Ο Μεσσηνιακός κόλπος ως άτυπο λιμάνι

Ο Μεσσηνιακός κόλπος ως άτυπο λιμάνι

Είναι, άραγε, η λαϊκή έκφραση «το μυρίστηκαν» συνώνυμο της διαίσθησης ότι κάτι πρόκειται να συμβεί;

Στο παρόν άρθρο διερευνάται αυτή ακριβώς η αίσθηση ως προπομπός δυσοίωνων γεγονότων.

Με αφορμή τη μυρωδιά «γκαζιού» που αναφέρθηκε για πρώτη φορά πριν από λίγες μέρες στην περιοχή της Δυτικής Μάνης και συνεχίζει να γίνεται αντιληπτή μέχρι και την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, γίνεται μια απόπειρα να τεθούν κάποια ουσιαστικά ερωτήματα, καθώς και οι πολιτικές τους προεκτάσεις.

Για αρκετά χρόνια οι κάτοικοι των παραθαλάσσιων οικισμών του Μεσσηνιακού κόλπου παρατηρούν τα διερχόμενα δεξαμενόπλοια να διασχίζουν τη θάλασσα. Τα τελευταία δύο χρόνια, όμως, έχει παρατηρηθεί αύξηση της κίνησης, κάτι ασυνήθιστο ίσως για το μικρό λιμάνι της Καλαμάτας. Σήμερα, παρατηρώντας τον ορίζοντα, εύκολα διαπιστώνει κανείς πως έχει κατακλυστεί από σειρές πλοίων που πλέουν σχεδόν σταματημένα. Τη νύχτα, δε, το θέαμα συμπληρώνεται από τα φώτα, που μοιάζουν σαν πόλη μέσα στη θάλασσα. Τα πλοία μοιάζουν σχεδόν σταθμευμένα σε έναν άτυπο χώρο λιμανιού, που πλέον καταλαμβάνει όλο τον Μεσσηνιακό κόλπο.

Μόλις πρόσφατα από μαρτυρίες κατοίκων διαπιστώθηκε έντονη δυσοσμία πετρελαιοειδών κατά το διάστημα που ο αέρας φυσούσε από τη θάλασσα προς τη στεριά. Η μυρωδιά «γκαζιού» έγινε αισθητή, έως και αποπνικτική σε κάποιες περιπτώσεις, σε αρκετούς από τους οικισμούς της Δυτικής Μάνης (Άγιος Νικόλαος, Στούπα, Προσήλιο, Πύργος κ.α.). Η εικασία ότι η μυρωδιά ερχόταν από τη θάλασσα και οφειλόταν στις δραστηριότητες των δεξαμενόπλοιων ήταν η πρώτη σκέψη στο μυαλό των περισσότερων κατοίκων.

Όντως στο διάστημα κατά το οποίο έγινε αντιληπτή η μυρωδιά (12.00-4.00 μ.μ., 8/5/2020) η διεύθυνση του αέρα (σύμφωνα με το wind finder) ήταν ευθυγραμμισμένη με τους οικισμούς και τα πλοία στο θαλάσσιο ορίζοντα. Την επόμενη μέρα, 9/5, όταν ξαναέγινε αντιληπτή η μυρωδιά, έγινε και η διαπίστωση πως συγκεκριμένη δραστηριότητα STS (ship to ship transfer) λάμβανε χώρα στην πλευρά του ανέμου.

Συγκεκριμένα, στη θαλάσσια περιοχή μπροστά από τους παραπάνω οικισμούς εντοπίστηκαν δύο πλοία να συμπλέουν κολλητά το ένα στο άλλο και ένα τρίτο μικρότερο να παρευρίσκεται.

Σύμφωνα με το site marine traffic, επιβεβαιώθηκε η παραπάνω διαπίστωση, όπως και έγινε γνωστή η ταυτότητα των πλοίων. Δύο δεξαμενόπλοια και ένα βοηθητικό σκάφος (safety vessel) με σημαία Κύπρου εμπλέκονταν στη διαδικασία.

Σύμφωνα με το site της εταιρείας του safety vessel, μία από τις βασικές του υπηρεσίες είναι το STS operation. Εντούτοις, αν και είναι αδύνατο να πούμε με ακρίβεια από πού προήλθε η μυρωδιά, υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις ότι ως πηγή εντοπίζονται τα πετρελαιοφόρα δεξαμενόπλοια που «σταθμεύουν» δίπλα στους οικισμούς και οι δραστηριότητες στις οποίες προβαίνουν, όπως το STS ή άλλες που δε γνωρίζουμε.

Έμπειροι ναυτικοί, κάτοικοι της περιοχής, μίλησαν για διαδικασίες, όπως το gas free, ως αιτία της μυρωδιάς, κάτι που ωστόσο μπορεί να είναι και παράνομο αν γίνεται από συγκεκριμένα πλοία. Επίσης, μπορεί να είναι καυσαέρια από τη συνεχή λειτουργία των μηχανών, αφού δεν μπορούν να δέσουν. Μια άλλη υπόθεση μπορεί να είναι ότι λόγω της διεθνούς συγκυρίας με τις αρνητικές τιμές του πετρελαίου και του γεγονότος ότι η αποθήκευση κοστίζει περισσότερο από την αξία του προϊόντος, τα δεξαμενόπλοια εκτελούν χρέη αποθήκης, με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό. Σε κάθε περίπτωση, η παρουσία των δεξαμενόπλοιων σε μια συγκυρία διεθνών οικονομικών κρίσεων αποτελεί έναν αστάθμητο παράγοντα.

Με έρευνα στο διαδίκτυο διαπιστώθηκε εύκολα πως ο Μεσσηνιακός κόλπος διαφημίζεται για δραστηριότητες τύπου STS. Σχετικά εύκολα εντοπίστηκαν άλλες δύο εταιρείες, πέραν αυτής που εντοπίστηκε στο site marrinetrafic στις 9/5, να διαφημίζουν τις υπηρεσίες τους στο Μεσσηνιακό κόλπο (μαζί με τη Λήμνο και τη Μάλτα). Λόγω καιρικών συνθηκών και της φυσικής προστασίας από τους ανέμους ως κλειστός κόλπος ο Μεσσηνιακός αποτελεί ιδανική τοποθεσία, σύμφωνα με τα site των εταιρειών.

Παράλληλα, από τη σχετική έρευνα διαπιστώθηκε πως αυτές οι δραστηριότητες επιτρέπονται και διέπονται από το καθεστώς που επιβάλλει ο διεθνής οργανισμός marpol (international convention for the prevention of pollution from ships). Η σχετική οδηγία MEPC 182/59 αναφέρεται στο STS operation. Ωστόσο, μια σειρά από προδιαγραφές πρέπει να τηρούνται, όπως π.χ. STS plan κ.ά. Υπεύθυνος για τη διασφάλιση της νομιμότητας και του ελέγχου, όπως φαντάζει λογικό, είναι το Λιμενικό.

Στη διαδικτυακή έρευνα δεν επιβεβαιώθηκε τι ακριβώς συμβαίνει με τα διεθνή ύδατα. Εντούτοις, βρέθηκε η περίπτωση του Ισλανδικού Λιμεναρχείου που επιβεβαιώνει στο παρακάτω σύνδεσμο ότι αρμοδιότητά του είναι να ελέγχει τις διαδικασίες STS (https://ec.europa.eu/echo/files/civil_protection/civil/marin/reports_publications/prestige_workshop_catania_documents/session4/presentation_clonan.pdf).

Τελικά, από την ίδια πηγή ενημερωνόμαστε πως το STS operation ενέχει σοβαρούς κινδύνους, όπως:

1. Σύγκρουση πλοίων

2. Σκίσιμο στους σωλήνες μου μεταγγίζουν το προϊόν από το ένα πλοίο στο άλλο

3. Φωτιά ή άλλη επικίνδυνη κατάσταση

5. Ξεχείλισμα των δεξαμενών κ.ά.

Η επικινδυνότητα της διαδικασίας επιβεβαιώνεται και από τα site των εταιρειών που αναλαμβάνουν τέτοιες επιχειρήσεις. Εύκολα κανείς μπορεί να εντοπίσει 3-4 εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην περιοχή του Μεσσηνιακού κόλπου, γκουγκλάροντας τους όρους «STS operation» και «OPL Kalamata».

Οι ίδιες οι εταιρείες θα διαπιστώσει κανείς πως μιλούν ξεκάθαρα για μια «διαχείριση» κινδύνου που ενέχει η διαδικασία και που προφανώς πληρώνονται να αντιμετωπίσουν.

Κατόπιν όλων των παραπάνω προκύπτουν μια σειρά ερωτημάτων που απασχολούν ήδη την τοπική κοινωνία. Παράλληλα, όμως, γεννώνται ερωτήματα που αφορούν στο μέλλον της ευρύτερης περιοχής του Μεσσηνιακού κόλπου και των παραθαλάσσιων οικισμών του.

Την εποχή των απανωτών οικονομικών κρίσεων και των παράπλευρων απωλειών, όπως η αδυναμία των ελέγχων, η υποστελέχωση υπηρεσιών και γενικότερα των εκπτώσεων στην περιβαλλοντική νομοθεσία προς όφελος μιας αφηρημένης έννοιας ανάπτυξης, τέτοια ζητήματα δεν πρέπει να μας προκαλούν εφησυχασμό. Η διαίσθηση ότι κάτι δεν πηγαίνει καλά μπορεί να μας προστατεύσει ενστικτωδώς, η σωστή όμως ενημέρωση αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση εκτίμησης της κατάστασης.

Τα ερωτήματα που τίθενται προς ένα άνοιγμα της συζήτησης, συνοψίζονται ως εξής:

1. Από πού προέρχεται ακριβώς η μυρωδιά, καθότι η περιοχή δεν αποτελεί βιομηχανική ζώνη, τέτοιες μυρωδιές δεν είναι απλά μια ενόχληση στα ευαίσθητα ρουθούνια των κατοίκων. Η αιτία που την προκάλεσε μπορεί να είναι κάποιο ατύχημα ή κάποια παράνομη δραστηριότητα. Άμεσα πρέπει να διερευνηθεί από τους αρμόδιους φορείς αν το αέριο που εκλύθηκε είναι επικίνδυνο για την υγεία και το περιβάλλον. Εδώ να σημειώσουμε ότι η μυρωδιά έγινε αντιληπτή σε μια απόσταση 15 χλμ. στη στεριά για ένα χρονικό διάστημα τουλάχιστον 4 ωρών. Αν σκεφτούμε ότι τα πλοία που έπλεαν εκείνη την ώρα βρίσκονταν σε μια απόσταση 6 νμ (11 χλμ.), γίνεται αντιληπτό ότι το αέριο από την πηγή που προήλθε μέχρι τη στεριά κάλυψε μια έκταση τουλάχιστον 11*15=165 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Έκταση ίσως πολύ μεγαλύτερη από τον Σκαραμαγκά, όπου τουλάχιστον η αιτία της μυρωδιάς είναι προφανής.

2. Επειδή όλη η δραστηριότητα που σχετίζεται με τα δεξαμενόπλοια, εσκεμμένα ή μη, λαμβάνει χώρα πέραν των 6 ν. μιλίων, αλλά εντός του Μεσσηνιακού κόλπου, εγείρεται θέμα αρμοδιότητας του ελέγχου. Το Λιμεναρχείο Καλαμάτας δήλωσε πως δεν είναι αρμοδιότητά του, άρα ποιος είναι υπεύθυνος να ελέγχει αυτές τις δραστηριότητες; Παρότι είναι διεθνή ύδατα, οι δραστηριότητες που παίρνουν μέρος είναι τόσο κοντά μας, ώστε να τις βλέπουμε και να τις μυρίζουμε.

3. Γιατί, άραγε, δεν έχει γίνει κλείσιμο του κόλπου στα 24 ν.μ., όπως σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες;

4. Άραγε, αυτό που συμβαίνει τελευταία είναι ότι έχει μετατραπεί ο Μεσσηνιακός κόλπος σε μια άτυπη αποθήκη πετρελαιοειδών και των αντίστοιχων υπηρεσιών διαμετακόμισης; Γιατί οι υπηρεσίες που συνήθως προσφέρονται εντός μιας οργανωμένης δομής, όπως ένα λιμάνι, γίνονται πλέον στην ανοιχτή θάλασσα; Μήπως, εκτός από τις κλιματολογικές συνθήκες, υπάρχουν κι άλλοι προφανείς ή υποχθόνιοι λόγοι που ευνοούν τις δραστηριότητες αυτές; Όπως, για παράδειγμα, η αδυναμία ελέγχων ή κάποιες εμπορικές συμφωνίες.

5. Γίνεται κατανοητό πως δραστηριότητες όπως το STS που πραγματοποιούνται καθημερινά, αντικειμενικά ενέχουν κινδύνους όπως οι πετρελαιοκηλίδες. Είναι οι τοπικοί θεσμοί οργανωμένοι για την έγκαιρη αντιμετώπιση ενός ατυχήματος; Υπάρχουν οι κατάλληλες υποδομές; Υπάρχει κάποιο σχέδιο δράσης; Όλα αυτά αποτελούν εύλογα ερωτήματα που χρήζουν απάντησης πριν φτάσουμε στο ‘’ατύχημα’’.

6. Τελευταίο ερώτημα για την οικονομική προοπτική του τόπου μας. Πώς μπορεί να συμβαδίζουν τέτοιου είδους θαλάσσιες δραστηριότητες με την προοπτική του τουρισμού; Υπάρχει μια ξεκάθαρη σύγκρουση δραστηριοτήτων. Πώς, άραγε, θα εξηγήσεις στον επισκέπτη που του διαφημίζουμε κατά κόρον τις τοπικές ομορφιές, τον ήλιο και τη θάλασσα, πως τα ογκώδη δεξαμενόπλοια που βλέπει μαζί με το ηλιοβασίλεμα και οι μυρωδιές που μυρίζει μαζί με τα καλαμαράκια του συνάδουν με το πακέτο διακοπών του; Πολύ περισσότερο που η πλειοψηφία των επισκεπτών μας έρχονται από τις βιομηχανικές πόλεις του Βορρά, όπου το θέαμα των βιομηχανικών δραστηριοτήτων είναι καθημερινότητά τους. Καθημερινότητα από την οποία θέλουν να ξεφύγουν στις πολύτιμες διακοπές τους, αναζητώντας το φυσικό τοπίο και την αυθεντική φύση.

Το τοπικό οικοσύστημα, ως χώρος που αναπτύσσονται όλες οι οικονομικές δραστηριότητες, αλλά και εκπληρώνονται οι κοινωνικές ανάγκες του ανθρώπου γενικότερα, δεν μπορεί να οριστεί με διοικητικά όρια ή όρια αρμοδιοτήτων. Ένα ατύχημα εντός του «άτυπου λιμανιού» θα επηρεάσει άμεσα τους παραλιακούς οικισμούς ολόκληρου του Μεσσηνιακού κόλπου.

Ήδη με την υποβάθμιση του ατμοσφαιρικού αέρα από τα κατάλοιπα πετρελαίου έχουμε τις ενδείξεις ενός επικείμενου κινδύνου.

Η θάλασσα, ως κατεξοχήν σύμβολο του ελληνικού τουρισμού στο μοντέλο ήλιος-θάλασσα, αποτελεί το αδιαμφισβήτητο προσόν του Μεσσηνιακού κόλπου τόσο στις κυρίαρχες αφηγήσεις όσο και στην αντίληψη των κατοίκων. Παράλληλα, όμως, αποτελεί θεμέλιο λίθο της ευρύτερης τοπικής οικονομίας.

Η περιβαλλοντική μόλυνση και η αισθητική υποβάθμιση, μέσω της αυξημένης κίνησης πετρελαιοφόρων δεξαμενόπλοιων, θα αποτελέσουν καίριο πλήγμα για την ευρύτερη κοινωνία. Πολύ περισσότερο, να σκεφτούμε τι διακυβεύεται σε ένα πιθανό «ατύχημα», που ξεφεύγει από τις επιπτώσεις σε ένα μόνο κλάδο.

Εντούτοις, οι παραπάνω δραστηριότητες δεν μπορούν να συνυπάρξουν. Αν σκεφτούμε ότι ήδη η θαλάσσια περιοχή της Δυτικής Μεσσηνίας διατίθεται προς έρευνα και εξόρυξη πετρελαίου, πρέπει να διερωτηθούμε αν έχει γίνει κάποια αλλαγή στη στρατηγική ανάπτυξης για το Μεσσηνιακό κόλπο, όπως επίσης και τι εννοείται κάθε φορά με τον όρο «περιβαλλοντική πολιτική».

Είναι, άραγε, η εξυπηρέτηση των πετρελαιοφόρων πλοίων η πρώτη προτίμηση;

Νίκος Ορφανός
Αρχιτέκτων Μηχανικός Δ.Π.Θ. & (Msc) Πολεοδόμος Χωροτάκτης ΕΜΠ