σου μένει χρόνος να σαπίσεις.

Πρέπει να ξεχάσουμε όσα ξέραμε. Ήρθε ένα τσουνάμι και μας άφησε με ένα αντίσκηνο κι ένα πεύκο. Θα ζήσουμε με τα λίγα.

-Πότε η μνήμη είναι χρήσιμη; Πολλοί μας λένε ότι εύκολα ξεχνάμε. Η μνήμη στην Τέχνη και στον Πολιτισμό βοηθάει;

Η μνήμη είναι χρήσιμη την ώρα που το κύτταρο είναι ζωντανό. Την ώρα που κινδυνεύεις, τι να την κάνεις; Σε ένα σεμινάριο που κάνω τώρα με τα παιδιά πάνω στον Αριστοφάνη, στη γέννηση της Δημοκρατίας και πως το χρέος της κωμωδίας είναι να τολμάει να μιλάει, είπα κάτι ιδιαίτερα τολμηρό, μετά που το σκέφτηκα, αλλά είναι αυτό που πιστεύω. Γνώση και ακύρωση. Ξεχάστε αυτό που ίσχυε. Πάρτε τη γνώση σας, είναι τάμπλετ πια, από παντού, από το ίντερνετ, τα βιβλία, πάρτε τη, μάθετε πώς ήταν πριν, μάθετε πώς ήταν η αξία, ακόμα και αυτοί που δεν έχετε μνήμη, γνωρίστε τι ήταν η Παξινού, ο Μητρόπουλος, ο Χορν, ο Χατζιδάκις. Έχουμε τη δυνατότητα να το μάθουμε σε μία μέρα. Διαβάστε και ακυρώστε.

Στην Τέχνη και ειδικά στη Μουσική, η ακύρωση του δεδομένου θα προχωρήσει τα πράγματα. Εκεί δεν πρέπει να έχουμε μνήμη, πρέπει να ξαναβρούμε τη δύναμη που έχει η ανθρώπινη κραυγή, όπως βγαίνει από τα σωθικά. Έδωσα στα παιδιά μία άσκηση με τη φράση «κλαπακιάζεις, καταβόθρα, τον αγλέορα» -όπως λέει ο χορός στον Κλέωνα- και τους έβαλα να τη δουλέψουν πάνω στο «όλο ούζο, ούζο, το βαρέθηκα». Αυτό δημιούργησε ένα αίσθημα διαδήλωσης στο τέλος. Θα μπορούσε αυτή η φράση, με αυτή τη μουσική, να ρίξει κάτω τους τοίχους.

Ο ρόλος των καλλιτεχνών, αυτή τη στιγμή, των ανθρώπων που παίρνουν την ευθύνη να ρίξουν το προσωπικό τους τείχος καταρχήν, εκεί είναι το θέμα. Η Νικολακοπούλου, ας πούμε, κάνει 18 νέα τραγούδια που δίνουν τη γεωγραφία του τόπου, της πόλης, των αισθημάτων της καθημερινότητας. Γράφει: «μας ψεκάζουν κάτι μυστήρια αεροπλάνα» ή «περνάμε κατοχή» λέει στο τραγούδι της Πανδρόσου. Ο δημιουργός αυτό πρέπει να κάνει αυτή τη στιγμή, να βοηθήσει στην αφύπνιση. Άρα, η μνήμη τώρα δεν έχει καμία σημασία. Δεν τη χρειαζόμαστε.

-Μέχρι πού μπορεί να φτάσει όλο αυτό που βιώνουμε σήμερα;

Ο Έλληνας μπορεί περισσότερα από αυτά που νομίζει. Παγιδευτήκαμε στην ιδιοκτησία, ενώ η αρετή μας είναι το τοπίο. Αυτό θέλουν. Τα νερά μας θέλουν. Αυτό πάνε να πάρουν φτηνά.

Προσωπικά, δεν περιμένω τίποτα από τα κόμματα. Δεν μπορούν, δεν είναι ότι δε θέλουν. Είναι παγιδευμένα σε ένα μηχανισμό συμπεριφορών που δεν τους επιτρέπει καμία επαναστατικότητα. Αυτό φαίνεται σαφέστατα από το πώς έχει εγκλωβιστεί η αριστερή πλευρά, γιατί έχει μπει στο ρόλο να μάχεται τη δεξιά. Ε, δεν είναι εκεί το θέμα, αλλά εσύ τι μπορείς να πεις. Πάνε να φτιάξουν πελατολόγιο σε μια χώρα η οποία έχει διαλύσει τον κοινωνικό ιστό της.

Επίσης, δεν αντέχω άλλο αυτή την τρομερή ομαδοποίηση και υποτίμηση των ανθρώπων. Όταν αυτή τη στιγμή ακόμα και η καθημερινή νοικοκυρά λέει «ναι, ρε π…στη, κάψτε το», έχει αποδεχτεί τον αναρχικό στο σπίτι της, θα τον κρύψει. Και δεν αντέχω άλλο τη μετάθεση με μικροθέματα, όπως, να, βγήκαν τα καλάσνικοφ, να, η Χρυσή Αυγή, δηλαδή ένας φόβος που βαράει συνέχεια και στηρίζεται από τα μίντια, τις τηλεοράσεις, από παντού. Δηλαδή, τι πας να κάνεις με το φόβο σε έναν άνθρωπο που είναι των διακοσίων ευρώ το μήνα;

Εγώ πιστεύω ότι το ντου θα ξεκινήσει από τη Γαλλία. Το μυρίζεται το ένστικτό μου. Η κίνηση Ντεπαρτιέ δεν ήταν τυχαία. Οι Ρώσοι θα παίξουν πολύ σοβαρό ρόλο στην εξέλιξη της αγοράς και ας μην ξεχνάμε και τους Κινέζους, που και αυτοί θα μπουν στο παιχνίδι, αργά ή γρήγορα.

-Θα μας μιλήσεις για την Καλαμάτα;

Εσείς εκεί, θες η θάλασσα, θες το βουνό από πίσω που την απομονώνει με έναν τρόπο, στο κοίταγμά της προς τη θάλασσα, κράτησε ψηλά το πολιτιστικό της πρόσωπο, πολύ ψηλά, και αυτό το νιώθω και εξ ακοής. Οι κάτοικοι έχουν τον ενθουσιασμό, είναι Μοριάς, είναι ελεύθερος Μοριάς, είναι γλεντζέδες, δεν είναι λίγο αυτό με τα τρίστρατα των αρχαίων δρόμων από δίπλα. Και υπάρχουν κι άλλα σημεία στην Ελλάδα που δεν είναι κατοικημένα από την ηλιθιότητα. Η Φλώρινα, ο Βόλος, η Αλεξανδρούπολη, η Κομοτηνή, τα Χανιά. Οι άνθρωποι του κέντρου είμαστε εγκλωβισμένοι σε μια εικόνα ψευδή. Εγώ ποντάρω στην άλλη Ελλάδα. Να έρθουν τρακτέρ από την Κρήτη, να ανέβουν στο Σύνταγμα. Έχουν ξεσκίσει την παραγωγή. Τα εξαιρετικά μικρά προϊόντα που βγάζει ο τόπος μας, που τα ’χει όλα αυτή η χώρα, υποτάχθηκε σε μία ευρωπαϊκή παραγωγή και χάσαμε την παραγωγική μας ταυτότητα. Διαλύθηκε η ελληνική παραγωγή. Επίσης, ποντάρω πολύ σε δύο τρεις, δεν είναι παραπάνω, οικογένειες πλουσίων που κινούν επιχειρήσεις και είναι κομμουνιστές. Είναι τραγικό να είναι το αφεντικό κομμουνιστής και ο υπάλληλος Νέα Δημοκρατία. Αυτοί οι άνθρωποι στηρίζουν τα κόμματα της Αριστεράς και θα παίξουν ρόλο κάποια στιγμή και στον πολιτισμό.

-Υπάρχει, λοιπόν, αντίδοτο απέναντι σ’ αυτό που δημιούργησαν;

Κατ’ αρχάς, το αντίδοτο υπάρχει μέσα μας. Τώρα αυτό που λέω και προτείνω είναι, κλείστε τις τηλεοράσεις. Δε λένε καμία αλήθεια, δεν πουλάνε τίποτα αληθινό, ό,τι δίνουν είναι ψέματα και ελεγχόμενο και είναι μακριά από την καθημερινή ζωή.

Οι καλλιτέχνες μας, στο μεγάλο τους βαθμό, είναι ψιλοσυγχυσμένοι, δηλαδή από τη ζωή της Αθήνας πάνε όλοι με την παλιά συνταγή. Στο θέατρο, τουλάχιστον εγώ, διέκρινα μόνο την παράσταση του Μαστοράκη. Κατάφερε κι έκανε μία παράσταση η οποία μπορεί να σταθεί σε οποιαδήποτε σκηνή της Ευρώπης. Και δίνει ένα ουσιαστικό μήνυμα στο πώς η κρίση κατασκευάζει την κρίση. Όλα έχουν ειπωθεί στους τραγικούς μας πρώτα απ’ όλα. Απλώς μπήκανε πολλές παράμετροι που κόψανε τον ομφάλιο λώρο με αυτά τα αισθήματα. Πρέπει να αποφασίσουμε ότι αυτός ο τόπος δε θα δώσει άλλο αίμα, πρέπει να σηκώσουμε κεφάλι πάση θυσία, κακομάθαμε.

Σας παραπέμπω σ’ ένα υπέροχο βιβλίο του Ερνστ Χ. Γκόμπριχ «Μικρή ιστορία του κόσμου». Κάνει ένα πολύ γρήγορο ρεπεράζ στην ιστορία της ανθρωπότητας με πολύ απλή γλώσσα, σχεδόν παραμυθίας. Εκεί έχει ένα τέλος ο συγγραφέας, μια φράση που λέει: όπως περνάνε τα επιτεύγματα και τα δράματα της ανθρώπινης ιστορίας, Ακρόπολις, κινέζικα τείχη, τείχη του Βερολίνου, μπλα, μπλα, βλέπουμε ότι μέσα στο αέναο ποτάμι του χρόνου, όπως τρέχουνε τα κύματα μέσα στο ποτάμι, τι είμαστε εμείς; Μια σταγονίτσα από κάθε παφλασμό. Άρα, ο χρόνος μας είναι πολύ, πολύ λίγος. Αυτή, λοιπόν, την ανάσα που έχει η δικιά μας σταγόνα μέσα στον τεράστιο κυκεώνα του χρόνου, πρέπει να την αξιοποιήσουμε.