Η θάλασσα… τρώει τις ακτές της Μεσσηνίας


Ιδιαίτερα επιβαρυντικά για τη Μεσσηνία, αλλά και γενικότερα για την Πελοπόννησο, σε ό,τι αφορά το πρόβλημα με τη διάβρωση των ακτών τους, είναι τα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα τις προηγούμενες ημέρες από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος. Ειδικότερα, τα σημαντικότερα προβλήματα στο νομό παρουσιάζονται στην ευρύτερη περιοχή του Πεταλιδίου και της Κορώνης, ενώ γενικότερα στην Περιφέρεια έχουμε στο «κόκκινο» 306 χιλιόμετρα ακτογραμμής ή ποσοστό περίπου 30% επί του συνόλου. Έτσι, η θάλασσα «ανεβαίνει» καταπίνοντας παραλίες, δρόμους, σπίτια, υποδομές.
Σύμφωνα με την “Καθημερινή” και τον Γιώργο Λιάλιο, «στο αρμόδιο για την προστασία του αιγιαλού υπουργείο Οικονομικών πληθαίνουν τα τελευταία χρόνια τα αιτήματα εκτέλεσης αντιδιαβρωτικών έργων, τα οποία όμως, αν δε σχεδιαστούν σωστά, προκαλούν περισσότερα προβλήματα. Η εθνική πολιτική για την αντιμετώπιση της διάβρωσης των ακτών ως συνέπεια της κλιματικής αλλαγής παραμένει ένα θεσμικό ευχολόγιο, καθώς η ανθρώπινη δραστηριότητα στην κρίσιμη παράκτια ζώνη ενισχύεται αντί να αποτρέπεται.
Όπως ανέφερε η διευθύντρια Κλιματικής Αλλαγής και Ποιότητας Ατμόσφαιρας του ΥΠΕΝ, Ρεβέκκα Μπατμάνογλου, μια άνοδος της στάθμης της θάλασσας κατά 0,48 μέτρα, που δεν είναι το πιο δυσμενές σενάριο, θα προκαλέσει στο 60% των ελληνικών παραλιών “οπισθοχώρηση” του μέγιστου πλάτους τους στο 20% και σε ακόμα 15% των παραλιών “οπισθοχώρηση στο 50% του πλάτους τους”.
Η “οπισθοχώρηση” των παραλιών, πάντως, είναι γεγονός σε πολλές περιοχές της χώρας. Η αύξηση των παράκτιων περιοχών που αντιμετωπίζουν πρόβλημα διάβρωσης έχει ως αποτέλεσμα να πληθαίνουν και τα αιτήματα προς το υπουργείο Οικονομικών για την εκτέλεση αντιδιαβρωτικών έργων.
Χαρακτηριστική είναι η εικόνα που μετέφερε η Αθηνά Μαρμαρά, συνεργάτιδα της γενικής γραμματέως Δημόσιας Περιουσίας Πέτης Πέρκα. “Μας αναφέρεται πλήθος προβλημάτων, για παράδειγμα, στο παραλιακό οδικό δίκτυο, είτε λόγω της διάβρωσης είτε λόγω αστοχιών σε παρακείμενα λιμενικά έργα.
Οι τοπικοί φορείς υποβάλλουν αιτήματα για αντιδιαβρωτικά έργα, αλλά συχνά οι μελέτες δεν είναι ούτε επαρκείς ούτε βασισμένες σε επίκαιρα στοιχεία. Επίσης είναι σύνηθες να προτείνουν ‘σκληρά’ αντιδιαβρωτικά έργα, που όμως έχουν επιπτώσεις και όχι ήπιες παρεμβάσεις. Δεχόμαστε και πληθώρα αιτημάτων από ιδιώτες των οποίων η περιουσία επηρεάζεται. Αν δεν αδειοδοτηθούν, συχνά εκτελούν έργα αυθαίρετα και κατά το δοκούν, λ.χ. φτιάχνουν τοιχία, με αποτέλεσμα να επιταχύνουν ή να μετακινούν στους γείτονές τους το πρόβλημα. Εκτιμώ ότι θα πρέπει να ληφθούν γενναίες αποφάσεις”.
Οι γενναίες αποφάσεις, πάντως, αργούν. Η εθνική στρατηγική για την κλιματική αλλαγή περιλαμβάνει ειδική πολιτική για τις παράκτιες ζώνες, ωστόσο τα περιφερειακά σχέδια προσαρμογής και ο μηχανισμός παρακολούθησης δεν έχουν ακόμα ολοκληρωθεί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πρόσφατη (ν.4179/13) μείωση της ελάχιστης απόστασης των κτηρίων από τον αιγιαλό σε μεγάλες τουριστικές επενδύσεις στα 50 μέτρα από τα 100 μέτρα που είναι ο γενικός κανόνας…».
 
Επιμέλεια: Αντώνης Πετρόγιαννης