ΣΥΡΙΖΑ: Και δεν μπορεί και δε θέλει να αντιμετωπίσει την κρίση της χώρας


Στα αστικά καθεστώτα εφαρμόζεται το οικονομικοπολιτικό σύστημα της ελεύθερης οικονομίας (κεφαλαιουχικό -καπιταλιστικό σύστημα), με κύρια χαρακτηριστικά την ιδιωτική οικονομία, ιδιωτική πρωτοβουλία, την ατομική ιδιοκτησία, την επιδίωξη κέρδους και την ελεύθερη αγορά.
Αντίθετα, στα κομμουνιστικά καθεστώτα ισχύει το σύστημα της κρατικά διευθυνόμενης οικονομίας που βασίζεται στη μαρξιστική θεωρία με κύριο γνώρισμα τον κρατισμό, όπου τα μέσα παραγωγής και η ιδιοκτησία ανήκουν στο κράτος.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αυτοπροσδιοριστεί ως ριζοσπαστική αριστερά, δηλαδή ως μαρξιστικό (ευρωκομμουνιστικό) κόμμα. Αρκετά από τα κορυφαία στελέχη του είναι γνωστά ως σκληροί Μαρξιστές- Λενινιστές, αλλά και αρκετά νεότερα στελέχη έχουν τονίσει την κομμουνιστική ιδεολογία τους. Έτσι, για παράδειγμα ο, μέχρι πρότινος υπουργός Εργασίας Κατρούγκαλος, σε σχετική ερώτηση, δήλωσε ότι είναι υπερήφανος που είναι κομμουνιστής. Σε ανάλογη δήλωση προέβη και η Θεανώ Φωτίου και άλλα στελέχη.
Στις αστικές δημοκρατίες, μεταξύ των οποίων και η χώρα μας, εφόσον ισχύει το σύστημα της ελεύθερης οικονομίας, ένα νεοκομμουνιστικό κόμμα δεν είναι συμβατό με τους θεσμούς της φιλελεύθερης πλουραλιστικής δημοκρατίας. Ως εκ τούτου, ο ρόλος της Αριστεράς περιορίζεται σε αντιπολίτευση Πράγματι, όπως έχει διατυπώσει ως αποφθεγματική κρίση, η γνωστή κομμουνίστρια Ρόζα Λούξεμπουργκ, «η Αριστερά μόνον ως αντιπολίτευση μπορεί να δρα σε συνθήκες αστικού καθεστώτος και πως η εξουσία της μπορεί να χτιστεί μόνον πάνω από τις στάχτες του».
Επίσης, ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ, σε πρόσφατη συνέντευξή του είπε ότι «Η Αριστερά είναι καλύτερη στην αντιπολίτευση».
Πράγματι, ως αντιπολίτευση σε αστικό καθεστώς, ο ρόλος της Αριστεράς είναι περιορισμένος αλλά σημαντικός εφόσον της παρέχεται η δυνατότητα να διατυπώνει προτάσεις για την προστασία των ασθενέστερων πολιτών της καπιταλιστικής κοινωνίας και γενικά να εφαρμόζει τέτοια πολιτική ώστε να υποχρεώνονται οι δεξιές κυβερνήσεις να γίνονται πιο κεντρώες και οι κεντρώες να μην εκφυλίζονται σε ευνοιοκρατίες. Ακόμη, να απαιτεί αμερόληπτη δικαιοσύνη και να ελέγχει την ισότητα ευκαιριών.
Εντελώς διαφορετικός όμως είναι ο ρόλος της Αριστεράς ως κυβέρνησης σχετικά με τη διαχείριση του αστικού συστήματος. Η ανατροφή των στελεχών της Αριστεράς με τις ιδέες του μαρξισμού καθιστούν τα στελέχη αυτά άσχετα και ανίκανα για τη διαχείριση αυτή Η (μαρξιστική) Αριστερά δεν μπορεί να διαχειριστεί ένα αστικό (καπιταλιστικό σύστημα με σκοπό τη διάσωση ή βελτίωσή του..
Για παράδειγμα, οι νεοκομμουνιστές, ως κρατιστές, δεν επιθυμούν τις ιδιωτικοποιήσεις ή τις αποκρατικοποιήσες ως μη συμβατές με την κρατικίστικη αντίληψή τους. Αν, παρόλα αυτά, τους επιβληθούν, κάνουν ό,τι μπορούν για να μη τις ολοκληρώσουν. Έτσι σήμερα δεν έχει ολοκληρωθεί καμιά ιδιωτικοποίηση, πράγμα που συνεπάγεται δυσμενείς επιπτώσεις για την ελληνική οικονομία. Το ίδιο συμβαίνει και με την ατομική ιδιοκτησία. Ως οπαδός του κρατισμού ο νεοκομμουνισμός είναι εναντίον της ατομικής ιδιοκτησίας. Για το λόγο αυτό χωρίς δισταγμό συμφώνησε το ξεπούλημά σε ξένους της ιδιωτικής περιουσίας του κράτους για 99 χρόνια. Επίσης, ο υπουργός Εργασίας Κατρούγκαλος ως νεοκομμουνιστής και συνεπώς εχθρός της αστικής τάξης (μεσαίας, μικρομεσαίας και αγροτικής), βρήκε την ευκαιρία να «σφαγιάσει», με την επιβολή υπερβολικά μεγάλων εισφορών, τους αστούς της μεσαίας τάξης (δικηγόρους γιατρούς κ.λπ.), τους οποίους δε θεωρεί εν δυνάμει αριστερούς. Επίσης την ίδια τύχη είχαν οι μικρομεσαίοι αστοί, αλλά και οι συνταξιούχοι και μισθωτές και αγρότες, με την επιβολή μεγάλων εισφορών, περικοπών και μειώσεων στους μισθούς και τις συντάξεις (κύριες και επικουρικές). Ακόμη οι επιχειρήσεις και γενικά κάθε θεσμός του αστικού καθεστώτος που θεωρείται εχθρός των μαρξιστών.
Παρόλα αυτά, οι νεοκομμουνιστές του ΣΥΡΙΖΑ, διψασμένοι για εξουσία, αντί να περιοριστούν στον πιο πάνω ρόλο της αντιπολίτευσης, αποφάσισαν να προχωρήσουν στην κατάκτηση της εξουσίας. Πράγματι, το 2004 ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αξιωματική αντιπολίτευση, ασκούσε ακραία ακτιβιστική πολιτική, δημιουργούσε διάφορες ομάδες ή συμμετείχε μόνον σε αυτές, βρίζοντας ή προπηλακίζοντας συναδέλφους της πολιτικούς, διέλυε παρελάσεις κ.λπ., παρότρυνε τους πολίτες να μην πληρώνουν διόδια κ.λπ.
Οι νεοκομμουνιστές, παθιασμένοι για εξουσία, εφόσον δεν μπορούσαν να αλλάξουν με επανάσταση το ελληνικό καπιταλιστικό σύστημα, επεδίωξαν και πέτυχαν στις βουλευτικές εκλογές της 25ης-1-2015, να αναδειχθούν πρώτο κόμμα με ποσοστό 36,34%.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, επειδή στις εκλογές αυτές δεν κατάφερε να αποκτήσει αυτοδυναμία, αποφάσισε να συγκυβερνήσει, όχι με κάποιο συγγενές ιδεολογικά κόμμα, αλλά με το ακροδεξιό-λαϊκίστικο-πατριωτικό κόμμα του Π. Καμμένου, δηλαδή τους Ανεξάρτητους Έλληνες (ΑΝΕΛ). Η προτίμηση των ΑΝΕΛ για συγκυβέρνηση, η οποία ονομάστηκε ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, οφείλεται στο ότι των κόμμα των ΑΝΕΛ είναι το πιο βολικό και μάλιστα έγινε βολικότερο, αφού ο αρχηγός του πήρε το υπουργείο Εθνικής Άμυνας και ορισμένα στελέχη του έγιναν υφυπουργοί της συγκυβέρνησης. Έτσι η συγκυβέρνηση έλαβε και τον χαρακτήρα του εθνοκομμουνισμού.
Η συγκυβέρνηση αυτή του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ, δηλαδή με κόμμα μιας ιδεολογίας με την οποία είναι εντελώς αντίθετος, οδηγεί στη διαπίστωση ότι ο Τσίπρας δεν έχει καμιά αριστερή ή άλλη ιδεολογία. Άλλωστε, πριν από 2 χρόνια στη Θεσσαλονίκη όταν ρωτήθηκε με ποιον προτίθεται να συμμαχήσει, απάντησε «ακόμη και με το διάβολο, προκειμένου να πάρω την εξουσία».
Απλά επικαλείται την κομμουνιστική ιδιότητα γιατί θεωρεί ότι έτσι θα έχει κάποιο ηθικό πλεονέκτημα. Το ετερόκλητο αριστεροδεξιό μόρφωμα («τσούρμο» κατά τον Βαρουφάκη) που κυβερνάει τη χώρα εκπροσωπεί την πιο χειρότερη εκδοχή της ιδεολογικής θολούρας και των ψευδαισθήσεων που κυριάρχησαν ιδιαίτερα στην πρώτη περίοδο της μεταπολίτευσης. Ο τρόπος άσκησης της εξουσίας φανερώνει ανεπίτρεπτο ερασιτεχνισμό, άγνοια της λειτουργίας του συστήματος, αυταρχισμό, ιδεολογική μονομανία και έλλειψη δημοκρατικής ευαισθησίας. Ποτέ άλλοτε τόσο ασήμαντοι άνθρωποι δεν κυβέρνησαν τη χώρα.

Του Δημήτρη Γ. Χριστοφιλόπουλου
Ομ. Καθηγητή Πανεπιστημίου Αθηνών