Αθώος και θύμα απατεώνων δήλωσε εκ νέου χθες ο κατηγορούμενος για την απάτη σε Alpha Bank και Εμπορική

Αθώος και θύμα απατεώνων δήλωσε  εκ νέου χθες ο κατηγορούμενος για την απάτη σε Alpha Bank και Εμπορική

Με τις καταθέσεις των μαρτύρων υπεράσπισης, την απολογία του κατηγορουμένου και τις αγορεύσεις των συνηγόρων της πολιτικής αγωγής συνεχίστηκε και χθες στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων η εκδίκαση της υπόθεσης απάτης από ανώνυμη εταιρεία της Καλαμάτας, ύψους περίπου 2 εκατομμυρίων ευρώ, τα έτη 2001 και 2002, με βασικό κατηγορούμενο δικηγόρο της Καλαμάτας.
Η συνεδρίαση διεκόπη λόγω του προχωρημένου της ώρας και θα συνεχιστεί στις 12 Μαρτίου με τις αγορεύσεις των συνηγόρων της υπεράσπισης και την έκδοση της απόφασης. 
Σύμφωνα με το ιστορικό, η Ανώνυμη Εταιρεία Διανομών ξεκίνησε τη λειτουργία της το 1997, ως συνέχεια ατομικής οικογενειακής επιχείρησης. Ο κατηγορούμενος δικηγόρος, ο οποίος συμμετείχε εξ αρχής (ως μέλος και της οικογενειακής επιχείρησης) στη σύνθεσή της, πούλησε τις μετοχές του σε ένα άτομο, ο οποίος και ανέλαβε ως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος, με την αγοραπωλησία να ολοκληρώνεται στις 3 Σεπτεμβρίου 2001, αντί 92 εκατ. δρχ. Αντιπρόεδρος στην εταιρεία ανέλαβε ένα άλλο άτομο. Στις 26 Νοεμβρίου 2001 ο τότε πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος, με συμφωνητικό, μεταβίβασε τις μετοχές του στον τότε αντιπρόεδρο, ο οποίος ανέλαβε καθήκοντα διευθύνοντος συμβούλου από τον Ιανουάριο του 2002.
Ο τέως διευθύνων σύμβουλος είχε ζητήσει δάνειο από την Αlpha Bank, που δεν του δόθηκε, λόγω του ότι συμπεριλαμβανόταν στον «Τειρεσία», ενώ ο νέος διευθύνων σύμβουλος εμφανιζόταν με πλαστή ταυτότητα πλούσιου επιχειρηματία, ο οποίος δεν έχει καμία σχέση με την υπόθεση, προσημείωνε ακίνητά του – εν αγνοία του – στην Εκάλη και εισπράττονταν δάνεια.
Αυτό συνέβη και στις δύο τράπεζες, με τη ζημιά που υπέστη η Alpha Bank να ανέρχεται σε 731.990,35 ευρώ και αυτή της Εμπορικής Τράπεζας σε 1.175.840,57 ευρώ.
 
Απολογία του κατηγορουμένου
Στην απολογία του, που διήρκεσε περισσότερο από μία ώρα, ο κατηγορούμενος δικηγόρος, ο οποίος έχει καταδικαστεί σε 15 χρόνια κάθειρξης και είναι ελεύθερος με περιοριστικούς όρους, αρνήθηκε τις κατηγορίες και δήλωσε ότι εμμένει στα όσα είχε δηλώσει και πρωτόδικα, πως εξαπατήθηκε κι αυτός από τα άλλα δύο άτομα και δεν είχε σχέση με την απάτη. «Δεν ήξερα ότι ήταν πλαστοπρόσωποι, δεν είχα οικονομικό όφελος, αλλά αντίθετα καταστράφηκα οικονομικά», σημείωσε μεταξύ άλλων. Είπε, επίσης, πως εμφανίστηκε ο ένας από τα δύο άτομα, ως μεγαλοσχήμων επενδυτής, στον οποίο ο πατέρας του δέχθηκε να πουλήσει το 50% της επιχείρησης. Για το συγκεκριμένο ενδιαφερόμενο υπήρξαν, όπως είπε, οι καλύτερες πληροφορίες και αυτός πρότεινε στον πατέρα του συνιδιοκτησία, σε ποσοστό 50% έκαστος και ανάπτυξη σε νέες εγκαταστάσεις, με αντιπροσώπευση και της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας.
Η συμφωνία ήταν ότι θα έπρεπε ο πατέρας του να έχει εξοφλήσει τις οφειλές της εταιρείας έως τις 30 Ιουνίου 2000 και ο ενδιαφερόμενος θα προσέφερε ένα ακίνητο μεγάλης αξίας στην Αθηναϊκή Ζυθοποιία για να προσημειωθεί και πίεζε να υπογραφεί συμφωνητικό πώλησης, έχοντας δώσει και προκαταβολή από τις αρχές Απριλίου 2000. Όμως, η Αθηναϊκή Ζυθοποιία απέρριψε το ακίνητο και ο ενδιαφερόμενος με τον πατέρα του κατηγορούμενου εμφανίστηκαν στην Alpha Bank, προκειμένου να δανειοδοτηθούν.
Ο ενδιαφερόμενος, ανέφερε στη συνέχεια ο κατηγορούμενος, πίεζε τον πατέρα του πως καθυστερεί και ήθελε να του μεταβιβάσει το υπόλοιπο 50%, όπως κι έγινε το Σεπτέμβριο του 2001 και κρατήθηκε μόνο ένα μικρό αναμνηστικό ποσοστό μετοχών.
Τότε παρουσιάστηκε και το δεύτερο άτομο, «ως μεγάλος και τρανός», είπε χαρακτηριστικά, που θα εδραίωνε τη θέση του, αφού θα παντρευόταν την αδελφή του πρώτου ατόμου.
Απαντώντας σε ερωτήσεις της Έδρας, είπε πως το πρώτο άτομο έδειχνε υπεράνω υποψίας, ενώ το δεύτερο έδειχνε πως είχε γνώσεις.
Σε άλλο σημείο ανέφερε ότι δεν είχε κάποια ιδιαίτερη σχέση με τις τράπεζες και πως στην Εμπορική πήγε το Δεκέμβριο του 2001 λόγω προβλήματος εκπροσώπησης, ενώ πρόσθεσε ότι τότε ο πρώτος τού είπε ότι αντιμετωπίζει πρόβλημα υγείας και θα μετέβαινε στην Αμερική για θεραπεία και πως θα αναλάμβανε στη θέση του ο δεύτερος, με διαχειριστή τον πατέρα του, έχοντας αφήσει τρεις επιταγές 80 εκατ. δρχ. ως αντίκρισμα για την εξαγορά.
Νωρίτερα δεν είχε εγκριθεί δάνειο 200 εκατ. δρχ. στον ενδιαφερόμενο, ενώ μέχρι τότε η Alpha Bank τον αντιμετώπιζε ως πολύ καλό πελάτη, έχοντας αυξήσει και το όριο των συναλλαγών. Ο κατηγορούμενος παρέθεσε στη συνέχεια αναλυτικά στοιχεία, καταθέτοντας τη δική του εκδοχή, που είναι τελείως διαφορετικά από όσα του καταμαρτυρούνται.
Ανάμεσα σε άλλα, καταφέρθηκε και εναντίον των υπαλλήλων των τραπεζών, λέγοντας πως η κατηγορία εναντίον του εμπλουτίζεται κάθε φορά από τις καταθέσεις τους και δήλωσε πως τόσο ο ίδιος όσο και οι τραπεζικοί έπεσαν θύματα απάτης.     
Ανέφερε δε πως ζητήθηκε το γνήσιο της υπογραφής του δεύτερου ατόμου από την Αστυνομία, όπως κι έγινε, αν και είχε πλαστά στοιχεία ταυτότητας, και πως έθεσε ως εγγύηση την περιουσία του. Αναρωτήθηκε ακόμη αν αυτό είναι συμπεριφορά απατεώνα και κατέληξε λέγοντας πως «δεν υπάρχει η ελάχιστη αμφιβολία ότι ήμασταν τα θύματα και όχι οι απατεώνες»
 
Αγόρευση εισαγγελέα
Στην αγόρευσή της η εισαγγελέας Αργυρώ Χουδετσανάκη ζήτησε να κριθεί ένοχος ο κατηγορούμενος, όπως και πρωτόδικα, με την αναγνώριση ελαφρυντικών. Χαρακτήρισε εικονική τη μεταβίβαση από τον κατηγορούμενο στο πρώτο άτομο κι εν συνεχεία στο δεύτερο, και πρόσθεσε πως πραγματικός εκπρόσωπος και πραγματικός μέτοχος ήταν ο κατηγορούμενος. Ανέφερε, μεταξύ άλλων, πως δεν ήταν δική του ιδέα, καθώς τον ένοιαζε πώς να πάρει δάνεια η εταιρεία και μίλησε για μεθόδευση της μεταβίβασης σε συνεργασία με τον πρώτο ενδιαφερόμενο, ο οποίος σκέφθηκε πως, αφού βρισκόταν στον «Τειρεσία», η μόνη λύση ήταν η εικονική μεταβίβαση και το να βρεθεί ένας αχυράνθρωπος, που με τη βοήθεια ενός ακόμη ατόμου (το οποίο φυγοδικεί) και με πλαστό δελτίο ταυτότητας, να εμφανιστεί ως μεγαλοεπιχειρηματίας στην τράπεζα και να λάβει το δάνειο. Έτσι βρέθηκε το όνομα ενός μεγαλοεπιχειρηματία, ο οποίος δραστηριοποιείται στη Νιγηρία και έχει ακίνητα στην Εκάλη. Όλοι μαζί βρήκαν έτσι τον τρόπο να πάρουν δάνεια από τις τράπεζες και με τον κατηγορούμενο παρόντα σε όλες τις διαπραγματεύσεις.
Σε άλλο σημείο η εισαγγελέας ανέφερε πως σκοπός ήταν το κέρδος και πως οι τράπεζες έπαθαν ζημία ιδιαίτερα μεγάλης αξίας.
Δήλωσε πως δεν πείστηκε από τον ισχυρισμό του κατηγορουμένου πως δε γνώριζε, αλλά και ότι συνέπραξε στο να γίνει η εγκληματική δραστηριότητα για να κρατήσει την επιχείρηση του πατέρα του.
Τον έψεξε δε που δεν έκανε καμία ενέργεια για τη διασφάλιση των συμφερόντων του, όπως να σφραγίσει τις τρεις επιταγές.
Τέλος, έψεξε και την τράπεζα για βαριά αμέλεια, λέγοντας πως δεν μπορεί να μην ελέγχεται αν είναι υπαρκτά τα πρόσωπα.            

Του Χάρη Χαραλαμπόπουλου